4 συγκλονιστικά αποσπάσματα από τα "Βερολινέζικα Χρονικά" του Γιόζεφ Ροτ

4 συγκλονιστικά αποσπάσματα από τα "Βερολινέζικα Χρονικά" του Γιόζεφ Ροτ Facebook Twitter
Ήταν μια πρωτεύουσα στην άχαρη φάση της εφηβείας, σαν μια πόλη που δεν έχει ακόμα μεγαλώσει αρκετά, ώστε να μπορεί να κρατήσει τον ρόλο της. Ίσως χειρότερα ακόμα – ένα είδος γκόλεμ: κάτι που πλάστηκε επίτηδες, για να υπάρχει, σαν τη Βαϊμάρη, μια φούσκα, και μάλιστα μια φούσκα υπερβολικά μεγάλη.
0

Το Βερολίνο της Βαϊμάρης, για το οποίο γράφει ο Γιόζεφ Ροτ δεν είναι το εξωραϊσμένο Βερολίνο της ελευθερίας, της νυχτερινής ζωής και των πνευματικών ενατενίσεων. Είναι η πόλη όπου καταφεύγουν οι απανταχού αποσυνάγωγοι, ένα αναγκαστικό ερημητήριο ταραγμένων ψυχών και κατατρεγμένων. «Η πόλη είχε κάτι το άγαρμπο, το αδέξιο, το χαοτικό» γράφει, ακολουθώντας τις ρεαλιστικές καταγραφές του Ροτ, ο Michael Hofmann στην κατατοπιστική εισαγωγή των Βερολινέζικων Χρονικών, 1920-1933 (μτφρ. Μαρία Αγγελίδου, εκδ. Άγρα), χαρακτηριστικά αποσπάσματα από τα οποία αναδημοσιεύει παρακάτω το Lifo.gr. με την άδεια του Έλληνα εκδότη.

«Ήταν μια πρωτεύουσα στην άχαρη φάση της εφηβείας, σαν μια πόλη που δεν έχει ακόμα μεγαλώσει αρκετά, ώστε να μπορεί να κρατήσει τον ρόλο της. Ίσως χειρότερα ακόμα – ένα είδος γκόλεμ: κάτι που πλάστηκε επίτηδες, για να υπάρχει, σαν τη Βαϊμάρη, μια φούσκα, και μάλιστα μια φούσκα υπερβολικά μεγάλη» είναι τα ακριβή λόγια του Hofmann σε σύμπνοια με τις συνταρακτικές περιγραφές του Ροτ. Ενδεχομένως, ο Hofmann να έχει δίκιο όταν εξαίρει το συγγραφικό προνόμιο που είχε ο εβραϊκής καταγωγής Αυστριακός συγγραφέας στην επιφυλλιδογραφία, κάτι που στα Βερολινέζικα Χρονικά αναδεικνύεται με τον ιδανικότερο τρόπο. Τα αποσπάσματα από το συγκεκριμένο κεφάλαιο περιγράφουν τα άσυλα της νύχτας και τα συσσίτια για τους χιλιάδες Εβραίους μετανάστες από την Ανατολική Ευρώπη, οι οποίοι συρρέουν στην πόλη, την περίοδο της οικονομικής κατάπτωσης της Γερμανίας. Πρόκειται για εξαιρετικό, παραστατικότατο κείμενο, με εντυπωσιακές αναλογίες με τη σημερινή κατάσταση στην Ελλάδα.

―Τίνα Μανδηλαρά

4 συγκλονιστικά αποσπάσματα από τα "Βερολινέζικα Χρονικά" του Γιόζεφ Ροτ Facebook Twitter
Νέοι, με παντελόνια που τους πέφτουν μεγάλα, τα μάτια τους να λάμπουν, από τον φόβο του κυνηγημένου – κι από πείσμα. Γυναίκες με σκούρα, άχρωμα κουρέλια, ντροπαλές και ξεδιάντροπες, περίεργες και αδιάφορες, ταραγμένες και παραιτημένες. Εκατό σε κάθε κοιτώνα.

ΤΟ ΑΣΥΛΟ

Κόκκινα τούβλα. Η απελπιστική ομοιομορφία αυστηρότητας και σταθερότητας, που σ' αυτήν τη χώρα αποτελεί το χαρακτηριστικό γνώρισμα κυβερνητικών κτιρίων, νοσοκομείων, φυλακών, σχολείων, ταχυδρομείων και εκκλησιών. Μάταια πασχίζει ένας κήπος μ' όλη τη φθινοπωρινή πολύχρωμη δόξα των δέντρων του να χαρίσει μια πινελιά καλαισθησίας στο κρατικό πρόσωπο του ιδρύματος. Το Άσυλο επιμένει: κόκκινα τούβλα, κυβερνητικό κτίριο, μοιάζει σαν να 'ναι με το ζόρι βαλμένο μέσα στη φύση. Η Φρέμπελστρασε, άλλωστε, βρίσκεται σε μια περιοχή του Βερολίνου όπου κυριαρχεί η ατμόσφαιρα των κόκκινων τούβλων. Δεξιά, ένας φράχτης γύρω από μια ανοιχτή ή μισάνοιχτη πλατεία. Λίγο πιο κάτω ένα κάρο μόνο του, μάλλον κάποιων πλανόδιων. Η λεωφόρος Πρέντσλαουερ χρωστάει το γοητευτικό της όνομα στα λίγα αναιμικά δεντράκια που έχουν τις ρίζες τους στο συνοικιακό πλακόστρωτο της φτώχειας και όχι στη Φύση – που είναι δηλαδή δημαρχιακές αποφάσεις και όχι δέντρα. Μπροστά είναι το νοσοκομείο, το Άσυλο των Αστέγων παραπίσω. Στην είσοδο η αστυνομία καλωσορίζει φιλικά όλους αυτούς που προσπαθούν να της ξεφύγουν. Οι διάδρομοι είναι γυμνοί, ασβεστωμένοι, υπηρεσιακοί. Ο προϊστάμενος επόπτης είναι ένας ψηλός, ξανθός, καλοσυνάτος άνθρωπος που καταλαβαίνει πολλά επειδή έχει δει πολλά. Γενικά, οι υπάλληλοι εδώ φοράνε ανθρωπιά κάτω από τη στολή τους. Όποιος ελέγχει καθημερινά την αθλιότητα, μαθαίνει να συγχωρεί την αμαρτία. Όλοι κρατικοί υπάλληλοι θα έπρεπε να υπηρετούν έναν μήνα στο Άσυλο των Αστέγων. Για να εκπαιδεύονται στην αγάπη.

4 συγκλονιστικά αποσπάσματα από τα "Βερολινέζικα Χρονικά" του Γιόζεφ Ροτ Facebook Twitter
Ενδεχομένως, ο Hofmann να έχει δίκιο όταν εξαίρει το συγγραφικό προνόμιο που είχε ο εβραϊκής καταγωγής Αυστριακός συγγραφέας στην επιφυλλιδογραφία, κάτι που στα Βερολινέζικα Χρονικά αναδεικνύεται με τον ιδανικότερο τρόπο.

ΚΟΙΤΩΝΕΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ

Το μήκος των κοιτώνων είναι υπερβολικά μεγάλο σε σύγκριση με το πλάτος τους. Θα μπορούσε κανείς να κάνει τον περίπατό του στους στενόμακρους χώρους, αν τα κρεβάτια δεν ήταν παρατεταγμένα, στρατιωτικά στοιχημένα σε δύο αράδες, μπροστά από τους τοίχους, αντικριστά. Ο διάδρομος, στη μέση, έχει και άλλα κρεβάτια. Σιδερένια κρεβάτια, με μεταλλικούς σομιέδες, κρεβάτια για τιμωρημένους. Κάθε άστεγος παίρνει μια κουβέρτα από ύφασμα και χαρτί, λεπτή, αλλά καθαρή και απολυμασμένη. Πάνω σ' αυτές τις κουβέρτες ζαρώνουν, ξαπλώνουν, κοιμούνται οι άστεγοι. Μορφές γκροτέσκες, μοιάζουν βγαλμένες απ' τις σελίδες που η παγκόσμια λογοτεχνία έχει αφιερώσει στην περιπέτεια και στη δυστυχία. Μοιάζουν σαν ψεύτικοι σχεδόν. Γέροι ντυμένοι με κουρέλια, με γκρίζα γένια, αλήτες που κουβαλούν στις σκυφτές τους πλάτες ένα μπογαλάκι παρελθόν. Οι αρβύλες τους έχουν πάνω τους τη σκόνη από δεκαετίες οδοιπορίας και περιπλάνησης. Άντρες στα μισά της ζωής, με στολές λειψές, μισές και αυτές, με πρόσωπα σημαδεμένα από την πείνα και τη σκληρότητα. Νέοι, με παντελόνια που τους πέφτουν μεγάλα, τα μάτια τους να λάμπουν, από τον φόβο του κυνηγημένου – κι από πείσμα. Γυναίκες με σκούρα, άχρωμα κουρέλια, ντροπαλές και ξεδιάντροπες, περίεργες και αδιάφορες, ταραγμένες και παραιτημένες. Εκατό σε κάθε κοιτώνα. Οι γυναίκες, οι άντρες, οι ανήλικοι χώρια. Παίρνει κάπου δύο ώρες να συμπληρωθεί ο αριθμός. Από τις τέσσερις το απόγευμα ως τις εννιά το βράδυ είναι οι ώρες υποδοχής. Μια γαβάθα αχνιστή σούπα για τον καθένα. Όποιος έχει τα χάλια του, παίρνει και δεύτερο πιάτο. Κάθε πρωί είναι εκεί ο γιατρός, πολλοί στέκονται στην ουρά για να τους κοιτάξει. Οι περισσότεροι έχουν προβλήματα με τα πόδια τους. Είναι άνθρωποι που μια ζωή αναγκάζονται να τη βγάλουν περπατώντας και στα όρθια. Οι μισοί περίπου πάσχουν από αφροδίσια νοσήματα. Όλοι σχεδόν έχουν ψείρες. Δύσκολα τους πείθει κανείς να καθαριστούν. Η απολύμανση καταστρέφει τα ρούχα τους. Προτιμούν να ζουν με τις ψείρες, παρά με ακόμα πιο κουρελιασμένα ρούχα.

4 συγκλονιστικά αποσπάσματα από τα "Βερολινέζικα Χρονικά" του Γιόζεφ Ροτ Facebook Twitter
Κάποτε, χιλιάδες άνθρωποι ζούσαν προσωρινά στο Άσυλο των Αστέγων.

ΟΙ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ

Οι οικογένειες μένουν σε χωριστά, ξύλινα παραπήγματα, μέσα στους κοιτώνες. Κάποιοι τα 'χουν βολεμένα, συγυρισμένα καλά. Σε κάθε γωνιά του κοιτώνα υπάρχει γκαζιέρα. Εδώ οι γυναίκες μαγειρεύουν. Μπουγάδα κρεμασμένη σε σκοινιά, ρούχα που στεγνώνουν μέσα στον αχνό των ζεστών φαγητών, της χώνεψης, των πολλών ανθρώπων σε κλειστό χώρο. Σε κάθε παράπηγμα μια λάμπα. Εδώ μένουν πρόσφυγες. Από την Πρωσία, τη Ρηνανία, το Χόλσταϊν. Γνωρίζονται. Κάνουν επισκέψεις μεταξύ τους. Κάποιοι έχουν λίγα έπιπλα φερμένα μαζί τους, κάποιοι έχουν καταφέρει να βρουν εδώ. Φαντάζομαι πως οι γυναίκες πιάνουν πότε-πότε κι εδώ τον καβγά. Για ένα παιδί, για ένα κατσαρόλι – συμβαίνει να τσακώνονται οι φτωχοί για τέτοια μικροπράγματα. Τα παιδιά είναι ξανθά, λίγο άπλυτα. Δεν έχουν ωραία παιχνίδια και ο κόσμος τους είναι μια αυλή, δέκα χαλίκια, ένα δέντρο και τα γύρω-γύρω. Α, τα γύρω-γύρω είναι το καλύτερο!

Ο ΑΝΤΙΣΥΝΤΑΓΜΑΤΑΡΧΗΣ

Κάθισα κοντά του, μαζί του, στο παράπηγμά του. Ο αντισυνταγματάρχης κύριος Μπεσίν είναι αξιωματικός του τσαρικού στρατού, λιποτάκτης. Βρίσκεται στο Βερολίνο από τον Απρίλιο. Είναι γέρος και περήφανος κι αλύγιστος. Περπατάει λίγο λοξά με το πλάι, στραβά: αφού ο κόσμος ολόκληρος έχει στραβώσει. Επανάσταση! Ο τσάρος, ο πατερούλης, πάει! Πού είναι ο τσάρος; Πού είναι οι αξιωματικοί του; Πού είναι οι επιτελάρχες; Πού είναι η Ρωσία; Η Μεγάλη Ρωσία; Έχει πολεμήσει στον Κινεζικό, στον Ιαπωνικό, στον Μεγάλο Πόλεμο. Ήταν αντισυνταγματάρχης στο Γενικό Επιτελείο. Στο τέλος, στη Ρίγα. Μιλάει πολύ καλά γερμανικά, χαίρεται που μαζί μου μπορεί να μιλήσει ρωσικά. Δίπλα στο κρεβάτι του έχει εφημερίδες και βιβλία. Διαβάζει ό,τι πέσει στα χέρια του. Το στρατιωτικό του πηλήκιο κρέμεται στον τοίχο. Μου το δείχνει με παιδιάστικο, συγκινητικό καμάρι, όπως ένα αγόρι θα 'δειχνε το ταμπούρλο του. Θα ήθελε να δουλέψει. Δεν θέλει να γίνεται βάρος στην πόλη. Αντισυνταγματάρχης είναι. Για πόσο ακόμα θα κάνουν κομάντο οι μπολσεβίκοι; Όχι για πολύ! Είναι τρέλα! Πού είναι ο τσάρος; Ο πατερούλης ο Τσάρος; Πού είναι η Ρωσία; Έχει οικογένεια. Τα παιδιά του – μπορεί να χουν παντρευτεί, να 'ναι ποιος ξέρει πού, να 'χουν σκοτωθεί! Τι κόσμος είναι τούτος! Στραβός κόσμος! Ο καημένος ο αντισυνταγματάρχης! Η Ιστορία έκανε μια τούμπα και ο αντισυνταγματάρχης έπεσε στο Άσυλο των Αστέγων.


Κάποτε, χιλιάδες άνθρωποι ζούσαν προσωρινά στο Άσυλο των Αστέγων. Τώρα διανυκτερεύουν κατά μέσον όρο χίλιοι κάθε νύχτα. Το πρωί η αστυνομία μπαίνει και κάνει έρευνα σε δυο-τρεις κοιτώνες. Όλο και βρίσκει κάποιον τον οποίο έψαχνε.
Υπάρχουν κάποιοι που δεν τους ελέγχει πια κανείς. Τους ξέρουν. Έρχονται στο Άσυλο εδώ και δέκα χρόνια. Είναι τακτικοί πελάτες. Τακτικοί άστεγοι. Το προσωρινό έγινε μόνιμο. Έγινε η ζωή τους. Η πατρίδα και το σπίτι τους.

«Neue Berliner Zeitung», μεσημεριανό φύλλο, 23.9.1920

 

 

Βιβλίο
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Υπάρχει η βουλιμική, υπάρχει και η ανάγνωση dégustation. Προτιμώ τη δεύτερη»

The Book Lovers / «Υπάρχει η βουλιμική, υπάρχει και η ανάγνωση dégustation. Προτιμώ τη δεύτερη»

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητάει με τον Νίκο Τσούχλο, πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου του Ωδείου Αθηνών και αναπληρωτή καθηγητή στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο, για το αναγνωστικό του εκκρεμές.
THE LIFO TEAM
σταινμπεκ

Σαν Σήμερα / Σαν σήμερα το 1940 «Τα σταφύλια της οργής», το magnum opus του Τζον Στάινμπεκ, τιμάται με το βραβείο Πούλιτζερ

Στο δημοφιλέστερο βιβλίο του, που τιμήθηκε με το βραβείο Πούλιτζερ σαν σήμερα το 1940, ο Στάινμπεκ αποτυπώνει την ψευδαίσθηση του αμερικανικού ονείρου κατά την περίοδο της μεγάλης οικονομικής ύφεσης.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Με το καινούργιο κοστούμι Ραλφ Λόρεν

Βιβλίο / Ο Σαλμάν Ρούσντι έζησε για να ξαναβάλει κοστούμι Ραλφ Λόρεν

Τα πιο κρίσιμα 27 δευτερόλεπτα της ζωής του, η δολοφονική επίθεση που δέχτηκε το 2022 σε ένα κέντρο για συγγραφείς στη Νέα Υόρκη αποτελεί τον πυρήνα του αυτοβιογραφικού βιβλίου του «Μαχαίρι».
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Πολ Όστερ (1947-2024): Ο Mr. Vertigo των ονειρικών μας κόσμων

Απώλειες / Πολ Όστερ (1947-2024): Ο Mr. Vertigo των ονειρικών μας κόσμων

Η ζωή και το έργο του σπουδαίου Αμερικανού συγγραφέα που στις σελίδες του κατάφερε να συνδυάσει τη μαγεία των Γνωστικών με την περιπέτεια της περιπλάνησης και τη νουάρ ατμόσφαιρα με τα πιο ανήκουστα αυτοβιογραφικά περιστατικά.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Πέτρος Μάρκαρης: «Η Αθήνα της μιας διαδρομής»

Το πίσω ράφι / «Η Αθήνα της μιας διαδρομής»: Η περιήγηση του Πέτρου Μάρκαρη στις γειτονιές από τις οποίες περνά ο Ηλεκτρικός

Η διαδρομή Πειραιάς - Κηφισιά δεν είναι απλώς ο συντομότερος δρόμος για ν’ ανακαλύψει κανείς την Αθήνα, αλλά κι ο προσφορότερος για να διεισδύσει στην κοινωνική της διαστρωμάτωση.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Μαρία Κομνηνού: «Ο Κάφκα και ο Μελβίλ με συνδέουν με τη μητέρα μου»

The Book Lovers / Μαρία Κομνηνού: «Ο Κάφκα και ο Μελβίλ με συνδέουν με τη μητέρα μου»

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητά με την πρόεδρο του ΔΣ της Ταινιοθήκης της Ελλάδας και ομότιμη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Αθηνών για τις «διαδρομές» που κάνει από τα βιβλία στο σινεμά και από το σινεμά στα βιβλία.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Ο Καβάφης στην Αθήνα

Σαν Σήμερα / Η ιδιαίτερη, «περίπλοκη και κάπως αμφιλεγόμενη» σχέση του Καβάφη με την Αθήνα

Σαν σήμερα το 1933 πεθαίνει ο Καβάφης στην Αλεξάνδρεια: Η έντονη και πολυκύμαντη σχέση του με την Αθήνα αναδεικνύεται στην έκθεση του νεοαφιχθέντος Αρχείου Καβάφη στη Φρυνίχου.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ο Παπαδιαμάντης και η αυτοκτονία στη λογοτεχνία

Βιβλίο / Ο Παπαδιαμάντης και η αυτοκτονία στη λογοτεχνία

Το ημιτελές διήγημα «Ο Αυτοκτόνος», στο οποίο ο συγγραφέας του βάζει τον υπότιτλο «μικρή μελέτη», μας οδηγεί στο τοπίο του Ψυρρή στο τέλος του 19ου αιώνα, κυρίως όμως στο ψυχικό τοπίο ενός απελπισμένου και μελαγχολικού ήρωα.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Ο ιερός και βλάσφημος συγγραφέας Πέδρο Αλμοδόβαρ

Βιβλίο / Ο ιερός και βλάσφημος συγγραφέας Πέδρο Αλμοδόβαρ

Για πρώτη φορά κυκλοφορούν ιστορίες από το αρχείο του Πέδρο Αλμοδόβαρ με τον τίτλο «Το τελευταίο όνειρο», από τις αρχές της δεκαετίας του ’60 μέχρι σήμερα, συνδέοντας το ιερό με το βέβηλο, το φανταστικό με το πραγματικό και τον κόσμο της καταγωγής του με τη λάμψη της κινηματογραφίας.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ