Διαβάζοντας την αυτοβιογραφία της Μαρίνα Αμπράμοβιτς: Σώμα, αίμα, θάνατος-και ΤΕΧΝΗ

Διαβάζοντας την αυτοβιογραφία της Μαρίνα Αμπράμοβιτς: Σώμα, αίμα, θάνατος-και ΤΕΧΝΗ Facebook Twitter
0

«Τα γενέθλια μου ήταν θλιβερές περιστάσεις, όχι χαρούμενες. Πρώτον, ποτέ δεν έπαιρνα ωραία δώρα, δεύτερον, η οικογένειά μου ποτέ δεν ήταν πραγματικά ενωμένη. Ποτέ δεν υπήρχε χαρά. Θυμάμαι ότι στα δέκατα έκτα γενέθλια μου έκλαιγα με λυγμούς, επειδή κατάλαβα για πρώτη φορά πως κάποια μέρα θα πέθαινα. Δεν ένιωθα καμιά αγάπη, αισθανόμουν απόλυτα εγκαταλειμμένη απ’όλους. Άκουγα ξανά και ξανά το Κοντσέρτο για πιάνο αρ.21 του Μότσαρτ. Υπήρχε κάτι σ’εκείνη τη μουσική που έκανε την ψυχή μου να αιμορραγεί. Τότε ήταν που έκοψα τις φλέβες μου κι έτρεξε τόσο αίμα που νόμισα πως θα πέθαινα. Όντως το κόψιμο ήταν βαθύ αλλά δεν είχε πειράξει την κερκιδική αρτηρία που είναι ζωτικής σημασίας. Η γιαγιά μου με πήγε στο νοσοκομείο και εκεί μου έκαναν τέσσερα ράμματα. Ποτέ δεν μίλησε γι αυτό στη μητέρα μου». Το κορίτσι, που αφηγείται με τρόπο σπαρακτικό μια τραυματική εφηβεία γεμάτη οικογενειακούς καυγάδες και εσωστρέφεια στη μεταπολεμική Γιουγκοσλαβία του Τίτο, έμελε να γίνει μια από τις πιο γνωστές εικαστικούς στην ιστορία μετατρέποντας κυριολεκτικά τον σωματικό πόνο σε ζωντανό πρότζεκτ.

Η Μαρίνα Αμπράμοβιτς περιγράφει τις βασικές αρχές της τέχνης της μέσα από όσα τραυμάτισαν τη ζωή της και έγιναν κομμάτια μιας ανελέητης αυτοβιογραφίας που κυκλοφορεί, μετά τον ντόρο που προκάλεσε έξω, και στα ελληνικά με τον τίτλο «Περνώντας από τοίχους» με ghost writer τον James Kaplan (μετάφραση Αφροδίτης Γεωργαλιού από τις εκδόσεις Ροπή). Κάθε καλλιτεχνικό πρότζεκτ, που εξηγείται αναλυτικά στη βιογραφία, θαρρείς ότι σημαίνει συναγερμό και απανωτές εκρήξεις σε έναν άνθρωπο που ανάσαινε σχεδόν ψυχαναγκαστικά τον όλεθρο. Βιογραφία και τέχνη γίνονται έτσι ένα. Η σκληρότητα δυο γονιών που έγιναν ήρωες στον πόλεμο και δεν δέχτηκαν ποτέ τίποτα λιγότερο από την ατολμία είναι εκεί. Ο πανταχού παρών έρωτας που έγινε αχαλίνωτο σεξ και ψυχική παράκρουση-όπως στον έρωτα με τον Ουλάι-είναι εκεί. Τα φραγκμέντα των εξοντωτικών πειραματισμών που φλέρταραν μονίμως με τον θάνατο είναι εκεί. Εκεί επίσης είναι και η μοναδική εικόνα μιας γυναίκας που ξεπέρασε τα όρια αλλά δεν νίκησε ποτέ τη μοναξιά.

Όσο όμως και αν διαφωνείς με την Αμπράμοβιτς και να εντοπίζεις στην τέχνη της την ναρκισσιστική επιβολή ενός ασυγκράτητου εγώ, δεν μπορείς να μην αφεθείς στην αλήθεια των εξομολογήσεων που, αν μη τι άλλο, αποκαλύπτουν μια αυθεντική καλλιτέχνη. Κάτι φαίνεται να έψαχνε από την γη που να μην είναι ανθρώπινα καμωμένο, κάτι ήθελε απόλυτα απογυμνωμένο από ιδέες που να την ανυψώνει και να την εκμηδενίζει, που να στύβει τα μύχια και να την πετά στο σκοτάδι.

Όσο όμως και αν διαφωνείς με την Αμπράμοβιτς και να εντοπίζεις στην τέχνη της την ναρκισσιστική επιβολή ενός ασυγκράτητου εγώ, δεν μπορείς να μην αφεθείς στην αλήθεια των εξομολογήσεων που, αν μη τι άλλο, αποκαλύπτουν μια αυθεντική καλλιτέχνη. Κάτι φαίνεται να έψαχνε από την γη που να μην είναι ανθρώπινα καμωμένο, κάτι ήθελε απόλυτα απογυμνωμένο από ιδέες που να την ανυψώνει και να την εκμηδενίζει, που να στύβει τα μύχια και να την πετά στο σκοτάδι. Δεν είναι τυχαίοι οι πειραματισμοί της με τη σειρά των Ρυθμών-μια σειρά από performances τις οποίες περιγράφει αναλυτικά στο βιβλίο-από την πρώτη της ιστορική εμφάνιση όπου μετέτρεπε τα δάχτυλα της σε ρώσικη ρουλέτα καρφώνοντας ανάμεσα τους μαχαίρια έως τα δυο αστέρια που φλέγονταν συμβολίζοντας ταυτόχρονα τον κομμουνισμό και την ιερή αρχαία πεντάλφα. Στο κέντρο τους εκείνη έκοβε τα νύχια των χεριών της και τα μαλλιά της με ψαλίδι και τα έριχνε στις φλόγες (και όλα αυτά μόλις το 1974 όπου η έννοια περφόρμανς ήταν παντελώς άγνωστη).

Διαβάζοντας την αυτοβιογραφία της Μαρίνα Αμπράμοβιτς: Σώμα, αίμα, θάνατος-και ΤΕΧΝΗ Facebook Twitter
Marina Abramovic, Ulay Impoderabilia, 1977

Το απόγειο αυτής της σειράς των πειραματισμών που πήραν τον τίτλο Ρυθμοί ήλθε με το Rhrythm 0 στο Studio Morra στη Νάπολή όπου οι θεατές μπορούσαν να χρησιμοποιούσαν πάνω της ελεύθερα όποιο από τα αντικείμενα ήθελαν: «Σφυρί. Πριόνι. Ένα φτερό. Ένα πιρούνι. Ένα μπουκάλι άρωμα. Ένα πομπέ καπέλο. Τσεκούρι. Ένα τριαντάφυλλο. Ένα κουδούνι. Ψαλίδι. Βελόνες. Στιλό. Μέλι. Ένα αρνίσιο κόκαλο. Ένα μαχαίρι. Έναν καθρέφτη. Μια εφημερίδα. Ένα σάλι. Καρφίτσες. Κραγιόν. Ζάχαρη. Μια μηχανή Polaroid. Διάφορα άλλα αντικείμενα, μεταξύ των οποίων ένα πιστόλι και δίπλα του μια σφαίρα».  Το κοινό τελικά παρεκτράπηκε σκίζοντας της τα ρούχα, μπήγοντας της καρφίτσες στο σώμα, ένα μαχαίρι κοντά στο καβάλο ενώ κάποιος έγραψε πάνω της Sono Libero και ένας άλλος την χαράκωσε το λαιμό και ρούφηξε το αίμα της. Ωστόσο όπως επισημαίνει και η ίδια «Όπως και σε άλλες περφόρμανς μου, στο Rhythm 0 αναπαρέστησα αυτούς τους φόβους για το κοινό, χρησιμοποιώντας την ενέργεια του κόσμου για να ωθήσω το σώμα μου όσο το δυνατόν πιο μακριά. Κατά τη διάρκεια απελευθερώθηκα από τους φόβους μου και μόλις συνέβη αυτό, έγινα ο καθρέφτης του κοινού: αφού το έκανα εγώ, μπορούσαν να το κάνουν και εκείνοι».

Τα όρια ξεπεράστηκαν πολλές φορές σωματικά και εγκεφαλικά. Στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 70 η Μαρίνα Αμπράμοβιτς άρχισε να ταξιδεύει αναζητώντας μεταφυσικές εμπειρίες στα πέρατα του πλανήτη έχοντας στο πλευρό της ως καλλιτεχνικό της ‘συνένοχο’ τον μεγάλο της έρωτα τον Ουλάι: «Η έντονη σεξουαλική χημεία μεταξύ μας ήταν μόνο η αρχή και το γεγονός ότι είχαμε ίδια μέρα γενέθλια δεν ήταν απλή σύμπτωση. Από την πρώτη στιγμή αναπνέαμε τον ίδιο αέρα, οι καρδιές μας χτυπούσαν σαν μια. Ολοκληρώναμε ο ένας την πρόταση του άλλου, ξέραμε ακριβώς τι είχε ο άλλος στο μυαλό του, ακόμα και στον ύπνο μας. Συζητούσαμε στα όνειρα μας, ή σε αυτή την ενδιάμεση κατάσταση που δεν κοιμάσαι τελείως, και μετά ξυπνούσαμε και συνεχίζαμε την κουβέντα. Όταν τραυματιζόταν το δάχτυλό μου αριστερά, το δικό του πληγωνόταν δεξιά». Μαζί γύρισαν με ένα citroen βαν διαφορετικές πόλεις του κόσμου δίνοντας περφόρμανς-από τη Μπολόνια έως τη Νέα Υόρκη όπου βρέθηκαν καλεσμένοι του Μουσείου του Μπρούκλιν. Τα σεξουαλικά κρεσέντο μαζί με ένα διαρκές θέριευμα όλων των αισθήσεων διαπερνούσαν κάθε πτυχή της τέχνης και της σχέση τους. Παράδοξη και η σχέση της αμετανόητης Βαλκάνιας με τον εσωτερισμό και τη μεταφυσική: τα μέντιουμ εμφανίζονται διαρκώς στη ζωή της και τα ενεργειακά κύματα καθορίζουν πολλές από τις εμφανίσεις. Μαζί με τον Ουλάι έφτασαν να ζουν και δίπλα στους Αβορίγινες ενώ η ίδια δήλωνε και μεγάλο ενδιαφέρον για τον Σαμανισμό. Σε όλα αυτά όμως επανέρχεται η παρουσία της πατρίδας και της μάνας η οποία εμφανίζεται σαν Αμλετικό φάντασμα, ακόμα και εν ζωή, για να υπενθυμίσει τον εφιάλτη του τραγικού: η αυστηρή μάνα δεν θα την αφήσει ποτέ να είναι ευτυχισμένη και η παιδική ηλικία που βιωνόταν ως πένθος θα είναι πάντοτε καθοριστικά εσωτερικευμένη. Κάποια στιγμή η σχέση με τον Ουλάι φτάνει στο τέλος-το 1988- με το «Μεγάλο Περπάτημα»-όταν αποφάσισαν να διασχίσουν μαζί το Σινικό Τείχος και να συναντηθούν κάπου στη μέση και τελικά να σημάνουν εκεί το τέλος του ερωτικού και του καλλιτεχνικού τους κύκλου. Πρέπει να μεσολαβήσουν πολλές δεκαετίες-έως εκείνη την συγκλονιστική, σχεδόν τυχαία, επανένωση τους στο πλαίσιο της αναδρομικής της στη MoMa το 2010, για να ξαναθυμηθούμε το μεγάλο έρωτα και τη μοιραία καλλιτεχνική σύμπραξη που κράτησε δώδεκα περίπου χρόνια.

Διαβάζοντας την αυτοβιογραφία της Μαρίνα Αμπράμοβιτς: Σώμα, αίμα, θάνατος-και ΤΕΧΝΗ Facebook Twitter
Το απόγειο αυτής της σειράς των πειραματισμών που πήραν τον τίτλο Ρυθμοί ήλθε με το Rhrythm 0 στο Studio Morra στη Νάπολή όπου οι θεατές μπορούσαν να χρησιμοποιούσαν πάνω της ελεύθερα όποιο από τα αντικείμενα ήθελαν


Εν τω μεταξύ η βιογραφία περιγράφει μια σειρά από ανέκδοτα περιστατικά, μοιραίους ή λιγότερα έντονους έρωτες-πάντα όμως ο έρωτας είναι καθοδηγητής για την Αμπράμοβιτς-καλλιτεχνικές εμμονές ενίοτε και ειρωνικά παιχνίδια όπως τότε που ανέλαβε χρέη κριτή για τα καλύτερα βραζιλιάνικά οπίσθια στον διαγωνισμό Miss Boom Boom  μαζί με τον καλό της φίλο καλλιτέχνη Ζουλιάο Σαρμέντο. Ποτέ όμως δεν ένιωσε ότι δεν είναι απόλυτα αφοσιωμένη στην τέχνη καθώς πάντα θεωρούσε ότι η τέχνη είναι η ανάσα της, ένα ζήτημα ζωής και θανάτου. Από τότε που έβαλε φωτιά στα απλά παραστατικά σύμπαντα ως φοιτήτρια της σχολής καλών τεχνών και μέλος της Ομάδας 70 μέχρι σήμερα επέμενε πως «προκειμένου να πετύχεις ένα στόχο, πρέπει να δίνεις τα πάντα μέχρι να μη σου μένει τίποτα πια. Και τότε θα συμβούν όλα από μόνα τους. Είναι πολύ σημαντικό: και είναι το σύνθημα μου σε κάθε περφόρμανς. Εγώ δίνω και το τελευταίο γραμμάριο ενέργειας, και μετά τα πράγματα είτε συμβαίνουν είτε όχι. Αυτός είναι ο λόγος που δεν ανησυχώ για την κριτική. Με νοιάζει η κριτική μόνο όταν ξέρω πως δεν έχω δώσει το εκατό τοις εκατό. Όταν δίνω όμως τα πάντα-πολλές φορές και πάνω από το εκατό τοις εκατό-, δεν έχει σημασία τι θα πουν οι άλλοι». Ίσως η απάντηση σε όλο το βιβλίο εκτός από την ίδια τη ζωή της να είναι αυτή. Γιατί όπως λέει: «Η τέχνη ήταν ζωή και θάνατος. Τίποτα άλλο δεν υπήρχε. Ήταν κάτι πολύ σοβαρό και πολύ αναγκαίο».

 

Βιβλίο
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Το αόρατο δόγμα: Η σιωπηρή άνοδος του νεοφιλελευθερισμού

Βιβλίο / Το αόρατο δόγμα: Η σιωπηρή άνοδος του νεοφιλελευθερισμού

Ο νεοφιλελευθερισμός είναι πανταχού παρών και ταυτόχρονα «ακατανόμαστος», αφού σπανίως αναφέρεται από τους θιασώτες του. Ένα νέο βιβλίο επιχειρεί να ανασηκώσει το πέπλο αυτού του «αόρατου δόγματος»
THE LIFO TEAM
Ελσίνκι, συνοικία της Αθήνας

Βιβλίο / «Ελσίνκι» του Θεόδωρου Γρηγοριάδη: Η ερωτική σχέση του Έλληνα Αντώνη και του Κούρδου Αβίρ

Ένα μυθιστόρημα για τις ταυτότητες, εθνικές, σεξουαλικές, φύλου, που μας οδηγεί στη μεγάλη γεωγραφία του συναισθήματος αλλά και της γεωπολιτικής κατά την κρίσιμη δεκαετία του 2010.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Ο Πιβό και οι ταξιτζήδες

Οπτική Γωνία / Ο επιδραστικός Πιβό και οι ταξιτζήδες

Σε αντίθεση με τη Γαλλία, μια εκπομπή για το βιβλίο και τη λογοτεχνία με τεράστια θεαματικότητα στην ελληνική τηλεόραση, που να συζητείται και να καθηλώνει τους πάντες μπροστά στις οθόνες, φαντάζει όνειρο θερινής νυκτός. 
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Μακριά από τα κουσούρια του χαρτογιακά

Βιβλίο / Κωστής Παπαγιώργης: Μακριά από τα κουσούρια του χαρτογιακά

Τα κριτικά κείμενα του Κωστή Παπαγιώργη για τον Λορεντζάτο, τον Μαλεβίτση, τον Γιανναρά, τον Ράμφο, τον Καστοριάδη, τον Αξελό, τον Κονδύλη, τον Λυκιαρδόπουλο, τον Ζουμπουλάκη και τον Ζηζιούλα.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ