TO BLOG ΤΟΥ ΣΠΥΡΟΥ ΣΤΑΒΕΡΗ
Facebook Twitter

Ο Όργουελ και ο χρόνος

Ο  Όργουελ και ο χρόνος


 

'Ενα απόσπασμα από το βιβλίο Orwell: The Life του Βρετανού συγγραφέα David J. Taylor (αποκλειστικά για το Ίδρυμα Όργουελ).

 
 


 

Ο Όργουελ και ο χρόνος Facebook Twitter
Pulp εξώφυλλο παλιάς έκδοσης του "1984" (Signet Giant).


 

Σημείωση του συγγραφέα
 

Στις αρχές της δεκαετίας του 2000, ενώ δούλευα σκληρά πάνω στο βιβλίο μου Orwell: The Life (2003), σκέφτηκα να γράψω μια σειρά σύντομων δοκιμίων για διάφορες πτυχές της προσωπικότητας, της εμφάνισης και της ιδιοσυγκρασίας του Όργουελ, για να απομακρυνθώ από μια πιο συμβατική βιογραφική αφήγηση. Τους έδωσα τίτλους όπως "Το πρόσωπο του Όργουελ", "Ο Όργουελ και οι αρουραίοι" και "Η παράνοια του Όργουελ". Κανένα από αυτά δεν ξεπερνούσε τις δύο χιλιάδες λέξεις και μερικά αριθμούσαν μόνο μερικές εκατοντάδες. Σκοπός μου ήταν να εξετάσω ορισμένες πτυχές του τρόπου με τον οποίο ο Όργουελ παρουσιάστηκε στον κόσμο, οι οποίες με συναρπάζουν αλλά δεν εντάσσονται φυσικά στο παραδοσιακό πλαίσιο μιας ζωής και μιας εποχής.

Δεν άρεσαν σε όλους. Ο µακαρίτης Paul Foot, κάνοντας κριτική στο βιβλίο στον Observer, υπολόγιζε ότι αν αυτή η περιοριστική διαδικασία έφτανε στο λογικό της τέλος, το αποτέλεσµα θα ήταν ένα δοκίµιο µε θέµα "Ο κώλος του Όργουελ". Προς υπεράσπισή μου, ο καθηγητής John Sutherland υποστήριξε ότι μια εξέταση του οπίσθιου του Όργουελ θα ήταν μάλλον αρκετά ενδιαφέρουσα. Πάντα πίστευα ότι η προσέγγιση αυτή είχε αξία, έστω και μόνο επειδή υπάρχουν πτυχές της πολύπλοκης ψυχικής ζωής του Όργουελ που δεν μπορούν να αγνοηθούν σε οποιαδήποτε βιογραφική μελέτη, αλλά και δεν εντάσσονται στο συνηθισμένο χρονολογικό μοντέλο. Πάρτε, για παράδειγμα, την εμμονή με τους αρουραίους, η οποία εκδηλώνεται για πρώτη φορά στην εφηβεία, επανεμφανίζεται σε τακτά χρονικά διαστήματα κατά τη διάρκεια της ενήλικης ζωής του και καταλήγει να αποτελέσει ένα από τα κύρια εκθέματα στο δωμάτιο τρόμου του Nineteen Eighty-Four. Πρέπει άραγε ο βιογράφος να υπενθυμίζει στον αναγνώστη την εμμονή αυτή κάθε 50 περίπου σελίδες ή να την αντιμετωπίσει ως δια βίου εμμονή; Επέλεξα τη Β οδό.

Το ίδιο ισχύει και για την περίπλοκη και (εν τέλει) ενοχική στάση του Όργουελ απέναντι στην εβραϊκότητα. Τέσσερα από τα πρωτότυπα δοκίμια - "Το πρόσωπο του Όργουελ", "Η φωνή του Όργουελ", "Ο Όργουελ και οι αρουραίοι" και "Ο Όργουελ και οι Εβραίοι" - κατάλληλα επεξεργασμένα και ενίοτε με νέο υλικό - έχουν επιβιώσει για να εμπλουτίσουν το Orwell: The Life. Σε αυτά έχουν προστεθεί πολλά άλλα - "Ο Όργουελ και ο χρόνος", "Ο Όργουελ και οι φρύνοι", που εξετάζει την άποψή του για τον φυσικό κόσμο, "Οι εχθροί του Όργουελ", "Ο Όργουελ και οι εργαζόμενες τάξεις", "Ο Όργουελ στη μυθοπλασία", "Ο Όργουελ και το παρελθόν", "Ο Όργουελ και ο Γκίσσινγκ" (ο αγαπημένος του βικτωριανός μυθιστοριογράφος, η επιρροή του οποίου διατρέχει το πρώιμο έργο του όπως τα αγριόχορτα το γκαζόν), "Τα ημερολόγια του Όργουελ" και "Ο Όργουελ και οι Nancy Boys" - μια ομοφοβική προσβολή αν χρησιμοποιείται σήμερα, αλλά συμβατική αργκό για τον ομοφυλόφιλο τη δεκαετία του 1930.

Οκτώ συνολικά δοκίμια ξεκινούν με το "Ο Όργουελ και ο χρόνος" και καταλήγουν στο "Ο Όργουελ και το παρελθόν", το οποίο περιλαμβάνει την άποψή του για την ιστορία. Ο Paul Foot (για τον οποίο, παρεμπιπτόντως, πάντα έτρεφα τον μεγαλύτερο θαυμασμό) πιθανώς θα στριφογυρίζει στον τάφο του, αλλά μου αρέσει να πιστεύω ότι προσθέτουν μια διάσταση σε έναν άνθρωπο που διαφορετικά θα μπορούσε να ξεγλιστρήσει κάτω από το δίχτυ του τυπικού βιογράφου.
 

Ο Όργουελ και ο χρόνος Facebook Twitter
"Εκτός από τη δουλειά μου, αυτό που με ενδιαφέρει περισσότερο είναι η κηπουρική". Ο 'Οργουελ ταΐζει την κατσίκα Muriel στο Wallington, Hertfordshire, 1939 © Dennis Collings/The Orwell Archive, UCL Library Services


 

Ο Όργουελ και ο χρόνος

Κάθε τόσο, μέσα στα τελευταία πενήντα περίπου χρόνια, μια μικρή ομάδα αντιρρησιών έχει αναλάβει να ενημερώνει το αναγνωστικό κοινό ότι το παιχνίδι με τον Όργουελ έχει τελειώσει. Στις περισσότερες περιπτώσεις, η διαδικασία αυτή εμφανίζει έναν αναθεωρητή ο οποίος είτε αποφασίζει ότι δεν υπάρχει κάτι άλλο να μάθουμε για τον Όργουελ, είτε επιμένει ότι η προσοχή που του δόθηκε ήταν εξαρχής απελπιστικά λανθασμένη. Στην πρώτη κατηγορία θα μπορούσε να βρεθεί ο παλιός φίλος του Όργουελ, ο μυθιστοριογράφος Άντονι Πάουελ, ο οποίος ήδη από το 1982 είχε δηλώσει ότι "σε αυτό το στάδιο δεν είναι εύκολο να πούμε κάτι καινούργιο για τον Τζορτζ Όργουελ". Στη δεύτερη κατηγορία καραδοκούν οι συντάκτες του New Left Review, οι οποίοι το 1979 προέβλεψαν ότι το Nineteen Eighty-Four "θα είναι μία curiosity το 1984", ή ο ακαδημαϊκός Σκοτ Λούκας, του οποίου το βιβλίο Orwell (Life and Times), που εκδόθηκε με αφορμή τα εκατό χρόνια από τη γέννησή του, αμφισβητεί συνολικά την αξίωση του συγγραφέα για οποιαδήποτε διαρκή λογοτεχνική ή πολιτική εκτίμηση. Φυσικά, χρειάζεται θάρρος για να κολυμπήσει κανείς με τόση επιμονή ενάντια στα ρεύματα που ανέκαθεν συγκρατούσαν τους σκεπτικιστές του Όργουελ - τη μικρή χούφτα των σταλινικών που δεν του συγχώρεσαν ποτέ την παρωδία της Σοβιετικής Επανάστασης στη Φάρμα των Ζώων, ας πούμε, ή τους αριστερούς πουριτανούς που εξοργίστηκαν από την περιφρόνησή του για τους κομμουνιστές συνοδοιπόρους της δεκαετίας του 1940. Από την άλλη πλευρά, καμία από αυτές τις διαψεύσεις δεν είχε ποτέ την παραμικρή επίδραση στους αναγνώστες του Όργουελ ή στη συνειδητοποίηση της κεντρικής του θέσης στις πολιτικές διευθετήσεις του 21ου αιώνα. Πάνω από εβδομήντα χρόνια μετά το θάνατό του, φαίνεται πιο σημαντικός από ποτέ.

Ένα από τα πραγματικά εντυπωσιακά πράγματα σχετικά με τη μακρά σκιά του Όργουελ είναι το πόσο νωρίς παγιώθηκε η φήμη του. Οι περισσότεροι συγγραφείς -ακόμη και οι σπουδαίοι- έχουν τα σκαμπανεβάσματά τους, παραμένουν σε στάσιμα νερά για μία ή δύο γενιές, ή περνούν περιόδους όπου μια απαιτητική υστεροφημία αποφασίζει να επανεξετάσει την κατάστασή τους υπό το φως πληροφοριών που δεν ήταν διαθέσιμες την εποχή της πρώτης άνθησης. Ακόμη και ο Ντίκενς, προς το τέλος του δέκατου ένατου αιώνα, μερικές φορές συγκρίθηκε δυσμενώς με τον παλιό του αντίπαλο Θάκερεϊ με το σνομπ επιχείρημα ότι ο συγγραφέας του Vanity Fair ήταν περισσότερο "τζέντλεμαν". Ο Όργουελ δεν έπεσε ποτέ θύμα αυτής της κριτικής κινούμενης άμμου, και οι θριάμβοί του ήταν χαραγμένοι στο μάρμαρο σχεδόν από τη στιγμή του θανάτου του. Μέσα σε λίγα χρόνια από τον θάνατό του, τον Ιανουάριο του 1950, τα δύο σπουδαία μυθιστορήματά του κινηματογραφούνταν, γυρίζονταν με κινούμενα σχέδια και διασκευάζονταν για το ραδιόφωνο, ενώ τα νεότερα ταλέντα που ακολούθησαν τα χνάρια του έσπευδαν να τον αναγνωρίσουν ως διαμορφωτική επιρροή. "Από όλους τους συγγραφείς που απευθύνονται στη μεταπολεμική διανόηση είναι μακράν ο πιο δυνατός", δήλωσε ο Κίνγκσλεϋ Έιμις το 1957. "Κανένας σύγχρονος συγγραφέας δεν έχει αυτόν τον αέρα να πιστεύει με πάθος αυτό που έχει να πει και να είναι με πάθος αποφασισμένος να το πει όσο πιο δυνατά και απλά γίνεται".

Ο Έιμις ήταν ένας αριστερός που βάδιζε αποφασιστικά προς τη δεξιά, αλλά θαυμαστής του 'Οργουελ των μεταπολεμικών χρόνων ήταν εξίσου πιθανό να είναι ένας πρώην συντηρητικός που έκλινε προς την αριστερά. Μόλις ο πρόωρος θάνατός του και η ραγδαία επιτυχία του Nineteen Eighty-Four τον μετέτρεψαν σε θρύλο, η απήχησή του έγινε παγκόσμια: ένας πρωθυπουργός των Συντηρητικών που ανακαλεί το όραμα της πάλαι ποτέ Αγγλίας, ένας μαχητής της ελευθερίας σε κάποια κατεστραμμένη πρώην σοβιετική δημοκρατία, ένας φοιτητής των πολιτικών επιστημών που συζητά για τη φύση και τις χρήσεις της προπαγάνδας - όλοι τους μπορούσαν να στραφούν στον Όργουελ και να βρουν κάτι που όχι μόνο δεν υπήρχε πουθενά αλλού αλλά έμοιαζε να εξηγεί έναν κόσμο που ο ίδιος ο Όργουελ δεν είχε την ευκαιρία να ποσοτικοποιήσει. Ακριβώς όπως ο μαρξιστής κριτικός Ρέιμοντ Ουίλιαμς, γράφοντας το 1973, γοητεύεται από την διορατικότητα του Orwell και την "απελευθερωτική του συνείδηση", πιστεύει ότι το Newspeak, η τεχνητή γλώσσα του Nineteen Eighty-Four, προσφέρει την "κεντρική αντίληψη" για την ύπαρξη μιας σχέσης μεταξύ κοινωνικών και γλωσσικών μορφών, και θαυμάζει ότι "είναι σαν [ο Όργουελ] να είχε δει τα επίκαιρα από τον πόλεμο του Βιετνάμ". 'Ετσι εξηγείται ότι ένα σημαντικό μέρος του αμερικανικού εκλογικού σώματος εντυπωσιάστηκε αρκετά από την ομοιότητα της σύγχρονης Αμερικής με τη δυστοπία του Όργουελ ώστε να διογκώσει τις πωλήσεις του μυθιστορήματος στο Amazon κατά κάτι περισσότερο από 900% την εβδομάδα της ορκωμοσίας του Ντόναλντ Τραμπ.

Θα πρέπει να ειπωθεί αμέσως σχετικά με αυτό, ότι δεν πρόκειται για μία αγγλοαμερικανική ή έστω ευρωκεντρική άποψη: θα μπορούσε κανείς να σημειώσει τη δημοτικότητα του Όργουελ στη Ζιμπάμπουε, όπου τα πλήθη που διαμαρτύρονταν κατά της κυβέρνησης του Ρόμπερτ Μουγκάμπε τον παρομοίαζαν με τον Ναπολέοντα, τον αρχηγό των γουρουνιών της Manor Farm [σε αυτή τη φάρμα, που αναφέρεται στη Φάρμα των Ζώων, μόνο τα γουρούνια και τα σκυλιά ήταν χορτάτα -σ.σ.], ή στη Μιανμάρ, όπου ένας δυτικός δημοσιογράφος πληροφορήθηκε από έναν ντόπιο ότι "η Φάρμα των Ζώων είναι ένα πολύ βιρμανικό βιβλίο [...] γουρούνια και σκυλιά κυβερνούν αυτήν τη χώρα". Με τον ίδιο τρόπο, το "οργουελικός" έχει γίνει ένα από τα βασικά επίθετα της σύγχρονης εποχής, που χρησιμοποιείται απεριόριστα για να περιγράψει οτιδήποτε, από ένα υπερ-επιτηρητικό σύστημα CCTV μέχρι ένα κυβερνητικό σχέδιο για δελτία ταυτότητας ή τους παραλογισμούς της κουλτούρας ακύρωσης. Είναι μία από εκείνες τις λέξεις γενικής χρήσης - ο σωστός όρος είναι μάλλον "ρευστό σημαίνον" - που πριν από καιρό απελευθερώθηκε από τα αρχικά της αγκυροβόλια και πέταξε στις εξωτερικές παρυφές του κυβερνοχώρου, καθαγιασμένη από τους χρήστες της (και τους κακούς χρήστες) λόγω της σύνδεσής της με τον δυστοπικό κόσμο του μίσους, της εξαναγκασμένης υπακοής και της κρατικά εγκεκριμένης καταστολής, που ο Όργουελ επινόησε στη δική του φάρμα στις Εβρίδες πριν από τρία τέταρτα του αιώνα. Τον Μάιο του 2021, για παράδειγμα, όταν το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έκρινε ότι η μαζική υποκλοπή των διαδικτυακών επικοινωνιών από την GCHQ [Υπηρεσία πληροφοριών, ασφάλειας και κυβερνοχώρου του Ηνωμένου Βασιλείου -σ.σ.] ήταν παράνομη, όχι λιγότεροι από τρεις δικαστές επικαλέστηκαν ένα απόσπασμα από το βιβλίο Nineteen Eighty-Four: "Δεν υπήρχε φυσικά κανένας τρόπος να γνωρίζεις αν σε παρακολουθούσαν σε μια δεδομένη στιγμή".

Όλα αυτά, φυσικά, αποτελούν σημάδι της οικουμενικότητας του Όργουελ. Χρειάζεται μεγαλοφυΐα για να επινοήσεις κομμάτια νοητικής συντομογραφίας - ο Μεγάλος Αδελφός και το Δωμάτιο 101 είναι άλλα δύο παραδείγματα- που έχουν μπει στην καθημερινή γλώσσα ανθρώπων που θα δυσκολεύονταν να αναγνωρίσουν το πρόσωπό σου σε μια φωτογραφία και δεν έχουν διαβάσει ποτέ ούτε μια λέξη από τα βιβλία σου. Όπως και ο Ντίκενς, ο Όργουελ δεν είναι απλώς ένας δημοφιλής συγγραφέας που πούλησε εκατομμύρια αντίτυπα των έργων του: είναι κάποιος που έχει βρει το δρόμο του προς την καρδιά της ανθρώπινης κατάστασης και, με αυτόν τον τρόπο, κατάφερε να αποικίσει τον νοητικό κόσμο τόσο της δικής του εποχής όσο και των επόμενων. Όπως παραδέχονται συνήθως ακόμη και εκείνοι οι κριτικοί που δηλώνουν ελαφρώς σαστισμένοι από τις συνεχείς νέες εκδοχές και προεκτάσεις της "βιομηχανίας" Όργουελ, η διαδικασία αυτή είναι απίθανο να σταματήσει σύντομα: ο κόσμος έξω από το παράθυρο είναι πολύ οργουελικός, πολύ προκαθορισμένος, πολύ μυστηριωδώς προφητευμένος για να αγνοηθεί η σύνδεση. Είναι ενδεικτικό ότι, αφού ξεκίνησε το κείμενο που αναφέρθηκε παραπάνω, αναρωτώμενος αν υπάρχει κάτι άλλο να πούμε για τον Όργουελ, ο Άντονι Πάουελ το τελειώνει με την παρατήρηση -θυμηθείτε ότι βρισκόμαστε στο 1982, όταν ο Ψυχρός Πόλεμος είχε ακόμη αρκετά χρόνια μπροστά του- "ότι ίσως θα ευχόμασταν να ήταν εδώ για να δει τι συμβαίνει στην Πολωνία και το Αφγανιστάν". Τέσσερις δεκαετίες αργότερα μπορεί να ευχόμαστε να ήταν εδώ για να έβλεπε τι συμβαίνει στην Ουκρανία, στην Κίνα και σε καμιά δωδεκαριά άλλα μέρη όπου η ατομική και συλλογική ελευθερία απειλείται από αυτό που κάποτε αποκαλούσε "τις βρωμερές μικρές ορθοδοξίες που διεκδικούν τώρα τις ψυχές μας": αυτές τις κακόβουλες εξωτερικές δυνάμεις, εκδικητικές και επίμονες, που είναι αποφασισμένες να μας εμποδίσουν να ζήσουμε σε συνθήκες ειρήνης, ελευθερίας και αυτοδιάθεσης - και όλα τα άλλα αφηρημένα ουσιαστικά, τα οποία ο Όργουελ σε όλη τη σύντομη ζωή του επιθυμούσε και διακήρυττε.

 

Ο David J. Taylor (γεννημένος το 1960) είναι Βρετανός κριτικός, μυθιστοριογράφος και βιογράφος. Σπούδασε σύγχρονη ιστορία στο St John's College της Οξφόρδης και έχει λάβει το βραβείο Whitbread Biography Award 2003 για τη βιογραφία του Τζορτζ Όργουελ. Ζει στο Νόριτς και συνεργάζεται, μεταξύ άλλων, με τις εφημερίδες The Daily Telegraph, The Guardian, The Independent, New Statesman, The Spectator, Private Eye και Literary Review.

Αλμανάκ

ΘΕΜΑΤΑ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

THE GOOD LIFO ΔΗΜΟΦΙΛΗ