ΑΠΕΡΓΙΑ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ

Θέατρο χωρίς «μετά»

Θέατρο χωρίς «μετά» Facebook Twitter
Το περιπετειώδες ταξίδι των δύο ηρώων αποδίδεται στην παράσταση του Στάθη Λιβαθινού με τρυφερότητα και συμπάθεια, συναισθήματα που γεννιούνται κυρίως χάρη στην ενεργή, παλλόμενη παρουσία των δύο πρωταγωνιστών, του Νίκου Καρδώνη και του Βασίλη Ανδρέου. Φωτ.: Ελίνα Γιουνανλή
0

Τους γνωρίσαμε ως δύο άχαρους, αμελητέους σχεδόν ήρωες στο σπουδαιότερο έργο του Σαίξπηρ: ο Ρόζενκραντζ και ο Γκίλντενστερν, το γελοίο δίδυμο με το τραγικό τέλος, δεν είναι παρά οι παλιοί συμμαθητές του Άμλετ που επιστρατεύονται από τον βασιλιά Κλαύδιο για να κατασκοπεύσουν τον μελαγχολικό πρίγκιπα και να εξιχνιάσουν τα αίτια της αλλόκοτης συμπεριφοράς του. Καλοπροαίρετοι, αλλά ανεπαρκείς, ανήμποροι να αντιμετωπίσουν την πειθώ της εξουσίας, κολακευμένοι από την προσοχή των ισχυρών, δέχονται δίχως άλλο να προδώσουν τον παιδικό τους φίλο, για να καταλήξουν θύματα της ίδιας της απάτης τους – μικροί, πολύ μικροί για να υπερνικήσουν τη δαιμόνια μηχανή ονόματι Άμλετ.

Οι δύσμοιροι με τα ονόματα γλωσσοδέτες δεν διαθέτουν σχεδόν καμία γοητεία, τίποτε που να τους κάνει θαυμαστούς ή ξεχωριστούς, πόσο μάλλον πρωταγωνιστές σε δικό τους έργο. Κι όμως, ο Τομ Στόπαρντ είδε στα θαμπά πρόσωπά τους το ιδανικό όχημα για μια συναρπαστική σπουδή επάνω στις έννοιες του θεάτρου και του θανάτου. Ίσως ακριβώς επειδή είναι «μικροί, πολύ μικροί», το συγγραφικό βλέμμα διέκρινε στην ασημαντότητά τους κάτι «ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο». Στο κάτω κάτω, πόσοι από εμάς δεν θα δειλιάζαμε μπροστά στην πίεση μιας βασιλικής παράκλησης, πόσοι από εμάς δεν θα αποδεικνυόμασταν κατώτεροι της αστραφτερής, ασυναγώνιστης διάνοιας ενός Άμλετ;

Πρόκειται για μια καλοκουρδισμένη παράσταση που αφηγείται την ιστορία με ειρμό και παλμό, υιοθετώντας ευφρόσυνα όλους τους δοκιμασμένους και γνώριμους κώδικες του είδους που υπηρετεί. Δυστυχώς, όμως, αδυνατεί να καταστήσει αισθητά στον θεατή τα πολλαπλά επίπεδα που διασταυρώνονται εμπύρετα κάτω από την επιφάνεια μιας τέτοιας στρωτής αφήγησης.

Πράγματι, εξαρχής μοιάζουν χαμένοι. Τους συναντάμε όχι στους διαδρόμους ενός παλατιού αλλά στη μέση του πουθενά. Και τι κάνουν; Παίζουν μανιωδώς κορόνα ή γράμματα. Ειρωνικά, η «κορόνα» κερδίζει πάντα, ογδόντα πέντε φορές συνεχόμενες για την ακρίβεια, πράγμα που προκαλεί την αυξανόμενη απορία τους σχετικά με τον νόμο των πιθανοτήτων. Δεν ξέρουν ποιοι είναι, μετά βίας θυμούνται τα ονόματά τους, συνεχώς μπερδεύονται. Η μόνη ανάμνηση που τους κινητοποιεί σ’ αυτή την αβέβαιη πορεία τους είναι ότι «μας κάλεσαν... γι’ αυτό είμαστε εδώ... ταξιδεύουμε». Μάταια προσπαθούν να κατανοήσουν το λανθάνον νόημα αυτού του καλέσματος, το οποίο αποδέχθηκαν αγνοώντας τις λεπτομέρειες αλλά και τις (ολέθριες) συνέπειες: «δεν μπορεί να μας διάλεξαν... μόνο και μόνο για να μας εγκαταλείψουν... να μας αφήσουν λυτούς να βρούμε τον δρόμο μας. Δικαιούμαστε κάποια οδηγία, θα πίστευα», επιμένει επί ματαίω ο Γκίλντενστερν.

Θέατρο χωρίς «μετά» Facebook Twitter
Φωτ.: Ελίνα Γιουνανλή

Η μοναξιά τους θα μετριαστεί χάρη στην επαφή τους με ένα μπουλούκι θεατρίνων που κατευθύνονται προς την Αυλή. Ονομάζονται Τραγωδοί, και μέσα από τη συναναστροφή μαζί τους θα εγκαινιαστεί η θεατρική εκπαίδευση των Ρόζενκραντζ και Γκίλντενστερν, έτσι ώστε να μπορέσουν σταδιακά να αναλάβουν τη θέση τους στο σαιξπηρικό δράμα. Οι δυο αρχάριοι βομβαρδίζουν μ’ ερωτήσεις τον έμπειρο Ηθοποιό: «Τι παιχνίδι παίζουμε; Ποιοι είναι οι κανόνες;». Εκείνος, με περίσσιο μπρίο και με την αυτοπεποίθηση του βετεράνου, τους καθησυχάζει: «Χαλαρώστε. Ανταποκριθείτε... Φερθείτε φυσικά... Όλα βασίζονται στην εμπιστοσύνη...», τους λέει δείχνοντάς τους τον δρόμο μιας αξιόπιστης υποκριτικής μεθόδου αλλά και ενός ανακουφιστικού modus vivendi.

Αν βρισκόμαστε εκ γενετής ριγμένοι σ’ ένα σενάριο, το οποίο δεν ελέγχουμε –και του οποίου τον σκοπό αγνοούμε–, τότε ας αποδεχθούμε τους ρόλους μας και ας τους υπηρετήσουμε στο έπακρο. Ακόμη κι αν τίποτε δεν έχει νόημα, ας δημιουργήσουμε το δικό μας, μέσα από το πάθος των ερμηνειών μας. Αρκεί ν’ αποδεχθούμε τη μόνη βεβαιότητα: «Όσοι είναι προορισμένοι να πεθάνουν, πεθαίνουν... Οι κακοί έχουν κακό τέλος, οι καλοί άδοξο». Οι ηθοποιοί το ξέρουν αυτό καλύτερα απ’ όλους: έχουν χίλιους τρόπους για να πεθάνουν και είναι ο θάνατος αυτό που τελικά «ανασύρει την ποίηση από μέσα τους... μια ισχνή αχτίδα φωτός».

Ο Ρόζενκραντζ και ο Γκίλντενστερν διστάζουν να ενστερνιστούν το πολύτιμο δίδαγμα του μέντορά τους και να συμφιλιωθούν εγκαίρως με την προοπτική του δικού τους τέλους, όπως το έγραψε γι’ αυτούς ο Σαίξπηρ. Μέχρι τελευταία στιγμή αδυνατούν να αφεθούν στην απελευθερωτική πνοή του θεάτρου που εμφανίζεται μαγικά όταν κατακτηθεί η τραγική γνώση του αναπόφευκτου. Παραδίδονται έχοντας ελάχιστα απολαύσει τη διαδρομή. Καμία λύτρωση, καμία υπερβατική πράξη που θα μεταμορφώσει το φοβισμένο είναι τους: «Όχι, όχι, όχι για μας, όχι μ’ αυτόν τον τρόπο. Ο θάνατος δεν είναι ρομαντικός, δεν είναι ένα παιχνίδι που σύντομα θα τελειώσει... Είναι η απουσία της παρουσίας, τίποτε περισσότερο... ο ατελείωτος χρόνος της μη επιστροφής...». Ο Ρόζενκραντζ και ο Γκίλντενστερν δεν θα γίνουν ποτέ Άμλετ, δεν θα κατακτήσουν ποτέ κάποιο ηρωικό μεγαλείο. Ίσως, τελικά, αυτή να είναι η μοίρα των «μικρών» ανθρώπων που υποκύπτουν στις «μεγάλες» δυνάμεις της Ιστορίας, περιθωριοποιημένοι και ματαιωμένοι από αυτές μέχρι τέλους.

Θέατρο χωρίς «μετά» Facebook Twitter
Φωτ.: Ελίνα Γιουνανλή

Το περιπετειώδες ταξίδι των δύο ηρώων αποδίδεται στην παράσταση του Στάθη Λιβαθινού με τρυφερότητα και συμπάθεια, συναισθήματα που γεννιούνται κυρίως χάρη στην ενεργή, παλλόμενη παρουσία των δύο πρωταγωνιστών, του Νίκου Καρδώνη και του Βασίλη Ανδρέου.

Ο πρώτος είναι εκείνος που περισσότερο από όλους καταφέρνει να συνταιριάξει αριστοτεχνικά και αβίαστα την ένταση της υπαρξιακής οδύνης με τη σπινθηροβόλα ενέργεια του κωμικού πνεύματος. Αναγνωρίζει πλήρως τη διττή σημασία των φράσεων, την πολύτιμη αμφισημία των νοημάτων, καλώντας μας να βιώσουμε μαζί του όλους τους τριγμούς μιας ανήσυχης συνείδησης, ανά πάσα στιγμή διχασμένης και αποξενωμένης από την πραγματικότητα – την ίδια στιγμή που μας παρηγορεί, ευθυμώντας μας. Από τη μεριά του, ο Ανδρέου, εκπέμπει όλη την αφέλεια και τη γλυκύτητα ενός ταπεινού ανθρώπου που παίρνει τα πράγματα όπως έρχονται, ανυποψίαστος απέναντι στη βαρύτητα των γεγονότων, ανοιχτός σε όλα τα ενδεχόμενα, απαλλαγμένος από το άχθος των διλημμάτων και των εσωτερικών συγκρούσεων – με λίγα λόγια, ανάλαφρος, αθώος κι ευγενής.

Πρόκειται για μια καλοκουρδισμένη παράσταση που αφηγείται την ιστορία με ειρμό και παλμό, υιοθετώντας ευφρόσυνα όλους τους δοκιμασμένους και γνώριμους κώδικες του είδους που υπηρετεί. Δυστυχώς, όμως, αδυνατεί να καταστήσει αισθητά στον θεατή τα πολλαπλά επίπεδα που διασταυρώνονται εμπύρετα κάτω από την επιφάνεια μιας τέτοιας στρωτής αφήγησης. Η διαφοροποίηση μεταξύ του «σαιξπηρικού» παρελθόντος (όπως αυτό σηματοδοτείται εδώ από το θεατράλε μακιγιάζ και τα κοστούμια εποχής των Τραγωδών) και του ασαφούς παρόντος (τα καπέλα bowler και τα φθαρμένα παλιομοδίτικα κοστούμια των Ρόζενκραντζ και Γκίλντενστερν παραπέμπουν αναπόδραστα στους πλάνητες του Γκοντό) εξαντλείται σε μια σημειολογία συνδεδεμένη με την ιστορία του θεάτρου αλλά όχι με το σήμερα του θεατή.

Θέατρο χωρίς «μετά» Facebook Twitter
Φωτ.: Ελίνα Γιουνανλή

Με απλούστερα λόγια, η παράσταση θα μπορούσε να έχει ανέβει, λίγο ή πολύ, ως έχει πριν από σαράντα χρόνια και κανένας δεν θα καταλάβαινε τη διαφορά (μοναδική εξαίρεση, ως προς αυτό, κάποιες ενδυματολογικές αναφορές στον Rick Owens, που κι αυτός είναι πλέον «παλιός»). Και δεν εννοώ μόνον την όψη –αν και η αισθητική της μαρτυρά ακριβώς την αναχρονιστική τοποθέτησή της– αλλά και ό,τι αφορά το άυλο, αόρατο υπόστρωμα ενός καλλιτεχνικού εγχειρήματος που οφείλει να αφουγκράζεται τις σύγχρονες προσλαμβάνουσες του κοινού.

Στο έργο του Στόπαρντ οι θεατρικοί χωροχρόνοι ενεργοποιούνται και αλληλεπιδρούν με τους μετα-θεατρικούς (αυτό καθίσταται σαφές από τον τίτλο ακόμη, προτού καν ο θεατής εισέλθει στην αίθουσα)· και είναι αυτό το «μετά» που απουσιάζει από το τρέχον εγχείρημα, ο προβληματισμός δηλαδή πάνω στην ίδια την τέχνη του θεάτρου και πώς αυτή καλείται να μιλήσει στις μέρες μας για το ένδοξο, «μιμητικό» παρελθόν της, να εκφράσει την αγωνία της για την ταυτότητά της, σε μια εποχή, μάλιστα, όπου η τελευταία, αντανακλώντας τους κοινωνικούς και υπαρξιακούς μετασχηματισμούς, αλλάζει με ρυθμούς καταιγιστικούς.

Θέατρο χωρίς «μετά» Facebook Twitter
Ο Ρόζενκραντζ και ο Γκίλντενστερν δεν θα γίνουν ποτέ Άμλετ, δεν θα κατακτήσουν ποτέ κάποιο ηρωικό μεγαλείο. Ίσως, τελικά, αυτή να είναι η μοίρα των «μικρών» ανθρώπων που υποκύπτουν στις «μεγάλες» δυνάμεις της Ιστορίας, περιθωριοποιημένοι και ματαιωμένοι από αυτές μέχρι τέλους.

Η απάντηση στα ερωτήματα αυτά, όταν οι έννοιες της αναπαράστασης και της θεατρικότητας έχουν περάσει από χίλια κύματα και έχουν επανεξεταστεί από κάθε πρίσμα, όταν το θέατρο γράφει δυναμικά το μεταδραματικό κεφάλαιο της ιστορίας του, δεν μπορεί πλέον να δίνεται με τόσο απλοϊκά μέσα, δύο καπέλα-σύμβολα, έναν «ηρωικό» μανδύα και τους γλυκερούς ήχους ενός ακορντεόν – όσο συγκινητικές, επαναλαμβάνω, κι αν αποδεικνύονται οι κεντρικές ερμηνείες της παράστασης. Θα χρειαστεί να παιδευτούμε πολύ περισσότερο, προκειμένου να αποτυπώσουμε «όλον τον κόσμο που ήταν, είναι και θα παραμείνει μια σκηνή» – για να παραφράσουμε παιγνιωδώς, αλά Στόπαρντ, τον Σαίξπηρ.

Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση εδώ

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

To νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Θέατρο
0

ΑΠΕΡΓΙΑ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Στην ανανεωμένη σκηνή του Θεάτρου της Οδού Κυκλάδων του Λευτέρη Βογιατζή όλα είναι δρόμος

Θέατρο / Το Θέατρο της Οδού Κυκλάδων αλλάζει για τη νέα παράσταση του Στάθη Λιβαθινού

Το έργο του Τομ Στόπαρντ «Ο Ρόζενκραντζ και ο Γκίλντενστερν είναι νεκροί» ανεβάζει η ομάδα του Στάθη Λιβαθινού, ένα από τα λίγα θεατρικά ανσάμπλ στην Αθήνα που τον ακολουθεί εδώ και χρόνια.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Εξηγηθείτε, κύριε Λιβαθινέ

Θέατρο / Εξηγηθείτε, κύριε Λιβαθινέ

Ο πρώην καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου και σκηνοθέτης Στάθης Λιβαθινός, που παραιτήθηκε από τη Δραματική Σχολή του Εθνικού εν μέσω καταγγελιών για αυταρχισμό, αλαζονεία και ρατσισμό, μιλά για πρώτη φορά για όλους και για όλα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Ράνια Οικονομίδου

Θέατρο / Ράνια Οικονομίδου: «Τον Βογιατζή δεν τον θαύμαζα σαν θεό, τον εκτιμούσα ως συνάδελφο»

«Στο θέατρο δεν κρύβεσαι από πουθενά» σχολιάζει η σπουδαία ηθοποιός μας, μιλώντας για το τότε και το τώρα της ζωής στο σανίδι και στα παρασκήνια, ενώ ετοιμάζεται για την «Προξενήτρα» του Θόρντον Ουάιλντερ.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Αργύρης Ξάφης: «Η φράση “πάμε κι ό,τι γίνει” είναι ενδεικτική μιας νοοτροπίας που μας έχει γαμήσει σε αυτή τη χώρα σε κάθε επίπεδο»

Θέατρο / Αργύρης Ξάφης: «Να μου προτείνουν τι; Να αναλάβω το Εθνικό; Δεν με ενδιαφέρει»

Το «Πιο όμορφο σώμα που έχει βρεθεί ποτέ σε αυτό το μέρος» είναι από τις πιο επιτυχημένες παραστάσεις της σεζόν και με την ευκαιρία βρεθήκαμε με τον Αργύρη Ξάφη στο θέατρο Θησείο.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Τι συμβαίνει με το Θεατρικό Μουσείο;

Θέατρο / Τι συμβαίνει με το Θεατρικό Μουσείο;

Η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, μιλά για τις εργασίες μεταστέγασής του στην οικία Αλεξάνδρου Σούτσου, για την πολύτιμη αρχειακή συλλογή αλλά και για το τι αναμένεται να γίνει με τα καμαρίνια σπουδαίων ηθοποιών.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Περιμένοντας τον Γκοντό του Θεόδωρου Τερζόπουλου

Θέατρο / «Περιμένοντας τον Γκοντό»: Ο Θεόδωρος Τερζόπουλος ανατρέπει όσα γνωρίζαμε για το αριστούργημα του Μπέκετ

Ένα ταξίδι, μια παράσταση, μια συνάντηση με τον σημαντικότερο εν ζωή Έλληνα σκηνοθέτη: από το Μιλάνο στην Αθήνα, από το Piccolo Teatro στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, το «Περιμένοντας τον Γκοντό» του Θεόδωρου Τερζόπουλου προσφέρει μια ριζοσπαστική ανάγνωση του έργου του Μπέκετ.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Σαν πλοίο που ναυάγησε, σα νούφαρο που μάδησε

Κριτική Θεάτρου / Σαν πλοίο που ναυάγησε, σαν νούφαρο που μάδησε

Επιχειρώντας να αποδώσει τη «φαινομενικά ασύνδετη μορφή ενός ονείρου που υπακούει στη δική του λογική», όπως αναφέρει ο Στρίνμπεργκ στο «Ονειρόδραμα», η Γεωργία Μαυραγάνη επέλεξε να μιλήσει για το ίδιο το θέατρο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
42' με τον Βασίλη Βηλαρά

Θέατρο / Βασίλης Βηλαράς: «Το θέατρο είναι ένα ομοφοβικό και χοντροφοβικό επάγγελμα»

Στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου και στον «Καταποντισμό» ο ηθοποιός και σκηνοθέτης φέρνει στο φως μαρτυρίες από την γκέι Ελλάδα της Μεταπολίτευσης μέσα από επιστολές που στάλθηκαν στο περιοδικό ΑΜΦΙ, το πρώτο μέσο που άρθρωσε δημόσια λόγο στην Ελλάδα για την εμπειρία των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Καύσωνας: Το όνειρο και ο εφιάλτης του ελληνικού καλοκαιριού σε μια παράσταση

Θέατρο / Καύσωνας: Το όνειρο και ο εφιάλτης του ελληνικού καλοκαιριού σε μια παράσταση

Βασισμένος σε διηγήματα της Βίβιαν Στεργίου, μέσα από αποσπασματικές αφηγήσεις χαρακτηριστικών συμπεριφορών ντόπιων, τουριστών και expats, ο σκηνοθέτης Γιάννης Παναγόπουλος διερευνά τη μεταβατική φάση από τα ’90s μέχρι το 2020, μιλώντας για την πραγματικότητα της γενιά του -των millennials- στην παράσταση που ανεβαίνει στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Οι γριές που μαζεύουν την τσουκνίδα», μάγισσες και μαγείρισσες της μυστικής Θεσσαλίας

Θέατρο / «Οι γριές που μαζεύουν την τσουκνίδα», οι μάγισσες και οι μαγείρισσες της μυστικής Θεσσαλίας σε μια παράσταση

Με έμπνευση από τη θεσσαλική λαογραφία και σε σύγχρονη σκηνική φόρμα, ο Κωνσταντίνος Ντέλλας σκηνοθετεί μια παράσταση για τις αόρατες γυναίκες της παράδοσης, αποκαλύπτοντας την κοινωνική απομόνωση, τον παραγκωνισμό τους, ακόμα και την απόκρυψη του γυναικείου σώματος.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ράνια Σχίζα: «Να γουστάρεις, αυτό είναι το κέρδος. Μόνο έτσι προχωράς στη ζωή»

Θέατρο / Ράνια Σχίζα: «Να γουστάρεις, αυτό είναι το κέρδος. Μόνο έτσι προχωράς στη ζωή»

Μια ηθοποιός με λεπτές ποιότητες, εξαιρετικές συνεργασίες, επιμονή και πάθος μιλά για την επιλογή της να δώσει προτεραιότητα στην οικογένειά της σε πολλές φάσεις της καριέρας της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ένας λυκάνθρωπος πρωταγωνιστεί στη νέα, απίστευτη παράσταση του Ευριπίδη Λασκαρίδη

Θέατρο / Ένας λυκάνθρωπος πρωταγωνιστεί στη νέα, απίστευτη παράσταση του Ευριπίδη Λασκαρίδη

Ο τρόμος στο θέατρο και τον κινηματογράφο, η περίοδος γύρω από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και ο γερμανικός εξπρεσιονισμός, οι εικαστικές τέχνες, τα αμερικανικά μιούζικαλ και οι μεταμορφώσεις χωράνε στο «Lapis Lazuli» που ανεβαίνει στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση.
M. HULOT