Τι άλλαξε μετά τη 13η Νοεμβρίου. Oι επιπτώσεις της τρομοκρατικής ενέργειας στο Παρίσι

Τι άλλαξε μετά τη 13η Νοεμβρίου. Oι επιπτώσεις της τρομοκρατικής ενέργειας στο Παρίσι Facebook Twitter
0

Ο φόβος, όνομα ουσιαστικόν, στην αρχή ενικός αριθμός και μετά πληθυντικός: οι φόβοι. Οι φόβοι για όλα από δω και πέρα» έχει γράψει η μεγάλη μας ποιήτρια Κική Δημουλά. Μετά την τρομοκρατική επίθεση της 13ης Νοέμβρη στο Παρίσι όλα αλλάζουν για την Ευρώπη. Η επόμενη μέρα δημιούργησε ακόμη περισσότερους φόβους, ανασφάλεια, ενώ οι σειρήνες ενός πολέμου δυναμώνουν. Παράλληλα, οι επιπτώσεις πληθαίνουν: κλειστά σύνορα, ενίσχυση της ακροδεξιάς, λιγότερες ελευθερίες και ένα βαθύ σκοτάδι αβεβαιότητας να απλώνεται παντού. «Όσο ατελής κι αν είναι ο δυτικός τρόπος ζωής, όσο κι αν δικαιούται κανείς να τον χλευάσει ή να αισθάνεται απέχθεια γι' αυτόν, είναι αδιαπραγμάτευτος» έγραφε λίγους μήνες πριν στην εφημερίδα «Libération» ο Γάλλος φιλόσοφος Πασκάλ Μπρυκνέρ. Τότε, με αφορμή την επίθεση στο «Charlie Hebdo», ο διάσημος συγγραφέας σημείωνε: «Δεν πρόκειται να ξαναβάλουμε τις γυναίκες στην κουζίνα, να καλύψουμε το κεφάλι τους, να μακρύνουμε τις φούστες τους, να διώκουμε τους ομοφυλόφιλους, να απαγορεύσουμε το αλκοόλ, να περιορίσουμε την ελευθερία της έκφρασης, να απαγορεύσουμε τα βλάσφημα σκίτσα, να λογοκρίνουμε τον κινηματογράφο, το θέατρο, τη λογοτεχνία, να βάλουμε όρια στην ανεκτικότητα, προκειμένου να μην πληγώσουμε κάποιους ευσεβείς. Δεν πρόκειται να ξανακατεβούμε τη λεωφόρο της Ιστορίας ανάποδα για να ικανοποιήσουμε τους σκοταδιστές και τους "προοδευτικούς" συμμάχους τους. Το ζήτημα δεν είναι ο εξισλαμισμός της Ευρώπης, αλλά ο εξευρωπαϊσμός του Ισλάμ».

Η γαλλική ακροδεξιά πρωτοστατεί σε αυτήν τη διεργασία εθνολαϊκιστικής υστερίας, καλλιεργώντας έναν επιθετικό λόγο εναντίον των μεταναστών και των προσφύγων.


Πού μπορεί, λοιπόν, να οδηγήσει ο πόλεμος που ξεκίνησε; Είναι μια διένεξη ανάμεσα σε θρησκείες και πολιτισμούς, σε φανατικούς και κοσμικούς ή μεταξύ «αυτών» και «ημών»; Με την κοινή γνώμη συγκλονισμένη, τις ανησυχίες να αυξάνονται και τον φόβο να επικρατεί, αναζητήσαμε ειδικούς που θα μας βοηθήσουν να διερευνήσουμε τις πιο σημαντικές διαστάσεις της τρομοκρατικής απειλής. «Ποια είναι τα συναισθήματα που προκαλεί η τρομοκρατική βία;» ρωτώ την αναπληρώτρια καθηγήτρια Πολιτικής Επιστήμης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Βασιλική Γεωργιάδου. «Να νιώθεις ευάλωτος. Μπροστά στην υπαρξιακή αβεβαιότητα που προκαλούν οι πράξεις τυφλής και εκδικητικής βίας των τρομοκρατών δεν είναι παράδοξο να νιώθει κανείς ευάλωτος. Ένα τέτοιο συναίσθημα δεν εξομοιώνεται με δειλία, πανικό ή τρόμο μπροστά στις απεχθείς πράξεις ή και απέναντι στα ίδια τα πρόσωπα των στυγνών εκτελεστών. Το να νιώθει κανείς ευάλωτος απέναντι σε πράξεις ολοκληρωτικής απόρριψης, ηθικο-κοινωνικού μηδενισμού και επιδίωξης της απόλυτης καταστροφής εκ μέρους των τρομοκρατών καταρχάς συνιστά μια ανθρώπινη αντίδραση και μια συναισθηματική έκφραση απέναντι στο απόλυτο Κακό. Με άλλα λόγια, αποτελεί μια ένδειξη ότι το "κύκλωμα της ενσυναίσθησης" του ατόμου είναι σε εγρήγορση και δεν έχει περιέλθει σε αδράνεια απέναντι στο Ανοίκειο και σε εκφράσεις του Κακού» απαντά. Ποιο είναι το ψυχολογικό υπόβαθρο της τρομοκρατίας; «Ενοχές και φόβοι. Ακριβώς επειδή συναισθηματικές αντιδράσεις είναι αναμενόμενο να προκληθούν έπειτα από τρομοκρατικές πράξεις βίας, οι τρομοκράτες στοχεύουν συνειδητά στην έξαρση και στη χειραγώγηση αυτών των αντιδράσεων. Η τρομοκρατία είναι μια μορφή πολέμου, η ψυχολογική διάσταση της οποίας αποτελεί μια σημαντική συνιστώσα. Εν προκειμένω, η βία που ασκούν οι τρομοκράτες δεν έχει στόχο να πλήξει μόνο συγκεκριμένα θύματα αλλά ασκεί αφόρητη ψυχολογική πίεση και σε αρκετές άλλες δυνητικές κατηγορίες θυμάτων. Για παράδειγμα, σε όσους δεν ήταν μεν αλλά θα μπορούσαν να βρίσκονταν στη θέση των πραγματικών θυμάτων ή σε εκείνους στους οποίους τελικά δεν στόχευσαν οι τρομοκράτες, δημιουργώντας τους ωστόσο, ακριβώς γι' αυτό, επειδή τη γλίτωσαν δηλαδή, αισθήματα ενοχής, καθώς και σε όσους νιώθουν ότι μπήκαν ή είναι δυνατόν να βρεθούν στο στόχαστρο των τρομοκρατών» επισημαίνει. «Η χειραγώγηση συναισθημάτων σκοπό έχει να προκαλέσει την παθολογικοποίησή τους», σημειώνει και συνεχίζει λέγοντας, «αυτό συμβαίνει όταν τα δυνητικά θύματα της τρομοκρατικής βίας προσλαμβάνουν τον κόσμο λες και αυτός βρίσκεται υπό τον παρατεταμένο έλεγχο των τρομοκρατών. Αυτή η αίσθηση της δύναμης, στην επιβολή της οποίας στοχεύουν οι τρομοκράτες, μετατρέπει συναισθήματα που προκαλούνται από το τρομοκρατικό συμβάν σε ψυχολογικές διαταραχές και μακροχρόνιες μετατραυματικές βλάβες. Τέτοιοι μηχανισμοί συναισθηματικής χειραγώγησης δεν αποτελούν, ωστόσο, εργαλεία μόνο των τρομοκρατών. Τα χρησιμοποιούν και όσοι, επικαλούμενοι την ανάγκη πάταξης της τρομοκρατίας, εξάπτουν τον φόβο των θυμάτων της για να τα στρέψουν εναντίον εκείνων η στάση των οποίων "υποδαυλίζει" τη βία των τρομοκρατών». «Μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 13ης Νοεμβρίου στο Παρίσι, εκτός από τον θάνατο, κάποιοι επιχειρούν να σπείρουν και τον φόβο;» ρωτώ. «Η γαλλική ακροδεξιά πρωτοστατεί σε αυτήν τη διεργασία εθνολαϊκιστικής υστερίας, καλλιεργώντας έναν επιθετικό λόγο εναντίον των μεταναστών και των προσφύγων, εξάπτοντας έτσι τα ξενοφοβικά συναισθήματα και πριμοδοτώντας ιδέες περί εθνικο-πολιτισμικής ομοιογένειας, καθαρότητας και κλειστών συνόρων. Πρόκειται για έναν λόγο πολεμικό και μισαλλόδοξο. Επιπλέον, είναι ένας λόγος αναποτελεσματικός όσον αφορά την αντιμετώπιση της τρομοκρατικής βίας. Αυτή, όσο μπορεί να καταστεί διαχειρίσιμη, μπορεί να αντιμετωπιστεί με στοχευμένες δράσεις που προϋποθέτουν εθνική συναίνεση και συνεργασίες κορυφής στην ευρωπαϊκή και την παγκόσμια πολιτική σκηνή. Η ακροδεξιά δεν διαθέτει καμία πρόταση και το μόνο που κάνει είναι να διεγείρει τον φανατισμό, τη μνησικακία και να συντηρεί τον σπόρο των τρομοκρατών του ISIS» συμπληρώνει η κ. Γεωργιάδου.

Το εγκληματικό χτύπημα στο Παρίσι αποκαλύπτει με τρόπο δραματικό –πριν και πάνω απ' όλα– τη συστημική βαρβαρότητα και τα αδιέξοδα» θα μου πει ο αναπληρωτής καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και Life Member στο Πανεπιστήμιο του Καίμπριτζ, Σεραφείμ Σεφεριάδης. «Η κυρίαρχη αντίληψη, που παρουσιάζει τον ISIS ως εχθρό των μεγαλόσχημων ισχυρών της Δύσης, όπως η Ε.Ε. και οι ΗΠΑ, παρακάμπτει το γεγονός ότι οι δυνάμεις αυτές του παρείχαν όλα τα μέσα για να αναπτυχθεί, κι αυτό σε δύο τουλάχιστον επίπεδα: ένα στενά επιχειρησιακό και ένα βαθύτερα δομικό. Ως προς το πρώτο, αρκεί κανείς να αναφερθεί σε πράξεις όπως η απόφαση της Ε.Ε. τον Απρίλιο του 2013 να άρει το εμπάργκο στην εισαγωγή συριακού πετρελαίου, από περιοχές, δηλαδή, που ήδη ελέγχονταν από τζιχαντιστές. Η ενεργή υποστήριξη που παρείχαν CIA και MI6 στην εκπαίδευση ισλαμιστικών ομάδων και στον εξοπλισμό τους από τα λιβυκά οπλοστάσια, καθώς και το γεγονός ότι, όπως αποκαλύφθηκε από επίσημο έγγραφο της αμερικανικής αντικατασκοπείας, μέχρι και το 2012 οι ΗΠΑ προωθούσαν, ως μέσο για τη διεύρυνση της επιρροής τους, τη δημιουργία ενός σαλαφιστικού πριγκιπάτου μεταξύ Συρίας και Ιράκ. Πρόκειται για τους ίδιους ανθρώπους που σήμερα χύνουν κροκοδείλια δάκρυα για τα αδικοχαμένα θύματα του τέρατος που οι ίδιοι δημιούργησαν, χωρίς καν να διανοούνται να απολογηθούν» λέει. «Υπάρχει, όμως, και ένα δεύτερο επίπεδο ευθύνης, βαθύτερο και ενδεχομένως ακόμη πιο αδυσώπητο» υποστηρίζει ο κ. Σεφεριάδης. «Η πλήρης οικονομική, πολιτική και κοινωνική καταστροφή που οι δυτικές επεμβάσεις επέφεραν σε αυτή την περιοχή του πλανήτη. Οι νεκροί στο Ιράκ, που φτάνουν το 1,5 εκατομμύριο, η απόλυτη ερήμωση και ο εκβαρβαρισμός. Ας μην έχουμε καμιά αμφιβολία για την εξυπηρέτηση μεγάλων ιδιωτικών συμφερόντων. Προϊόν και τεκμήριο αυτής της κόλασης είναι το φαινόμενο ISIS και οι πρακτικές του. Είναι κάτι σαν τη φωτιά που έβαλε ένας πυρομανής, που τώρα έφτασε να απειλεί και τον ίδιο. Όμως το μόνο που μπορεί να κάνει ο πυρομανής που όψιμα απειλείται –οι μεγάλες δυνάμεις του καπιταλισμού της καταστροφής– είναι να βάλει κι άλλες φωτιές. Στις συνθήκες αυτές κυοφορείται, ωστόσο, και μια άλλη, εξίσου αποτρόπαιη προοπτική: η περαιτέρω συρρίκνωση πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων δήθεν ως αμυντικό μέσο, που όμως κύριο στόχο έχει την κεφαλαιοποίηση του φόβου και την παράλυση των διεκδικητικών αντανακλαστικών της κοινωνίας. Στην Ελλάδα γνωρίζουμε πολύ καλά τους τρόπους με τους οποίους οι ισχυροί επιδιώκουν να εδραιώσουν την κυριαρχία τους, αξιοποιώντας τα αλλεπάλληλα σοκ που βιώνουν οι απλοί άνθρωποι. Είναι βέβαιο ότι αυτό θα επιχειρηθεί και σήμερα –έχει, άλλωστε, ήδη αρχίσει με τις αμετροεπείς εξαγγελίες ολικών πολέμων–, ανάλογων του πνεύματος Μπους την επαύριο της 11ης Σεπτέμβρη, και την αδιαφοροποίητη προώθηση ενός λόγου επίτασης της ασφάλειας, λες κι αυτό πρόκειται ή είναι δυνατόν να δώσει λύσεις στο πρόβλημα που αναπόφευκτα θα εκθρέψει άλογη μισαλλοδοξία και φανατισμό, δηλαδή εκείνα ακριβώς τα στοιχεία που διατείνεται ότι καταπολεμά. Πρώτα θύματα είναι ήδη οι πρόσφυγες και οι μετανάστες. Άνθρωποι που βιώνουν καθημερινά τόσο τη δυτική όσο και τη φονταμενταλιστική συστημική βαρβαρότητα. Κι ας μην ξεχνάμε εδώ ότι μια μέρα πριν από το Παρίσι, στις 12 Νοέμβρη, είχαμε ανάλογη επίθεση στη Βηρυτό, με 43 νεκρούς και 200 τραυματίες. Η καθ' ημάς βαρβαρότητα του συστήματος –η ανεργία, η εκτεταμένη φτωχοποίηση, ο κοινωνικός δαρβινισμός– τείνει να προσλάβει το επιπλέον απεχθές χαρακτηριστικό της κοινωνίας της επιτήρησης. Απέναντι σε όλους αυτούς τους κινδύνους, οι ευθύνες που επωμίζονται οι δυνάμεις που αντιμάχονται τη συστημική κυριαρχία, στην Ελλάδα και διεθνώς, είναι τεράστιες. Στα καθήκοντά τους συγκαταλέγεται η άμεση ανάσχεση των επιχειρημάτων περί περιορισμού των ελευθεριών που αδιάντροπα εκπέμπουν οι ισχυροί, η αποκάλυψη των τεράστιων ευθυνών που ΗΠΑ και Ε.Ε. έχουν για τη γιγάντωση του φαινομένου ISIS (όπως και η παντελής αδυναμία τους να το ελέγξουν) και η συγκεκριμενοποίηση του εναλλακτικού οράματος: το "σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα", φράση που πρωτοδιατυπώθηκε από τη Ρόζα Λούξεμπουργκ στο πλαίσιο της φρίκης του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, είναι σήμερα περισσότερο επίκαιρη από ποτέ» καταλήγει ο κ. Σεφεριάδης.


Το τρομοκρατικό χτύπημα στο Παρίσι δημιούργησε έντονες αντιδράσεις, όπως αναμενόταν, και στο Διαδίκτυο. Υπερβολές; Αναρτήσεις χωρίς νόημα ή συναισθηματικές εξάρσεις; «Η επίθεση των τζιχαντιστών στο Παρίσι καλύφθηκε από τα social media σε τρία διαδοχικά στάδια» εξηγεί ο σύμβουλος Επικοινωνίας, Ευτύχης Βαρδουλάκης. «Το πρώτο στάδιο ήταν το ενημερωτικό. Το αρχικό σοκ, οι ειδήσεις, η αναπαραγωγή γεγονότων και πληροφοριών. Ανάμεσά τους και κάποιες "μούφες", όπως έδειξαν τα μετέπειτα ρεπορτάζ. Η αναπαραγωγή ήταν εκτενέστατη, θα έλεγε κανείς ότι οι χρήστες των social media ήταν με το ένα χέρι στο τηλεκοντρόλ και με το άλλο στο κινητό τους. Το δεύτερο στάδιο ήταν η αφομοίωση. Πώς το εισπράξαμε, τι σήμαινε για εμάς και οι πρώτες αναλύσεις για τα τεκταινόμενα. Και στη συνέχεια, οι εκδηλώσεις συμπαράστασης, το βάψιμο του προφίλ, η ανάρτηση φωτογραφιών, η χρήση ειδικών εφαρμογών, τα hashtags, η συμμετοχή σε σχετικές ομάδες. Αυτό ήταν και το μεγαλύτερο σε διάρκεια και μέγεθος στάδιο της σοσιαλ-μιντιακής συζήτησης. Το τρίτο; Ο καβγάς. Διότι social media μόνο με συναινέσεις και χωρίς καβγά δεν υφίστανται. Οι ομαδοποιήσεις, η δημιουργία "πολιτικοψηφιακού προφίλ" κάθε χρήστη και οι συνακόλουθες συγκρούσεις ήταν θέμα χρόνου. Τα "ναι μεν αλλά", τα "γιατί δεν αντιδράσατε τότε που...", οι μομφές, από τη μια περί υποκρισίας και από την άλλη περί συγκεκαλυμμένης χαιρεκακίας. Κλασικές καθημερινές σοσιαλ-μιντιακές συνήθειες. Κάπως έτσι, όμως, θα πορευόμαστε εφεξής. Το δικαίωμα λόγου και σχολιασμού, έστω και σε μικρό κοινό, σε κάνει να νιώθεις μέρος της Ιστορίας. Σε κάνει συνδιαμορφωτή του κλίματος, ταγό, πομπό και όχι παθητικό δέκτη. Και μέσω αυτών να ζεις τη στιγμή σε όλη τη δραματικότητά της» λέει ο κ. Βαρδουλάκης.

Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και ο πολιτικός επιστήμονας Λευτέρης Κουσουλής, ο οποίος θεωρεί πως «μετά την "έκρηξη" του γεγονότος της 13ης Νοέμβρη παρατηρήθηκε και "έκρηξη" στο Διαδίκτυο. Αναμενόμενο. Ο ελεύθερος τόπος έκφρασης κατακλύζεται από σχόλια-μηνύματα, διότι ο καθένας θέλει να πει τη γνώμη του για το γεγονός. Σωστά. Αλλά η αυταπάτη είναι η εντύπωση ότι μπορεί να το επηρεάζει. Εν τω μεταξύ, μέσα στις γνώμες παρατηρούμε έναν ιδεολογικό προσανατολισμό, καθώς και την αιώνια διαίρεση μεταξύ καλού και κακού με τρόπο είτε σοβαρό είτε ελαφρύ. Οι φωτογραφίες που είδαμε στο Διαδίκτυο από παλαιότερες επισκέψεις προσώπων στη Γαλλία –ενώ ταυτόχρονα σχολίαζαν την τραγωδία– έχει να κάνει με την ελαφρότητα που έτσι κι αλλιώς ενυπάρχει στο Διαδίκτυο. Είναι φανερό ότι αυτή η ελαφρότητα έρχεται στο φως ακόμα και μέσα από τραγικά γεγονότα. Επίσης, η ένταση των σχολίων σχετίζεται με το ότι η Ελλάδα είναι μια ευρωπαϊκή χώρα. Συνεπώς, υπάρχει και μια συνείδηση ενότητας με τη Γαλλία, ενώ αντίστοιχα δραματικά γεγονότα που μπορεί να εξελίσσονται σε χώρες της Αφρικής ή της Ασίας έχουν έναν χαρακτήρα, κατά κάποιον τρόπο, ξένο για εμάς. Άρα μιλάμε για κάτι που γίνεται δίπλα μας, αισθανόμαστε οικείοι και προφανώς πιστεύουμε ότι συμμετέχουμε σε αυτό. Πάντως, οι φωτογραφίες προφίλ τις οποίες πλαισίωνε η γαλλική σημαία θεωρώ ότι είναι μια συναισθηματική υπερβολή που δεν προσθέτει κάτι. Δεν το καταδικάζω, απλώς το επισημαίνω στο πλαίσιο του ότι πολλοί θέλουν αυτή την εποχή να εκφράσουν τη γνώμη τους για όλα, αλλά δεν έχουν την επάρκεια να το κάνουν. Έτσι, προτιμούν να υιοθετήσουν τη συναισθηματική φόρτιση προκειμένου να ταυτιστούν και με αυτό τον τρόπο να μεταδώσουν τα αισθήματά τους» θα πει ο κ. Κουσούλης.

Διεθνή
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ