Κι όταν πεθάνουμε, να μας θάψετε κοντά. Για να μην τρέχουμε μέσα στην νύχτα για να συναντηθούμε

Κι όταν πεθάνουμε,να μας θάψετε κοντά. Για να μην τρέχουμε μέσα στην νύχτα για να συναντηθούμε Facebook Twitter
Ο Τάσος Λειβαδίτης το 1988.
0



O ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ
 κατάφερε να διεισδύσει όσο λίγοι ποιητές στην ψυχή των Ελλήνων. Το έργο του ταυτίστηκε με την ίδια τη ζωή του και αποτέλεσε αφορμή για μελέτη και συζήτηση. Αγωνιστής, επαναστάτης, ρομαντικός, υπερβατικός, αισιόδοξος.

Η ζωή και το έργο του
Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 20 Απριλίου του 1922 και ήταν ο βενιαμίν της οικογένειας. Aπο τα τέσσερα αδέρφια του, τα δύο ήταν καλλιτέχνες. O Mίμης μουσικός της Λυρικής, ο Aλέκος, επιτυχημένος ηθοποιός του θεάτρου και κινηματογράφου. Πέρασε τα παιδικά του χρόνια στο Μεταξουργείο. Tο 1940 επιλέγει να σπουδάσει νομικά στη Σχολή του Πανεπιστήμιου της Aθήνας. Δεν θα καταφέρει να τελειώσει όμως, καθώς, ανήσυχο πνεύμα όπως ήταν, τον κερδίζει η Aντίσταση και οργανώνεται στην EΠON.

Θα δεχθεί πλήγμα με την απώλεια του πατέρα του το 1943, αλλά το 1946 θα νυμφευτεί τη Mαρία, δευτερότοκη κόρη του Γεωργίου Στούπα και της Aλεξάνδρας Λογοθέτη, η οποία υπήρξε δίπλα του για όλη την υπόλοιπη ζωή του. Μάλιστα ήταν η ηρωίδα του στο βιωματικό έργο του "Aυτό το αστέρι είναι για όλους μας". Για το συγκεκριμένο έργο, του απονεμήθηκε το πρώτο βραβείο Ποίησης στο Παγκόσμιο Φεστιβάλ Nεολαίας στη Bαρσοβία, το 1955. Tην ίδια χρονιά κάνει και την πρώτη του λογοτεχνική εμφάνιση δημοσιεύοντας το ποίημα "Tο τραγούδι του Xατζηδημήτρη" στο περιοδικό "Eλεύθερα Γράμματα" του Δημήτρη Φωτιάδη.

Γι' αυτό σου λέω.
Μην κοιμάσαι: είναι επικίνδυνο.
Μην ξυπνάς: Θα μετανιώσεις.

Απόσπασμα από το «Aυτό το αστέρι είναι για όλους μας»

Και ξαφνικά στα μάτια του συντρόφου μας που έφευγε τό­σο άπλα
ξανάβρισκα τα μάτια σου, αγαπημένη...

Ναι, αγαπημένη
μπορούσα πια και σ' έβρισκα παντού.
Άναβα τώρα τη λάμπα κ' έτρεμα, όπως όταν την άναβα για σένα
μοίραζα το ψωμί με το διπλανό μου σα να το μοιραζόμα­στε μαζί
και καθώς άπλωνα να σφίξω ένα χέρι, έβρισκα το χέρι σου
και καθώς έσκυβα ν' ακούσω μια φωνή, έβρισκα τη φωνή σου.

Οι άνθρωποι που μας χώριζαν, οι ίδιοι τώρα σε ξανάδιναν σε μένα....

Σ' έχω ξανάβρει όλες τις νύχτες που δεν ήξερα αν θα σε
ξαναδώ.

Κι όταν πεθάνουμε,να μας θάψετε κοντά. Για να μην τρέχουμε μέσα στην νύχτα για να συναντηθούμε Facebook Twitter
Άη Στράτης, 1951. Ο Τάσος Λειβαδίτης με τη γυναίκα και την κόρη του. Βλ. Τάσος Λειβαδίτης/MySpace και peri-grafis.com.

Η έντονη πολιτική δραστηριότητα στο χώρο της αριστεράςείχε ως συνέπεια να εξοριστεί από το 1945 έως το 1951 στο Μούδρο, στη Μακρόνησο και στον Αϊ-Στράτη. Με τη λήξη των Δεκεμβριανών συλλαμβάνεται και φυλακίζεται, αλλά μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας το 1945 απελευθερώνεται. Τον Ιούνιου του 1948 συλλαμβάνεται και εξορίζεται στο Μούδρο.

Το 1949 μεταφέρεται στη Μακρόνησο. Επειδή δεν υπέγραψε δήλωση μετάνοιας μεταφέρεται στον Αϊ Στράτη κι από κει στις φυλακές Χατζηκώστα στην Αθήνα, απ' όπου αφέθηκε ελεύθερος το 1951. Με την αποφυλάκισή του επιστρέφει στην Αθήνα και από το 1954 αρθρογραφεί στην Αυγή, μέχρι την κήρυξη της δικτατορίας το 1967, για να βρεθεί και πάλι στην εφημερίδα αμέσως μετά τη μεταπολίτευση, όπου θα παραμείνει έως το 1981, γράφοντας βιβλιοκριτικές.

Απόσπασμα από το «Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου»

Σφυρίζουν τα τραίνα
μια μεγάλη βουή απ' όλα τα σημεία του ορίζοντα
χιλιάδες χέρια αδράχνουν και χτυπάνε τις καμπάνες
οι κουλοχέρηδες αρπάζουν με τα δόντια τους και τραβάνε τα
σκοινιά
οι γυναίκες αρπάζουν τα μωρά τους και τα σηκώνουν ψηλά
σαν λάβαρα
ο άνεμος φυσάει τα μαλλιά τους
ο άνεμος φυσάει και ξεδιπλώνει σαν σημαίες τα μαλλιά τους
θέλουμε να σπείρουμε
θέλουμε να υφάνουμε
θέλουμε να γεννήσουμε
ειρήνη
ειρήνη

Κι όταν πεθάνουμε,να μας θάψετε κοντά. Για να μην τρέχουμε μέσα στην νύχτα για να συναντηθούμε Facebook Twitter
Μαζί με τον Γιάννη Ρίτσο στην εξορία.

Το «Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου» θεωρήθηκε "κήρυγμα ανατρεπτικό" και κατασχέθηκε. Ο ποιητής μάλιστα βρέθηκε κατηγορούμενος το 1955 στο Πενταμελές Eφετείο για το συγκεκριμένο έργο του. Η δίκη του θα γίνει χώρος συνάντησης πολλών προσωπικοτήτων των γραμμάτων και ο ποιητής θα μετατρέψει το εδώλιο σε βήμα και όπου θα διατυπώσει την ουσία και τον σκοπό της τέχνης του. Θα συγκινήσει όχι μόνο το ακροατήριο αλλά και τους δικαστές που τελικά θα τον αθωώσουν πανηγυρικά.

Το 1956 δημοσιεύει τον "Ανθρωπο με το ταμπούρλο" και το 1957 εκδίδει την ποιητική συλλογή "Συμφωνία αρ.1", για το οποίο ο Δήμος Αθηναίων τον βραβεύει με το Πρώτο βραβείο Ποίησης.

κι όταν δεν πεθαίνει ο ένας για τον άλλον είμαστε κιόλας νεκροί

Απόσπασμα από τον «Ανθρωπο με το ταμπούρλο»

Αδερφέ μου, σκοπέ
αδερφέ μου, σκοπέ
σ' ακούω να περπατάς πάνω στο χιόνι
σ' ακούω να περπατάς πάνω στο χιόνι
σ' ακούω που βήχεις μες στην παγωνιά
σε γνωρίζω, αδερφέ μου
και με γνωρίζεις.
Στοιχηματίζω ότι έχεις μια κοριτσίστικη φωτογραφία στην
τσέπη σου.
Στοιχηματίζω αριστερά μέσα στο στήθος σου πως έχεις μια
καρδιά.
Θυμάσαι;
Είχες κάποτε ένα τετράδιο ζωγραφισμένο χελιδόνια
είχα κάποτε ονειρευτεί να περπατήσουμε κοντά - κοντά
στο κούτελό σου ένα μικρό σημάδι απ' την σφεντόνα μου
στο μαντήλι μου φυλάω διπλωμένα τα δάκρυά σου
στην άκρη της αυλής μας έχουν ξεμείνει τα σκολιανά
παπούτσια σου
στον τοίχο του παλιού σπιτιού φέγγουν ακόμα
με κιμωλία γραμμένα τα παιδικά μας όνειρα.

Κι όταν πεθάνουμε,να μας θάψετε κοντά. Για να μην τρέχουμε μέσα στην νύχτα για να συναντηθούμε Facebook Twitter
Με την αποφυλάκισή του επιστρέφει στην Αθήνα και από το 1954 αρθρογραφεί στην Αυγή

Το 1958 ακολουθούν τα βιβλία "Οι γυναίκες με τα αλογίσια μάτια" , το 1960 η "Καντάτα". Το 1961 τον Οκτώβριο, περιοδεύει με τον Μίκη Θεοδωράκη την επαρχία, Καβάλα, Δράμα, Σέρρες, Λάρισα, Νάουσα, Βέροια, όπου ανάμεσα στα μουσικά διαλείμματα των συναυλιών απαγγέλει ή συνομιλεί με το κοινό. Την ίδια χρονιά γράφει το σενάριο της ταινίας "Συνοικία το ΄Ονειρο" με τους Κατράκη, Αλεξανδράκη, Γεωργούλη, κ.α. όπου ακούγονται τα τραγούδια "Βρέχει στη φτωχογειτονιά", "Σαββατόβραδο" κ.λ.π. όλα σε στίχους Λειβαδίτη και που με άλλα τραγούδια επίσης σε στίχους Λειβαδίτη θα συμπεριλάβει αργότερα ο Θεοδωράκης στο δίσκο του "Πολιτεία".

Απόσπασμα από το «Οι γυναίκες με τα αλογίσια μάτια»

Mια ζωή, αλήθεια, μπορεί να τελειώσει στη μέση, μια
άλλη να μην αρχίσει ποτέ...
A, ναι, με τούτο το μικρό κλειδί κει πάνω στο κομοδίνο
τα κορίτσια κλειδώνουν κάθε βράδυ τις εισπράξεις και
τη μνήμη τους
για να μπορούν να ζουν.

Kαι μόνο εκείνη η γυναίκα, θάρθει η αναπότρεπτη ώρα,
μια νύχτα, που θα νιώσει με τρόμο ξαφνικά,
πως στέρησε τον εαυτό της απ' την πιο βαθειά, την πιο μεγάλη ερωτική πράξη
μην αφήνοντας έναν άντρα να κλάψει στα πόδια της.

Μεταξύ 1967 – 72, ο ποιητής βυθίζεται στην σιωπή. Μένει άνεργος. Για λόγους επιβίωσης διασκευάζει ή μεταφράζει με το ψευδώνυμο Ρόκκος, έργα λογοτεχνικά για περιοδικά ποικίλης ύλης. Το 1972, εκδίδει το βιβλίο "Νυχτερινός επισκέπτης, που οι κριτικοί το θεωρούν έναρξη της δεύτερης φάσης του έργου του. Παράλληλα αποστασιοποιείται από την πολιτική δράση και κάνει μια βαθιά στροφή ενδοσκόπησης, αναδεικνύοντας το μεγάλο φιλοσοφικό βάθος του έργο του, ακολουθώντας έναν μοναχικό δύσβατο και πρωτοποριακό δρόμο στην μεγάλη του τέχνη.

Γι αυτό και μέσα σε κάθε ζωή / υπάρχει πάντα κάτι πιο βαθύ / απ' τον εαυτό της /
η ζωή των άλλων

Το έργο του «Βιολί για Μονόχειρα»

Έτσι, την ώρα που με τόση αφέλεια γονάτισα, όλοι νόμισαν πως ήθελα να εκλιπαρήσω -- ενώ απλώς ήταν φθινόπωρο, ή μάλλον να το πω αλλιώς: το πιο θανάσιμο αμάρτημα είναι να μην αγαπάς τον εαυτό σου, αλλά μια μέρα δεν άντεξα, «εμένα με γνωρίζετε;» τους λέω,
«όχι» μου λένε -- έτσι πήρα την εκδίκησή μου, και δε στερήθηκα ποτέ τους μακρινούς ήχους ή μη ρωτάτε τι μπορεί να συμβαίνει με τους τρελούς -- τι άλλο απ' το να διασκεδάζουν ένα παιδί, που δεν ήθελε να μεγαλώσει, κι αφού οι ονειροκρίτες είναι περασμένης μόδας,
μεταναστεύω κι εγώ στην άλλη άκρη της ομπρέλας μου, καθ' ότι αλκοολικός και διότι άρχισε να βρέχει σε παλιούς μακρινούς καιρούς κι απ' το παράθυρο έρχεται η μυρωδιά των κυπαρισσιών σαν μια μουσική που μαντεύεις το τέλος της -- ενώ η γριά μου εξηγούσε την ανάσταση του Κυρίου, «φοβόταν μήπως αλλιώς τον λησμονήσουν» έλεγε, όσο για μένα, προτιμώ να κρεμάσω ένα ρολόι στο γιλέκο μου, παρά να κρεμαστώ εγώ -- θα ήταν τότε σαν να εξηγούσα πολλά πράγματα, ακριβώς όπως ένας άνθρωπος, ίσως, μπορεί να παίξει και μ' ένα χέρι βιολί, όταν με τ' άλλο πρέπει να κρατήσει τη ζωή του -- ήμουν τόσο εξουθενωμένος που στους διαβατικούς καθρέπτες που κοιτάχτηκα δεν είδα παρά την ανείπωτη λέξη, και μην έχοντας τίποτα καλύτερο κάθομαι και θησαυρίζω, (εν αγνοία τους, βέβαια, αφού μου είχανε πάντα γυρισμένες τις πλάτες) αλλά δεν ξοδεύω και αρκούμαι στο μακρινό σφύριγμα του τρένου, που ανορθώνει, σαν άνθρωπο,
το σκυλί και ρίχνει κατιτί μες στο κουτί του ζητιάνου -- γιατί το ξέρω ότι ματαιοπονώ, κι οι σελίδες που γράφω θολώνουν κιόλας από κάμαρα σε κάμαρα και στο φως της λάμπας το βράδυ θα έχουν μια άλλη σημασία και το πρωί θα πρέπει να ξαναντυθείς, μόνο και μόνο για να πονέσεις, αντίο, λοιπόν, καλή μου εγκαρτέρηση, εγώ πάω ν' ασχοληθώ με τους τρελούς μου
ή μάλλον θα πω για τα παπούτσια τους,
τόσο αφρόντιστα σαν να τους τα φόρεσε ένα χέρι που ήξερε περισσότερα κι ίσως, αν σφύριζα πιο αμέριμνα, όλα να 'χαν πάει καλά ή αν δεν ήμουν τόσο επιρρεπής, όπως αυτός ο γελοίος σταθμάρχης που πληρώνεται για να μη μ' αφήνει να ταξιδέψω ή σαν τον ποιητή που του αρκεί λίγος ύπνος για να ξαναγίνει αθώος.

Κι όταν πεθάνουμε,να μας θάψετε κοντά. Για να μην τρέχουμε μέσα στην νύχτα για να συναντηθούμε Facebook Twitter

Το 1976, του απονέμεται το 2ο και 1ο Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τα βιβλία του "Βιολί για μονόχειρα" και "Εγχειρίδιο ευθανασίας" αντίστοιχα. Γράφει την "Δραπετσώνα" κ.α. τραγούδια σε μουσική Μ. Θεοδωράκη.

Το 1978 γράφει τους στίχους των δίσκων "Τα λυρικά", "Οκτώβρης 78" και "Λειτουργία για τα παιδιά που σκοτώνονται στον πόλεμο", όλα σε μουσική Μ. Θεοδωράκη. Τραγούδια με στίχους του έχει μελοποιήσει και ο Μάνος Λοΐζος.

Τον Αύγουστο του 1982, αντιμετωπίζει έντονα προβλήματα υγείας. Νοσηλεύεται με καρδιακό έμφραγμα σε νοσοκομείο. Ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων. Το 1985 εκδίδονται η συλλογή "Βιολέττες για μια εποχή" και το 1987 ο δεύτερος τόμος με τα μέχρι τότε έργα του, με τον τίτλο Ποίηση Β. Τον Οκτώβρη του1988, ο ποιητής εισάγεται στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο και υποβάλλεται σε δύο αλλεπάλληλες εγχειρήσεις για ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής, διάρκειας 5 ωρών η καθεμία, που όμως δεν μπόρεσαν να αποτρέψουν το μοιραίο.

Το 1990 ολοκληρώνεται και ο τρίτος τόμος των Απάντων του, με τίτλο Ποίηση Γ. Την ίδια χρονιά εκδίδεται το έργο που άφησε στο συρτάρι του πριν πεθάνει, "Τα χειρόγραφα του Φθινοπώρου" (1989).

Απόσπασμα από «Τα χειρόγραφα του Φθινοπώρου»

''Καμιά φορά σκέφτομαι: τι θα 'κανα αλήθεια αν ξανάρχιζα τη ζωή
μου; Πάλι εδώ θα' φτανα
στην άκρη του κόσμου...Ω Κύριε των μακρινών σταθμών που τους
διαβαίνουμε κάποτε μες στο όνειρο...
Ενώ ένας πλανόδιος
οργανοπαίχτης στο δρόμο με μια λυπημένη μουσική
θα δωροδοκεί το δειλινό ν'αργοπορεί...
Κι ίσως θα πρέπει να χαθείς ολότελα για να μάθεις κάποτε ποιος
είσαι...'' (Η ερώτηση)

Κι όταν πεθάνουμε, να μας θάψετε κοντά. Για να μην τρέχουμε μέσα στην νύχτα για να συναντηθούμε Facebook Twitter

Έργα

Ποίηση

«Μάχη στην άκρη της νύχτας». Αθήνα, Κέδρος, 1952.
«Αυτό το αστέρι είναι για όλους μας». Αθήνα, Κέδρος, 1952.
«Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου». Αθήνα, Κέδρος,1953.
«Ο άνθρωπος με το ταμπούρλο». Αθήνα, Κέδρος, 1956.
«Συμφωνία αρ.Ι». Αθήνα, Κέδρος, 1957.
«Οι γυναίκες με τ' αλογίσια μάτια». Αθήνα, Κέδρος, 1958.
«Καντάτα». Αθήνα, Κέδρος, 1960.
«25η ραψωδία της Οδύσσειας. Αθήνα, Κέδρος, 1963.
«Ποίηση (1952-1963)». Αθήνα, Κέδρος, 1965.
«Οι τελευταίοι». Αθήνα, Κέδρος, 1966.
«Νυχτερινός επισκέπτης». Αθήνα, Κέδρος, 1972.
«Σκοτεινή πράξη». Αθήνα, Κέδρος, 1974.
«Οι τρεις». Αθήνα, Κέδρος, 1975.
«Ο διάβολος με το κηροπήγιο». Αθήνα, Κέδρος, 1975.
«Βιολί για μονόχειρα». Αθήνα, Κέδρος, 1976.
«Ανακάλυψη». Αθήνα, Κέδρος, 1978.
«Ποιήματα (1958-1963)». Αθήνα, Κέδρος, 1978.
«Εγχειρίδιο ευθανασίας». Αθήνα, Κέδρος, 1979.
«Ο Τυφλός με το λύχνο». Αθήνα, Κέδρος, 1983.
«Βιολέτες για μια εποχή». Αθήνα, Κέδρος, 1985.
«Μικρό βιβλίο για μεγάλα όνειρα». Αθήνα, Κέδρος, 1987.
«Τα χειρόγραφα του Φθινοπώρου». Αθήνα, Κέδρος, 1990.
«Απάνθισμα». Αθήνα, Κέδρος, 1997.
Συγκεντρωτικές εκδόσεις:
«Ποίηση 1» (1952-1966). Αθήνα, Κέδρος, 1985.
«Ποίηση 2» (1972-1977). Αθήνα, Κέδρος, 1987.
«Ποίηση 3» (1979-1987). Αθήνα, Κέδρος, 1988.

Πεζογραφία

«Το εκκρεμές». Αθήνα, Κέδρος, 1966.

Σαν Σήμερα
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Γράμματα σε εξόριστους που διέσωσε ο Τάσος Λειβαδίτης (μέρος Α)

Βιβλίο / Αγαπημένε μου μπαμπά: Γράμματα σε εξόριστους που διέσωσε ο Τάσος Λειβαδίτης

Η LiFO παρουσιάζει τα συγκλονιστικά γράμματα που διέσωσε ο Τάσος Λειβαδίτης με παραλήπτες πολιτικούς κρατούμενους/εξόριστους στη μετεμφυλιακή Ελλάδα. Στο Α' μέρος, δημοσιεύονται τα γράμματα που έστειλαν παιδιά προς τους πατεράδες τους.
ΜΙΧΑΛΗΣ ΓΕΛΑΣΑΚΗΣ
λειβαδίτης ρίτσος εξορία

Αρχαιολογία & Ιστορία / Γράμματα σε εξόριστους που διέσωσε ο Τάσος Λειβαδίτης (μέρος Β')

Η LiFO παρουσιάζει τα συγκλονιστικά γράμματα που διέσωσε ο Τάσος Λειβαδίτης με παραλήπτες πολιτικούς κρατούμενους/εξόριστους στη μετεμφυλιακή Ελλάδα. Στο Α' μέρος δημοσιεύσαμε τα γράμματα που έστειλαν παιδιά προς τους πατεράδες τους. Στο Β' μέρος δημοσιεύουμε εκείνα που έστειλαν οι μανάδες, οι αδερφές και οι γυναίκες στους εξόριστους γιους, αδελφούς και συζύγους τους.
ΜΙΧΑΛΗΣ ΓΕΛΑΣΑΚΗΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

CHECK ΔΕΥΤΕΡΑ «Love Actually»: η συνήθεια που έγινε λατρεία έκλεισε τα 20 χρόνια

Οθόνες / «Love Actually»: Η συνήθεια που έγινε λατρεία έκλεισε τα 20 χρόνια

Σαν σήμερα πριν από είκοσι χρόνια έκανε πρεμιέρα στη Νέα Υόρκη η λονδρέζικη χριστουγεννιάτικη κομεντί που εξελίχθηκε σε απαραίτητη χριστουγεννιάτικη προβολή για εκατομμύρια σινεφίλ.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Ανέκδοτη συνέντευξη της Αρλέτας: «Το μπαρ το ναυάγιο δεν ήταν μπαρ»

Μουσική / Μια ανέκδοτη συνέντευξη της Αρλέτας: «Το μπαρ το ναυάγιο δεν ήταν μπαρ»

Μια ανέκδοτη συνέντευξη της Αρλέτας στον δημοσιογράφο και ραδιοφωνικό παραγωγό Μιχάλη Γελασάκη το 2009, όπου μιλάει για τον τελευταίο της δίσκο, τα «αδικημένα» τραγούδια της, τους νέους, τους φραγκοφονιάδες της γενιάς της και αφηγείται την ιστορία του τραγουδιού το «Μπαρ το ναυάγιο», που δεν ήταν μπαρ! Δημοσιεύεται στo Lifo.gr για πρώτη φορά, έξι χρόνια μετά τον θάνατό της.
ΜΙΧΑΛΗΣ ΓΕΛΑΣΑΚΗΣ