Με το πολύκροτο Θεέ μου, τι σου κάναμε, ο Φιλίπ ντε Σοβερόν καταπιάστηκε με μια αστική γαλλική οικογένεια και άνοιξε παρτίδες με την ξενοφοβία των συμπολιτών του. Στο Βρε, καλώς τους ο πρωταγωνιστής είναι ο ίδιος, ο Κριστιάν Κλαβιέ (ο οποίος δεν διστάζει να κοπιάρει στα ίσα τον Λουί ντε Φινές, και αφού τον μιμείται ο Ντάνι Μπουν, που δεν του μοιάζει και καθόλου, γιατί όχι...), αλλά η πολιτική του τοποθέτηση είναι αντίθετη. Σε αυτό το σημείο η κεντρική ιδέα είναι σαφώς πιο έξυπνη, γιατί ο συντηρητικός, καθολικός μπαμπάς με τις κόρες που παντρεύονται αλλόθρησκους και αλλόχρωμους άνδρες μεταμορφώνεται, με τη βοήθεια μιας πιο ανέμελης, αναχρονιστικά διανοουμενίστικης κόμης, σε αριστερό συγγραφέα στον τύπο του πολύφερνου και δημοφιλούς φιλόσοφου Μπερνάρ Ανρί Λεβί, και δηλώνει ευθαρσώς σε τηλεοπτική εκπομπή πως δεν έχει κανένα πρόβλημα να υποδεχτεί στο σπίτι του μετανάστες και να τους φιλοξενήσει σαν να είναι συγγενείς του. Θεωρητικά το πιστεύει, αλλιώς τι σόι αριστερός θα ήταν; Και το υποστηρίζει μέχρι ενός βαθμού, όταν του κατσικώνονται Ρομά στο γκαζόν του, με τα τροχόσπιτα και τις νομαδικές (για να το θέσουμε κομψά) συνήθειές τους. Ωστόσο, η κωμωδία του Σοβερόν κάθε άλλο παρά κομψή είναι: τα γκαγκς συναγωνίζονται αντίστοιχα των '60s σε μια αδόκιμη διασταύρωση Τζανετάκου και Μπουρβίλ, με τις σεξοκαταστάσεις να καρυκεύουν την προβληματική ως ελλειμματική ανάπτυξη της ιδέας. Από τη στιγμή που καταλαβαίνουμε την υποκρισία του γενναιόδωρου, με το παρατσούκλι «αγκαλίτσας» Ζαν Ετιέν Φουζερόλ, που φρίττει με την ακαταστασία που προκύπτει από τους τσιγγάνους εκμεταλλευτές αλλά και από την απερίσκεπτη και πονηρή προώθηση του βιβλίου του, δεν υπάρχει πολύ ζουμί στις κοινοβιακές περιπέτειες της οικογένειάς του, παρά μόνο επαναλαμβανόμενη βαβούρα με χτυπήματα κάτω από τη μέση σε μια ταινία που βγήκε στη Γαλλία λίγο πριν από τις κρίσιμες προεδρικές εκλογές και δεν κατάφερε να σαγηνεύσει τους αναποφάσιστους.