Στις αρχές τη δεκαετίας του 1970, η Τζούντιθ Άλλεν-Ευσταθίου έφτασε για πρώτη φορά στη Τζια. Ακολούθησε, όπως και οι περισσότεροι επισκέπτες, το καλντερίμι μέσα από τη Χώρα για να δει τον εντυπωσιακό Λέοντα της Κέας, το εντυπωσιακό μνημείο που είναι σκαλισμένο στην πλαγιά του λόφου δίπλα στο όμορφο μονοπάτι που εκτεινόταν εκείνη την εποχή βόρεια μέχρι το μοναστήρι της Παναγίας της Καστριανής. Μια δεκαετία αργότερα αγόρασε με τον σύζυγο της ένα σπίτι  στη Χώρα, γοητευμένη από τα ιδανικά για πεζοπορία μονοπάτια του νησιού. Η Τζούντιθ Άλλεν-Ευσταθίου αλώνισε κυριολεκτικά το νησί, περπατώντας αμέτρητες φορές προς τον αρχαίο Λέοντα, τη βρύση του Βενιαμίν, την κοιλάδα του Οτζιά, την Πέρα Μερά, πρόλαβε όλα αυτά τα μονοπάτια προτού πολλά από αυτά καταστραφούν από τις μπουλντόζες και γίνουν ασφαλτοστρωμένοι δρόμοι.

 

Σήμερα διατηρείται μόνο ένα μικρό τμήμα από το καλντερίμι προς την Καστριανή και η ασφαλτόστρωσή του παρεμποδίστηκε από τις διαμαρτυρίες των κατοίκων και την παρέμβαση της αρχαιολογικής υπηρεσίας. Θέλοντας να εκφράσει και εκείνη τη διαμαρτυρία της, η Τζούντιθ Άλλεν-Ευσταθίου εγκαινίασε ένα τελετουργικό που περιλάμβανε καθημερινούς περιπάτους στο μονοπάτι, ενώ κατέγραφε σε μια σειρά από λεπτομερειακά σχέδια τον εφήμερο κύκλο της ζωής των φυτών κατά μήκος του μονοπατιού.

 

«Ίσως ο ωραιότερος δρόμος της Ελλάδας», έγραψε ο Γάλλος βοτανολόγος Ζοζέφ Πιττόν ντε Τουρνεφόρ για το λιθόστρωτο καλντερίμι που συνδέει την Ιουλίδα με την Καρθαία, ενώ 180 χρόνια αργότερα ο Βρετανός ταξιδιωτικός συγγραφέας Θίοντορ Μπεντ αποκάλεσε τη διαδρομή «έναν από τους πιο μαγευτικούς περιπάτους στον κόσμο».

«Ίσως ο ωραιότερος δρόμος της Ελλάδας», έγραψε ο Γάλλος βοτανολόγος Ζοζέφ Πιττόν ντε Τουρνεφόρ για το λιθόστρωτο καλντερίμι που συνδέει την Ιουλίδα με την Καρθαία, ενώ 180 χρόνια αργότερα ο Βρετανός ταξιδιωτικός συγγραφέας Θίοντορ Μπεντ αποκάλεσε τη διαδρομή «έναν από τους πιο μαγευτικούς περιπάτους στον κόσμο». Η εγκωμιαστική περιγραφή του Μπεντ εξακολουθεί να ισχύει και σήμερα. Το αρχαίο μονοπάτι συνεχίζει να συνδυάζει την ιστορία, τη μαγευτική θέα και τη στενή επαφή με το θαυμαστό, ιδιαίτερο οικοσύστημα της Κέας. Η διαδρομή του Λέοντα διατηρείται, αν και δεν σώζεται ολόκληρη. Εξακολουθεί να είναι ένα καλοδιατηρημένο μονοπάτι για γελάδια και μουλάρια και συνεχίζει να αποτελεί πόλο έλξης για ευαισθητοποιημένους ταξιδιώτες από όλο τον κόσμο.

 

«Δεν είμαι βοτανολόγος, ούτε καν σοβαρή κηπουρός», γράφει, «και μέχρι να αρχίσω αυτό το έργο το βοτανικό μου ενδιαφέρον περιοριζόταν στην αναγνώριση και τη συλλογή βρώσιμων φυτών στην εποχή τους, άγρια χόρτα, μανιτάρια και κάπαρη». Μέσα από το περπάτημα και το σχέδιο έμαθε να αναγνωρίζει τα ανθισμένα φυτά που μεγαλώνουν άγρια στο μονοπάτι και να θαυμάζει την ποικιλομορφία τους.

 

Θαυμάζοντας τις βοτανικές υδατογραφίες του Αυστριακού καλλιτέχνη Φέρντιναντ Μπάουερ, που στα ταξίδια του με τον Άγγλο βοτανολόγο Τζον Σίμπθορπ τεκμηρίωσε την πλούσια βιοποικιλότητα της Ανατολικής Μεσογείου, μια εργασία που οδήγησε στην πολύτομη μνημειώδη έκδοση «Flora Graeca», άρχισε άλλοτε να σχεδιάζει επιτόπου και άλλοτε να μαζεύει και να παίρνει στο σπίτι της να ζωγραφίζει την τεράστια ποικιλία από αγριολούλουδα που υπάρχει εκεί, μήνα τον μήνα, σε διαφορετικά στάδια του κύκλου τους, από τους πρώιμους χειμερινούς βλαστούς μέχρι τα καλοκαιρινά φρύγανα.

 

Με την καταγραφή της δεν αποσκοπεί στο να συνεισφέρει σε γνώσεις βοτανικής, δημιουργεί σχέδια που εφιστούν την προσοχή στην εξαιρετικά πλούσια, άγρια ανθοφόρα βλάστηση στην Ελλάδα. «Η ισορροπία ανθρώπινης δραστηριότητας και φύσης είναι πολύ λεπτή. Ακόμα και μια μικρή αλλαγή, όπως η λιθόστρωση του χωματόδρομου, μπορεί να οδηγήσει στην εξαφάνιση κάποιων ειδών. Διακαής μου πόθος είναι τα έργα της μητέρας φύσης να εκτιμώνται και να προστατεύονται όσο και τα έργα που δημιουργούμε εμείς οι άνθρωποι», λέει.

 

Αποτέλεσμα αυτού του έργου της είναι το «Χαρτογραφώντας το μονοπάτι» (εκδόσεις Καπόν), ένα πρωτότυπο, λεπτομερές και πλούσια εικονογραφημένο βιβλίο που ταξιδεύει τον αναγνώστη στην πορεία αυτού του μονοπατιού μέσα από 53 έγχρωμα βοτανικά σχέδια, με λεπτομέρειες από σκίτσα, φωτογραφίες και έργα εμπνευσμένα από τα σχέδια, μια καταγραφή που μαρτυρά την παθιασμένη αφοσίωση της Τζούντιθ Άλλεν-Ευσταθίου στο συγκεκριμένο τοπίο και επιτρέπει στον αναγνώστη να γίνει κοινωνός ενός κόσμου λεπτεπίλεπτης ομορφιάς που συχνά περνά απαρατήρητος, αν και υπάρχει γύρω μας.

 

εξώφυλλο
Το εξώφυλλο του βιβλίου.

Η ευρύτερη ελπίδα είναι το βιβλίο να λειτουργήσει ως κίνητρο για τη διατήρηση όχι μόνον αυτού του αρχαίου μονοπατιού, αλλά και άλλων καταγεγραμμένων στην Κέα διαδρομών πεζοπορίας, που αποτελούν ζωντανούς εθνικούς θησαυρούς, πολύτιμους, ανεκτίμητους και αναντικατάστατους.

 

«Προσπαθώ να σχεδιάζω με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ακρίβεια, παρατηρώντας απευθείας και με μεγάλη προσοχή τα φυτά από διαφορετικές οπτικές γωνίες. Ποτέ δεν ζωγραφίζω από φωτογραφίες, γιατί η φωτογραφία παγώνει τον χρόνο, ενώ το σχέδιο είναι μια πράξη παρατήρησης που έχει χρονική διάρκεια, συλλαμβάνει τα φυτά ενώ αυτά αλλάζουν από εποχή σε εποχή και κάτω από διαφορετικές καιρικές συνθήκες», γράφει.

 

Η πολύχρονη εργασία της Τζούντιθ Άλλεν-Ευσταθίου είναι ένας τρόπος να τιμηθεί και να καταγραφεί το ίδιο το μονοπάτι της Τζιας μέσω των φυτών του, που αποτελούν το πιο σταθερό αλλά ταυτόχρονα το πιο εφήμερο και μεταβαλλόμενο χαρακτηριστικό του.

 

 

 

Εκφώνηση: Μαρία Δρουκοπούλου