Ο οίκος S&P διατήρησε το αξιόχρεο της Ελλάδας στο BBB- και αναβάθμισε σε θετικές τις προοπτικές

Ο οίκος S&P διατήρησε το αξιόχρεο της Ελλάδας στο BBB- και αναβάθμισε σε θετικές τις προοπτικές Facebook Twitter
φωτ.: Eurokinissi
0

Ο οίκος αξιολόγησης S&P προχώρησε στην αναβάθμιση των προοπτικών του ελληνικού αξιόχρεου από σταθερές σε θετικές, διατηρώντας το στην επενδυτική βαθμίδα ΒΒΒ-.

Οι θετικές προοπτικές αντανακλούν την προσδοκία του S&P ότι το αυστηρό δημοσιονομικό καθεστώς θα συνεχίσει να μειώνει το δημόσιο χρέος, ενώ η ανάπτυξη αναμένεται ότι θα εξακολουθήσει να υπερβαίνει αυτή της Ευρωζώνης.

Βασικά σημεία της αξιολόγησής του οίκου:

  • Οι ελληνικές Αρχές επιχειρούν σε μια ευρεία ατζέντα διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και αντιμετωπίζουν μακροπρόθεσμες στενότητες.
  • Παρά τα πρόσφατα κάπως πιο ήπια οικονομικά στοιχεία, η ανάπτυξη της οικονομίας ξεπέρασε αυτή του μέσου όρου της Ευρωζώνης, «μια τάση που αναμένουμε να συνεχιστεί».
  • Το προηγούμενα πολύ υψηλό καθαρό δημόσιο χρέος της Ελλάδας ως ποσοστό στο ΑΕΠ μειώνεται και αναμένεται να συνεχίσει να το κάνει «αν οι προσδοκίες μας για δημοσιονομική πειθαρχία και σχετικά ισχυρή αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ επιβεβαιωθούν».

Όσον αφορά το σκεπτικό της κίνησής του ως προς τη θετική αναθεώρηση των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας, ο αμερικανικός οίκος σημειώνει ότι, μετά την επανεκλογή της Νέας Δημοκρατίας στην κυβέρνηση το 2023, η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη σκιαγράφησε και άρχισε να εφαρμόζει μια ισχυρή μεταρρυθμιστική ατζέντα με στόχο να ξεμπλοκάρει τα διαρθρωτικά σημεία συμφόρησης που εμποδίζουν την οικονομική ανταγωνιστικότητα της χώρας. Οι μακροχρόνιοι βασικοί προβληματικοί τομείς της Ελλάδας που έχουν σημειώσει περιορισμένη πρόοδο μέχρι στιγμής, όπως οι νομικές μεταρρυθμίσεις και οι μεταρρυθμίσεις στον τομέα της υγείας, έχουν τώρα, σύμφωνα με τον S&P, αξιόπιστα σχέδια εφαρμογής που πρόκειται να αναπτυχθούν σε μια πορεία χρόνου. Κατά τη γνώμη του οίκου αξιολόγησης, ο βασικός κίνδυνος εφαρμογής είναι να εμφανιστεί το φαινόμενο της μεταρρυθμιστικής «κόπωσης» πριν αναληφθεί η κατάλληλη δράση, ιδιαίτερα εάν τα βελτιωμένα οικονομικά αποτελέσματα δεν γίνονται αισθητά σε όλη την κοινωνία.

Αναφορικά με κινήσεις στις οποίες θα μπορούσε να προχωρήσει ο οίκος, αναφέρονται τα εξής στην ανακοίνωση:

  • «Θα μπορούσαμε να αναβαθμίσουμε τις αξιολογήσεις στους επόμενους 24 μήνες, αν ο λόγος του καθαρού δημόσιου χρέους της Ελλάδας προς το ΑΕΠ υποχωρήσει περαιτέρω για να προσεγγίσει τα επίπεδα άλλων χωρών. Πιστεύουμε ότι οι Αρχές θα μπορούσαν να το επιτύχουν αυτό μέσω ενός συνδυασμού διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, της πλήρους αξιοποίησης των μεγάλων πόρων του προγράμματος NextGenerationEU και στερεών δημοσιονομικών πλεονασμάτων για μια μακρά περίοδο».
  • «Θα μπορούσαμε να αναθεωρήσουμε τις προοπτικές σε σταθερές μέσα στους επόμενους 24 μήνες, αν η δημοσιονομική επίδοση της Ελλάδας και οι εξωτερικές ανισορροπίες, όπως του υψηλού ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, επιδεινώνονταν σημαντικά πέραν των προσδοκιών μας. Αυτό θα μπορούσε να συμβεί, για παράδειγμα, αν οι γεωπολιτικές και εξωγενείς πιέσεις πλήξουν την Ελλάδα περισσότερο απ' ό,τι υποθέτουμε σήμερα».

Ο S&P αναφέρει ότι τώρα υπάρχουν αξιόπιστα σχέδια για την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων σε βασικούς προβληματικούς τομείς, στους οποίους η πρόοδος ήταν περιορισμένη έως τώρα, όπως σχετικά με τις μεταρρυθμίσεις στη Δικαιοσύνη και την Υγεία. «Κατά την άποψή μας, ο βασικός κίνδυνος για την υλοποίησή τους είναι η επικράτηση μεταρρυθμιστικής κόπωσης πριν να έχει αναληφθεί επαρκής δράση, ιδιαίτερα αν η βελτίωση των οικονομικών επιδόσεων δεν γίνεται αισθητή σε όλη την κοινωνία», σημειώνει.

Ο οίκος θεωρεί ότι οι βασικοί τομείς των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που βρίσκονται σε εξέλιξη είναι οι εξής:

  • Ιδιωτικοποιήσεις και τραπεζικό σύστημα: Το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) έχει πλέον "ξεφορτωθεί" τις συμμετοχές του σε τρεις από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες (ενώ πούλησε ένα μεγάλο μέρος της συμμετοχής του στην τελευταία), σηματοδοτώντας περαιτέρω εξομάλυνση στον ελληνικό τραπεζικό τομέα και επιστρέφοντας 2,9 δισ. ευρώ στο κράτος από τον Οκτώβριο. Φέτος επιδιώκεται η είσπραξη επιπλέον 5 δισ. ευρώ από μη χρηματοπιστωτικές ιδιωτικοποιήσεις, με πωλήσεις διαφόρων αυτοκινητοδρόμων και λιμανιών που είτε έχουν πραγματοποιηθεί, είτε βρίσκονται στον ορίζοντα. Η πλήρης εκποίηση του τελευταίου πακέτου μετοχών, μαζί με την αντιμετώπιση των προβλημάτων που παραμένουν ακόμη σε εκκρεμότητα στις μη συστημικές τράπεζες, αποτελούν βασικά ορόσημα που δεν έχουν ακόμη επιτευχθεί.
  • Φορολογικές μεταρρυθμίσεις: Επικεντρωμένες στην ψηφιοποίηση και στους παράγοντες συμμόρφωσης, ιδίως η υποχρέωση διάθεσης μηχανημάτων POS για τους υπόλοιπους τομείς της οικονομίας από την 1η Απριλίου, σε συνδυασμό με τη σύνδεση των εν λόγω μηχανημάτων με τις φορολογικές αρχές από το 2023, αναμένεται να προκαλέσουν περαιτέρω μείωση της παραοικονομίας.
  • Δικαστικές μεταρρυθμίσεις: Η μεγάλη καθυστέρηση στην απονομή δικαιοσύνης και οι ευρύτερες τριβές στο δικαστικό σύστημα παρεμποδίζουν επί χρόνια το κράτος δικαίου και επιβαρύνουν το επενδυτικό περιβάλλον και, ως εκ τούτου, τις οικονομικές προοπτικές της Ελλάδας. Οι αλλαγές που έγιναν στις αρχές του 2024 ενθαρρύνουν τον εξωδικαστικό συμβιβασμό για διάφορους τύπους υποθέσεων, ενώ μια ευρύτερη δέσμη μέτρων που στοχεύει σε διάφορους τομείς του νομικού συστήματος ελπίζεται ότι θα περάσει φέτος.
  • Άλλες μεταρρυθμίσεις: Συζητούνται και άλλες μεταρρυθμίσεις σχετικά με την υγεία, τη γη, την αγορά προϊόντων και τον ανταγωνισμό, καθεμία από τις οποίες έχει τη δυνατότητα να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας εάν εφαρμοστεί επιτυχώς.

Αναφέρει ότι παρά τα ελαφρά πιο αδύναμα οικονομικά στοιχεία τα τελευταία τρίμηνα, η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ ήταν σχετικά εύρωστη, στο 2%, το 2023. Από την άλλη πλευρά, τα δημόσια έσοδα δεν εξασθένησαν, αλλά αυξήθηκαν κατά 6,2% σε ενοποιημένη βάση το 2023. «Κατά την άποψή μας, αυτό μπορεί να εξηγηθεί από τον συνδυασμό του υψηλού ακόμη πληθωρισμού πέρυσι (ο δείκτης τιμών καταναλωτή αυξήθηκε 4,2%) και των μερισμάτων από τις δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις, ιδιαίτερα στους τομείς της ψηφιοποίησης και της δημοσιονομικής συμμόρφωσης».

Μεσοπρόθεσμα, ιδιαίτερα αν διατηρηθεί η μεταρρυθμιστική δυναμική, «πιστεύουμε ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να αναπτυχθεί ταχύτερα από την Ευρωζώνη. Προβλέπουμε ότι το πραγματικό ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά μέσο όρο 2,4% την περίοδο 2024-2027, αντανακλώντας μια απτή άνοδο της επενδυτικής δραστηριότητας που θα καθοδηγείται από τα σχέδια του NextGenerationEU, τους βελτιωμένους ισολογισμούς των νοικοκυριών και του τραπεζικού συστήματος και από το γεγονός ότι η ελληνική οικονομία είναι ακόμη περίπου 22% μικρότερη σε σχέση με το υψηλό επίπεδο που είχε πριν από την κρίση χρέους», αναφέρει.

Σημειώνει ότι η Ελλάδα, όπως και οι άλλες μικρές ανοικτές οικονομίες, παραμένει εκτεθειμένη στην αλλαγή των ανέμων της παγκόσμιας οικονομίας και τους συνεχιζόμενους γεωπολιτικούς κινδύνους, όπως μια πιθανή οικονομική επιβράδυνση που θα μπορούσε να επηρεάσει τους σημαντικούς εξωστρεφείς τομείς του τουρισμού ή της ναυτιλίας, ή άλλη μια ξαφνική εκτίναξη των τιμών ενέργειας. «Οι εξελίξεις αυτές θα μπορούσαν να επιβραδύνουν τη βελτιωμένη δυναμική των πιστοληπτικών δεικτών της Ελλάδας. Οι αξιολογήσεις μας εξακολουθούν να περιορίζονται από το υψηλό ακόμη επίπεδο του δημόσιου χρέους και τη σχετικά αδύναμη εξωτερική θέση ρευστότητας της οικονομίας», αναφέρει ο οίκος.

Μακροπρόθεσμα, οι δημογραφικές πιέσεις είναι πιθανό να υπονομεύσουν τις μακροπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης στην Ελλάδα, ένα σημαντικό στοιχείο για τη βιωσιμότητα του χρέους, και ως εκ τούτου υποκρύπτουν τη σημασία της συνέχισης της δυναμικής των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και της διαρκούς δημοσιονομικής σύνεσης, εάν το χρέος πρόκειται να υποχωρήσει περισσότερο σε ευθυγράμμιση με τις αντίστοιχες χώρες της Ευρωζώνης.

Οικονομία
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ