«Κάτι άλλαξε/ ο αέρας είναι πιο ελαφρύς/ είναι αδιευκρίνιστο» έλεγε η Μπαρμπαρά στο «Regarde», μία από τις πολλές επιτυχίες που την έκαναν θρυλική στη Γαλλία και, παραδόξως, πουθενά αλλού.

 

Ο αιθέριος νταλκάς της, ο τρόπος της να αποδίδει ντελικάτα και απεγνωσμένα ταυτόχρονα μπαλάντες με πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία, σαν να ήταν ζήτημα ζωής και θανάτου για εκείνην, αποτελεί τη βασική πηγή έμπνευσης για την εκκεντρική μουσική βιογραφία που επιχειρεί ο Ματιέ Αμαλρίκ, με την πρώην σύζυγο και μητέρα των δυο γιων τους Ζαν Μπαλιμπάρ στον ρόλο μιας ηθοποιού που προετοιμάζεται να παίξει την Μπαρμπαρά σε δική του σκηνοθεσία και βυθίζεται σταδιακά στην ψυχή και αυτό το αδιευκρίνιστο που πάντα κυνηγούσε, μια λύτρωση από τα τραύματα της παιδικής ηλικίας και έναν στόχο που έμοιαζε να μη βρίσκει ποτέ, παρά την αναγνώριση και την αγάπη που δεχόταν από κοινό και ομοτέχνους της.

 

Η Μπαλιμπάρ αξιοποιεί το σοβαρό μουσικό της υπόβαθρο για να κατανοήσει πώς μια ηθοποιός, όπως στην ταινία, θα προσέγγιζε μια τραγουδίστρια ευάλωτη και ψαγμένη, τροβαδούρο και φαντεζί περσόνα ταυτόχρονα.

 

Η ταινία συχνά γλιστράει σε αχαρτογράφητα μονοπάτια, σαν να αναρωτιέται για τη φύση ενός αινίγματος, αλλά παραμένει συναρπαστική σε όλη της τη διάρκεια, αποκλειστικά και μόνο χάρη στην εκπληκτική ερμηνεία της Μπαλιμπάρ.

 

Η ηθοποιός που κέρδισε επάξια το Σεζάρ Α' Γυναικείου Ρόλου (και στην απονομή έβγαλε έναν συνεκτικό, μακρύ και συγκινητικό λόγο που αξίζει να δείτε) παντρεύεται κανονικά ένα φάντασμα και προσεγγίζει εντελώς μουσικά την Μπαρμπαρά, κυρίως μέσα από στίχους και τραγούδια, τον τονισμό και την εκφορά, και δευτερευόντως μέσα από το στυλ και την εμφάνισή της. Βρίσκεται σε εφάμιλλο και, τολμώ να πω, συχνά ανώτερο επίπεδο ταύτισης και καλλιτεχνικής μεταμόρφωσης με τη Μαριόν Κοτιγιάρ στο Ζωή σαν τριαντάφυλλο (απλώς η Μπαρμπαρά δεν είναι τόσο δημοφιλής όσο η Πιαφ για να κάνει crossover).

 

Η Μπαλιμπάρ αξιοποιεί το σοβαρό μουσικό της υπόβαθρο για να κατανοήσει πώς μια ηθοποιός, όπως στην ταινία, θα προσέγγιζε μια τραγουδίστρια ευάλωτη και ψαγμένη, τροβαδούρο και φαντεζί περσόνα ταυτόχρονα.

 

Ακόμη και όταν η ταινία, που άνοιξε το Ένα Κάποιο Βλέμμα του περσινού Φεστιβάλ Καννών, ψάχνεται και επαναλαμβάνεται, μέρος της γοητείας της είναι η περιπλάνηση της πολυπρόσωπης ηρωίδας που διανύει μια συγκεκριμένη διαδρομή σε έναν μυστηριώδη ανθρώπινο τόπο. Πραγματικά σπουδαία ερμηνεία.