Αμαλία Μουτούση

Αμαλία Μουτούση Facebook Twitter
0

Μεγάλωσα στην οδό Καρνεάδου, στο Κολωνάκι. Η πρώτη μου ανάμνηση είναι ένα γωνιακό, πολύ μεγάλο μπαλκόνι στο σπίτι μας, γεμάτο γεράνια, κι εγώ, μ' ένα ποτιστήρι που ήτανε πιο μεγάλο από μένα και με μια αλογοουρίτσα πιασμένη με μια πασχαλίτσα, να προσπαθώ να ποτίσω. Θυμάμαι το κίτρινο λεωφορείο του σχολείου να με αφήνει μεσημέρι στη γωνία μπροστά από τη Λυκόβρυση και να με περιμένει η μαμά μου, τρώγοντας τυρόπιτα με τη φίλη της, την Ελένη Χατζηαργύρη, ενώ εγώ έτρεχα στο διπλανό μαγαζί για να πάρω αυτόγραφο από τον ηθοποιό που έπαιζε στον «Άγνωστο Πόλεμο».

Τότε το Κολωνάκι ήταν γειτονιά. Θυμάμαι πως ήταν πολύ λίγα τα περίπτερα και ξέραμε τους περιπτεράδες με τα μικρά τους ονόματα, όπως επίσης ότι στα σπίτια που μέναμε υπήρχαν θυρωροί με τον οποίων τα παιδιά μεγαλώσαμε μαζί και παίζαμε «μήλα» στην άδεια πλατεία Κολωνακίου.

Μέχρι τα δέκα ήθελα να γίνω ακροβάτισσα σε τσίρκο ή ιππέας. Αγαπούσα πάρα πολύ τα άλογα και ονειρευόμουν κάτι που θα είχε πολύ έντονη κίνηση, πολύ αγωνία και άμιλλα. Το θέατρο τα έχει και τα τρία.

Δεν ήθελα να ξέρουν οι άλλοι άνθρωποι τι γίνεται μέσα στο σπίτι μας, να ασχολούνται με τη μητέρα μου. Είχα ανάγκη, όπως κάθε παιδί, από ιδιωτικότητα. Ήμουν πολύ αρνητική σε οτιδήποτε ή οποιονδήποτε πήγαινε να εισβάλει στη ζωή μου επειδή ήμουν κόρη της Νόνικας Γαληνέα ή επειδή πατριός μου ήταν ο Αλέκος Αλεξανδράκης.

Τα χρόνια της σχολής του Θεάτρου Τέχνης τα σκέφτομαι λίγο σαν να μην είμαι εγώ, μου φαίνονται πολύ μακρινά. Όμως, όταν καμιά φορά παίζω στη σκηνή, μου λείπει κάτι που είχα τότε. Η σχέση μου ανάμεσα σε μένα και το αντικείμενό μου τα χρόνια της σχολής είχε μια άλλου είδους αμεσότητα. Πολλές φορές πάνω στη σκηνή θέλω να εκφραστώ και νιώθω μια δυσκολία στο να έχω αυτή την απευθείας έκφραση και σκέφτομαι «κάποτε το 'χα αυτό». Είναι μια σωματική μνήμη.

Με τον Μιχαήλ Μαρμαρινό γνωριστήκαμε το 1985, στο Θέατρο Ριάλτο. Έπαιζα στον Βυσσινόκηπο του Τσέχωφ, σε σκηνοθεσία Γιάννη Μαργαρίτη με το Θέατρο της Άνοιξης. Μου είχε πει η Άντζελα Μπρούσκου ότι θέλει να μου γνωρίσει τον Μιχαήλ Μαρμαρινό, γιατί είναι πολύ σημαντικός. «Ψάχνει», μου είπε. Ήρθε λοιπόν στην παράσταση και μετά πίσω στα καμαρίνια. Θυμάμαι έντονα τη χειραψία μας. Κάπως έτσι ξεκίνησε η κοινή μας πορεία.

Η πρώτη δουλειά μου ήτανε στο Εργοστάσιο στη λεωφόρο Βουλιαγμένης - υπήρχε ένας χώρος πάνω από το κλαμπ, που τον παραχωρούσαν για καλλιτεχνικά δρώμενα. Ξεκινήσαμε με ένα έργο του John Arden, το Live like pigs. H συνεργασία αυτή συνεχίστηκε μέχρι το 2000.

Με τον Μιχαήλ ζήσαμε μαζί μια δουλειά και δουλεύοντας μεγαλώναμε, καταλαβαίναμε ποιοι είμαστε, ποιοι δεν είμαστε, τι μας αρέσει, τι δεν μας αρέσει. Περάσαμε πολύ ωραίες στιγμές γιατί ήμασταν μια ομάδα που λειτουργούσε πολύ καλά για παρά πολλά χρόνια, είχαμε πολύ καλές ισσοροπίες και μοίρασμα ρόλων κι έτσι μπορούσαμε να κάνουμε τις πρόβες μας όπως μας άρεσε, να ζητάμε από τους ανθρώπους που θέλουμε να μας διδάξουν. Ήταν λίγο σαν ανοιχτό πανεπιστήμιο για κάποια χρόνια.

Συνήθισα σε μια ζωή που είχε πολλή συγκέντρωση, που ήταν σχεδόν αποκλειστικά μόνο θέατρο και δουλειά κι επειδή στο θέατρο κάναμε τα πάντα, από το να στήνουμε το σκηνικό, να βάφουμε, να φωτίζουμε, να καθαρίζουμε, να τρώμε και να κοιμόμαστε, ένιωθα μια ασφάλεια μέσα σε αυτού του είδους την απομόνωση κι όταν κάποια στιγμή χρειάστηκε από τις συνθήκες να αντιμετωπίσω το σκόρπισμα που έχει ο «έξω κόσμος» δυσκολεύτηκα πολύ και δυσκολεύομαι ακόμα και τώρα.

Η συνεργασία μου με τον Λευτέρη Βογιατζή ξεκίνησε το 1994 στο Με δύναμη από την Κηφισιά. Ο Λευτέρης είχε ένα άλλο εκτόπισμα, ένα άλλο κοινό, πολύ μεγαλύτερο και ευρύτερο από το δικό μας. Μου έδωσε την πρώτη μου σπρωξιά.

Μου αρέσει πολύ το αρχαίο δράμα - οι ρόλοι είναι πάρα πολύ ωραίοι. Είναι συντροφιά στη ζωή και στην καθημερινότητα. Η Κλυταιμνήστρα, εξάλλου, είναι ό,τι πιο σύγχρονο έχω αντιμετωπίσει από πλευράς γραφής, συνθετότητας. Αβυσσαλέα, πολυδιάστατη... Με κινητοποιούν πάρα πολύ αυτοί οι ρόλοι. Καταρχάς, γιατί δεν τους καταλαβαίνω.

Ο ρόλος της Στέλλας στη Χώρα Προέλευσης μού φάνηκε παράξενος. Δεν μπορούσα ακριβώς να βρω σημεία ταύτισης κι όμως είχε κάτι που το 'χαν και ο χαρακτήρας και η ταινία ως τρόπος γραφής: είχε κάτι υπαινικτικό. Έκανε το πρόσωπο να είναι ενδιαφέρον χωρίς να κάνει ενδιαφέροντα πράγματα απαραίτητα - ήταν ένα πρόσωπο που κρατούσε καλά τα μυστικά του.

Η Χώρα Προέλευσης μιλά για το πώς είμαστε στην Ελλάδα τα τελευταία τριάντα χρόνια - υπάρχουν καλές προθέσεις, αλλά όλα κρύβονται πίσω από κατι άλλο. Ενώ το σενάριο και η δομή της ταινίας είναι καθαρά, η οικογένεια παρουσιάζεται ένα πράγμα αξεδιάλυτο, αδιαχώριστο, το χέρι του ενός μπλεγμένο με το πόδι του άλλου, για να καταλήξει στο αιμομικτικό της στοιχείο.

Στη Δροσιά ήρθα τα τελευταία 8-10 χρόνια. Πριν έμενα στη Φιλοθέη και ακόμα πιο πριν έμενα για χρόνια στην οδό Σκουφά, απέναντι από το Σκουφάκι, στον αριθμό 38. Δεν μου άρεσε καθόλου το κέντρο, ήθελα την ησυχία μου.

Την Αθήνα την έχω ζήσει πάντα μέσα σε ένα αυτοκίνητο, προσπαθώντας να είμαι στην ώρα μου ή προσπαθώντας να βρω να παρκάρω, μετά άλλη τόση ώρα να ξαναβγώ και μετά κλεισμένη στον χώρο εργασίας. Τον τελευταίο χρόνο, όσες φορές μου έχει τύχει να περπατήσω στην Αθήνα, δεν είμαι ξέγνοιαστη πια. Έχω τον νου μου πίσω μου, δεξιά μου αριστερά μου. Η πόλη σού επιβάλλει έναν ρυθμό, έναν ήχο, μια ηχορρύπανση που δεν τη θέλουν τ' αυτιά μου.

Μου αρέσει που μπορώ αργά το βράδυ και μισή ώρα πριν φύγω το πρωί για τη δουλειά μου ν' ακούσω έναν κόκορα. Μου αρέσει πολύ να ανοίγω το παράθυρο του δωματίου μου και να βλέπω το χώμα. Αν δεν ήμουν ηθοποιός, θα ήθελα να κάνω κάτι με τα χεριά μου και το χώμα.

Οι Αθηναίοι
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Κρίστη Στασινοπούλου: «Έχω φάει τη νύχτα με το κουτάλι, προτιμώ πια να κάθομαι σπίτι»

Οι Αθηναίοι / Κρίστη Στασινοπούλου: «Έχω φάει τη νύχτα με το κουτάλι, προτιμώ πια να κάθομαι σπίτι»

Όλοι τη ρωτούν για τον Παύλο Σιδηρόπουλο όμως έχει ζήσει περισσότερα δίπλα στην Αλίκη Βουγιουκλάκη. Έχει εκπροσωπήσει την Ελλάδα στην Eurovision, αισθάνεται περήφανη που μεγαλώνοντας κατέληξε να κάνει μόνο πράγματα που της αρέσουν. Έχει γυρίσει τον κόσμο με τον Στάθη Καλυβιώτη και τη μουσική τους, μόλις κυκλοφόρησε ένα βιβλίο για τα ταξίδια τους που μετράνε πια 25 χρόνια.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ριάνα Κούνου

Οι Αθηναίοι / Ριάννα Κούνου: «Τους βλέπεις όλους να φοράνε μαύρα γιατί φοβούνται να ξεχωρίσουν»

Η σχεδιάστρια πίσω από το πολυτελές και ανερχόμενο brand Rianna+Nina, που έμαθε κάποτε στην Αθήνα τι πάει να πει «designer vintage», έχει μια περιπετειώδη ζωή να αφηγηθεί. Και όσο της αρέσει να είναι ανώνυμη στο Βερολίνο όπου ζει, τόσο απολαμβάνει το να κάθεται στην Ηροδότου στο Κολωνάκι και να τους χαιρετάει όλους.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Σωκράτης Σωκράτους

Εικαστικά / Σωκράτης Σωκράτους: «Δεν έχω αίσθηση του φόβου, δεν καταλαβαίνω Χριστό άμα είναι να κάνω κάτι»

Μετακόμισε στην Αθήνα των '90s και δεν θέλησε να μείνει πουθενά αλλού, έβαλε τα κλάματα την πρώτη φορά που είδε από κοντά έργο του Τσαρούχη. Έχει σκηνογραφήσει πολύ για το ντόπιο θέατρο του οποίου δεν ήταν φαν κάποτε, έχει εκπροσωπήσει την Κύπρο στη Μπιενάλε της Βενετίας. Βρίσκεται στη μόνιμη συλλογή του Πομπιντού, συμφώνησε να συνεργαστεί με την Hermès για έναν χρόνο και το έκανε για δεκαπέντε. Κι είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
M. HULOT
Από το Μπανγκλαντές ως τη Μόρια και την Αθήνα: Η απίστευτη ιστορία της τρανς πρόσφυγα Oliveya Myrah

Οι Αθηναίοι / Μπανγκλαντές / Μόρια / Αθήνα: Η απίστευτη ιστορία της τρανς πρόσφυγα Ovileya Myrah

«Για πολύ καιρό ο κόσμος μόνο έπαιρνε από μένα. Τώρα προσπαθώ κι εγώ να κερδίσω πράγματα, να νιώσω ότι έχω μια θέση»: Η διερμηνέας και ακτιβίστρια ανθρωπίνων δικαιωμάτων στους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα και σερβιτόρα στο Shamone είναι η Αθηναία της εβδομάδας. (Προσοχή: Το κείμενο περιλαμβάνει περιγραφές σεξουαλικής κακοποίησης και αυτοτραυματισμού.)
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Μανώλης Παπουτσάκης

Οι Αθηναίοι / Μανώλης Παπουτσάκης: «Νομίζεις ότι το χαίρεται ο εστιάτορας που αγοράζει και πουλάει ακριβά;»

Χαρούπι και Δέκα Τραπέζια στη Θεσσαλονίκη, Pharaoh στην Αθήνα. Ένας σεφ με μεγάλες επιτυχίες στο παλμαρέ του μιλά για το τώρα της γαστρονομίας, εξηγεί γιατί η ελληνική κουζίνα σήμερα δεν έχει σχέση με αυτό που ήταν κάποτε και ανοίγει το θέμα που συζητάνε οι foodies: Το sitting στα εστιατόρια.
M. HULOT
Κ.atou: «Kάποιοι χαλάνε λεφτά για να βγουν έξω ένα βράδυ, μην τους το χαλάς»

Οι Αθηναίοι / Κ.atou: «Kάποιοι ξοδεύουν λεφτά για να βγουν έξω ένα βράδυ, μην τους το χαλάς»

Η DJ που έχει δει στο Ντιτρόιτ να ακούνε το set της δυο κουνέλια έμαθε πρόσφατα τι πάει να πει «τέκνο με κ», ενώ η πόλη που πιστεύει ότι έχει την καλύτερη ηλεκτρονική σκηνή τώρα δεν είναι το Βερολίνο. Έχοντας ταξιδέψει σε τόσα μέρη, είναι χαρούμενη που ζει στην Αθήνα, αλλά δεν μπορεί να μείνει στο κέντρο της.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Cara Hoffman, συγγραφέας, δημοσιογράφος

Οι Αθηναίοι / Cara Hoffman: Από κράχτης σε ξενοδοχείο του Σταθμού Λαρίσης, συγγραφέας best-seller

Γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη, ζει στα Εξάρχεια. Εγκατέλειψε το σχολείο για να γυρίσει τον κόσμο και στα δεκαεννέα έφτασε στον σιδηροδρομικό σταθμό της Αθήνας απένταρη, πιστεύοντας ότι θα πιάσει δουλειά σε ελαιώνες. Αυτή η πόλη την έκανε «καπάτσα», «της πιάτσας», της έμαθε πώς να γράψει ένα μυθιστόρημα, τους «Κράχτες» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Gutenberg.
M. HULOT
Πηνελόπη Γερασίμου

Οι Αθηναίοι / Πηνελόπη Γερασίμου: «Βαρεθήκαμε στα υπόγεια, η διασκέδαση πρέπει να στραφεί προς το φως»

Η μουσική είναι απόλυτα συνδεδεμένη με τη δουλειά της, τα τελευταία χρόνια καταγράφει με τον φακό της μερικά από τα πιο σημαντικά events της Aθήνας. Η φωτογράφος που γνωρίζει καλά πώς κινείται η νύχτα της πόλης ξέρει πως πια παίζουν και πάρτι στα οποία δεν «χωράει», γιατί εκείνοι που τα διοργανώνουν δεν θέλουν να τα μάθει.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Αντώνης Βαβαγιάννης: Ο κομίστας πίσω από τα «Κουραφέλκυθρα», που δεν είναι καν λέξη

Οι Αθηναίοι / Κουραφέλκυθρος: «Αν δεν σε μισήσουν οι φασίστες, τι κάνεις σε αυτήν τη ζωή;»

Ο Αντώνης Βαβαγιάννης, ο κομίστας πίσω από τα «Κουραφέλκυθρα», που κάποτε τα είχαν απορρίψει όλα τα έντυπα ενώ τώρα έγιναν ταινία στο Cinobo, λαμβάνει για τα πολιτικά του σκίτσα μηνύματα σύμφωνα με τα οποία κάθε εβδομάδα τα παίρνει από άλλο κόμμα.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ