Τι μας έμεινε, τελικά, από τον Μπένι Χιλ; Όλοι λένε «τίποτα», αλλά δεν είναι έτσι

Τι μας έμεινε, τελικά, από τον Μπένι Χιλ; Όλοι λένε «τίποτα», αλλά δεν είναι έτσι Facebook Twitter
Ο Χιλ πέθανε απογοητευμένος και μόνος, μπροστά σε μια ανοιχτή τηλεόραση, τέτοια εποχή το 1992. Το αθώο ’80 έμενε πίσω του πια σαν ξεφούσκωτο χρωματιστό μπαλόνι και οι κριτικές τον έγδερναν αγρίως. Φωτο: Terry O'Neill/Getty Images
0

Πρώτα το σήμα «THAMES» με κεφαλαία γράμματα, μετά η θεοπάλαβη επική μουσική του «Yakety Sax» του Τζέιμς Σπάιντερ Ριτς και του σαξοφωνίστα Μπουτς Ράντολφ και στη συνέχεια μία οπτικοποιημένη τρέλα με ανθρώπους να κυνηγιούνται γύρω στη βρετανική εξοχή ή αλλού: όσοι είμαστε άνω των 40 μπορούμε να γνωρίζουμε ότι αυτή ήταν η έναρξη του Μπένι Χιλ. Μια παράξενη εποχή που τα απογεύματα γυρίζαμε σαν τρελοί από φροντιστήρια και παιχνίδια έξω για να δούμε –έτσι πιστεύαμε– καθαρή, σκαμπρόζικη φάρσα.

Το άστρο του Μπένι Χιλ «κάηκε» σχετικά γρήγορα για τη δική μας εποχή, απίστευτα αργά για τη δική του. Κάποτε και μετά από σχεδόν 30 χρόνια τηλεοπτικής επιτυχίας, ο επικεφαλής της Thames Television, Τζον Χάουαρντ Ντέιβις, τον κάλεσε για να του ανακοινώσει το τέλος της συνεργασίας τους.

Ο τηλεορασάνθρωπος όχι ότι είχε αρχίσει απλώς να λαμβάνει σοβαρά τις κριτικές εναντίον του κωμικού για σεξισμό, ρατσισμό και αντικειμενοποίηση του γυναικείου σώματος. Είχε διακρίνει και την κόπωση στα αστεία του αιωνίως μοναχικού Άλφρεντ Χόθορν Χιλ και αποφάσισε να λήξει τη συνεργασία σε μια εποχή που κάθε βρετανική λίρα για τα σόου του είχε την αξία της.

Ο αναχρονισμός για τον οποίο κατηγορείται ο Χιλ είναι το ίδιο κουσούρι που βαραίνει όλο τον παλιό κινηματογράφο (ποιος ξεχνά τι έγινε με το «Όσα παίρνει ο Άνεμος»), την παλιά λογοτεχνία και εν γένει τον παλιό κόσμο, εκεί δηλαδή που σε κάποιο μικρό κομμάτι του μεγαλώσαμε κι εμείς, είδαμε, ξεκινήσαμε να σκεφτόμαστε και εν τέλει πήραμε μπρος λίγο πιο κριτικά.

Ο Χιλ πέθανε απογοητευμένος και μόνος, μπροστά σε μια ανοιχτή τηλεόραση, τέτοια εποχή το 1992. Το αθώο ’80 έμενε πίσω του πια σαν ξεφούσκωτο χρωματιστό μπαλόνι και οι κριτικές τον έγδερναν αγρίως, παρά τα βραβεία και την τιμητική λεπτομέρεια για την καριέρα του, ότι δηλαδή θαυμαστής του ήταν ο μέγας Τσάρλι Τσάπλιν.

Σήμερα, στο διαδίκτυο που ακόμη και το παρελθόν παίρνει τη θέση του –εδώ βρέθηκε και σκαναρίστηκε επιστολή του ’40 που κατάφερε να αποκαθηλώσει τον «Πολίτη Κέιν» από την κατάταξη του iMDB– για τον Χιλ βρίσκει κανείς ως επί το πλείστον πράγματα κακά.

Το σήμα του «Benny Hill Show»

Τα μάτια του σημερινού τηλεοπτικού κοινού «εντοπίζουν» ακαριαία την προβληματική της διαδρομής του. Μίας διαδρομής που, όπως πολλών stand up comediens, στηρίχτηκε στα σεξιστικά αστεία, στα ανέκδοτα για μαύρους και παχύσαρκους, στην πλάκα για την ασχήμια (των γυναικών, κυρίως) και σε άλλα, διόλου πολιτικώς ορθά.

Κανείς –από τους σημερινούς 40βάλε και άνω– δεν πρόκειται να παραδεχθεί ότι κάποτε ως παιδί γέλασε, βλέποντας τον Χιλ να τσιμπάει τα οπίσθια μιας νοσοκόμας. Ή ότι προσπαθούσε να αντιγράψει για πλάκα τον τρόπο που μιμούνταν –κοροϊδευτικά, φυσικά– την προφορά των Γερμανών, των Εβραίων, αλλά και των συμπατριωτών του Βρετανών, σερβίροντας cockney slang (τι υπέροχη διάλεκτος!) για απογευματινό τσάι.

Όποια κριτική κι αν αναζητήσει κανείς για την τηλεοπτική παρακαταθήκη του Χιλ –στο Διαδίκτυο, αλλά και στον παραδοσιακό Τύπο– θα βρει ιερή οργή για τον τρόπο που μεταχειρίστηκε τις γυναίκες στα σόου του, διανθισμένη με αχρείαστες πικάντικες λεπτομέρειες για την αισθηματική μοναξιά του και την προτίμησή του στις εργάτριες του σεξ.

Τίποτα, λένε οι κριτικοί, δεν μας άφησε ο κωμικός με τα χοντροκομμένα αστεία, τίποτα δικό του δεν θα λείψει από την τηλεόραση. Από τότε μέχρι σήμερα, για τις φεμινιστικές οργανώσεις, τα αστεία του δεν είναι απλώς παρωχημένα. Είναι προτρεπτικά σε πράξεις έμφυλης βίας, απαξιωτικά για τις γυναίκες και δη γι' αυτές που δεν είναι πια στην πρώτη νιότη τους, όλη η παθογένεια της κοινωνίας σε καρικατούρα για τηλεοπτική κατανάλωση.

Κι όμως: ο αναχρονισμός για τον οποίο κατηγορείται ο Χιλ είναι το ίδιο κουσούρι που βαραίνει όλο τον παλιό κινηματογράφο (ποιος ξεχνά τι έγινε με το «Όσα παίρνει ο Άνεμος»), την παλιά λογοτεχνία και εν γένει τον παλιό κόσμο, εκεί δηλαδή που σε κάποιο μικρό κομμάτι του μεγαλώσαμε κι εμείς, είδαμε, ξεκινήσαμε να σκεφτόμαστε και εν τέλει πήραμε μπρος λίγο πιο κριτικά.

Είναι παράξενο, όμως, που για το κακό σενάριο βαραίνει στη μνήμη μας ο Χιλ και για το καλό σενάριο συνήθως ξεχνάμε το αριστουργηματικό –επίσης βρετανικό– «Blackadder» με τον Ρόουαν Άτκινσον και τον Χιου Λόρι.

Κατά μία έννοια, μπορούμε να πούμε ότι ο Χιλ μας έχει αφήσει κληρονομιά, αλλά όχι αυτή που θα ήθελε – στην κωμωδία, ας πούμε. Μας έμαθε, και το πλήρωσε πρώτος ο ίδιος, με τι ΔΕΝ πρέπει να γελάμε και, υπό ένα συγκεκριμένο πρίσμα, αυτό είναι σπουδαίο, πέρα από το ανάθεμα του όποιου κινήματος και της όποιας μεμονωμένης θεώρησης. Του χρωστάμε την απέχθειά μας για τα χοντρά ασυγχώρητα αστεία και το αισθητήριό μας σε όποια μορφή διασκέδασης θα πλήγωνε συγκεκριμένες κατηγορίες ανθρώπων, μειονότητες ή και όχι.

Η αδικία με τον Χιλ είναι ότι δεν κατάλαβε εγκαίρως τη στροφή. Την αλλαγή. Το ότι ήρθε η ώρα του για κάτι πιο σοβαρό από τις μιμήσεις της Νάνας Μούσχουρη και του Ντέμη Ρούσσου. Και λογικά, με την εμπειρία, τις γνώσεις που είχε αποκτήσει, τα αμέτρητα ταξίδια και την αλλαγή παραστάσεων, θα μπορούσε να την κάνει αυτήν τη στροφή και να πάρει μεγάλη μερίδα του κόσμου μαζί του. Χαζός δεν ήταν, απλώς πια ήταν ηλικιωμένος και, ενδεχομένως, χωρίς σωστούς συμβούλους στο πλάι του.

[Και φυσικά, να πούμε εδώ ότι λιθοβολώντας την περσόνα, η κριτική «ξέχασε» τον άνθρωπο και υπήρξε μαζί του το ίδιο ελεεινή με τα αστεία του. Άπειρο κουτσομπολιό ξεχύθηκε από τους υπονόμους για το αν ο Χιλ ήταν φιλάργυρος, μαμόθρεφτος, αντικοινωνικός, αν πέθανε παρθένος κι αν είχε αποτυχημένη ερωτική ζωή. Λίγοι θυμήθηκαν ότι ως άνθρωπος ήταν εξαιρετικά ευαίσθητος, μοναχικός, μονίμως αμυνόμενος και στα τελευταία χρόνια της ζωής του σοβαρά άρρωστος].

Δυστυχώς, όσο κι αν ο τηλεθεατής είναι καλοπροαίρετος, δίκαιος και γυμνασμένος, ο χρόνος δεν έχει τέτοιες λεπτότητες. Οσμίζεται την έλλειψη βαρύτητας και ξεχνά ό,τι και όποιον δεν άφησε κάτι χρήσιμο πίσω του. Και υπό μία συγκεκριμένη οπτική γωνία, είναι και αυτό μια μορφή δικαιοσύνης.

Οπτική Γωνία
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Πρέπει να αποσυρθεί το «Όσα παίρνει ο άνεμος»;

Οθόνες / Πρέπει να αποσυρθεί το «Όσα παίρνει ο άνεμος»;

Το δύσκολο κομμάτι είναι να γίνει πραγματική δουλειά επί του θέματος, να βελτιωθούν τα ποσοστά του inclusivity, να δοθούν ευκαιρίες σε μη λευκούς σε καίριες θέσεις και, κυρίως, να δημιουργηθούν μυθοπλασίες που να ενδιαφέρουν τους θεατές. Το ατόπημα θα είναι η έγνοια για την ποσότητα κι όχι για το περιεχόμενο.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η περιουσία του Κασσελάκη ως σίριαλ με πολλά επεισόδεια

Ρεπορτάζ / Η περιουσία του Κασσελάκη ως σίριαλ με πολλά επεισόδια

«Είμαι ο πιο διαφανής πολιτικός», λέει εδώ και έναν χρόνο ο Στέφανος Κασσελάκης, αποφεύγοντας να παρουσιάσει οποιοδήποτε στοιχείο για την περιουσία και την επιχειρηματική του δραστηριότητα. Χθες δήλωσε πως θα το κάνει σήμερα.
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΙΟΥΤΗ
CHECK Γαβριήλ Σακελλαρίδης: «Θεωρώ τον Στέφανο Κασσελάκη μια επικίνδυνη περίπτωση πολιτικού»

Συνέντευξη / Γαβριήλ Σακελλαρίδης: «Θεωρώ τον Στέφανο Κασσελάκη μια επικίνδυνη περίπτωση πολιτικού»

Ο υποψήφιος ευρωβουλευτής και υπεύθυνος πολιτικού σχεδιασμού της Νέας Αριστεράς σε μια εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη για την επιστροφή του στην ενεργό πολιτική.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ