Τα πρώην βασιλικά κτήματα Τατοΐου ανήκουν πλέον στο ελληνικό Δημόσιο. Τι θα τα κάνουμε;

Δεν ξέρει κανείς τι πρέπει να ευχηθεί για το Τατόι /
να συνεχίσει το ελληνικό κράτος να το αφήνει να ρημάζει, συμφιλιωμένο με την ιδέα ενός αργού, αλλά τίμιου θανάτου ή να ασχοληθεί στα σοβαρά, με την ελπίδα ότι στα υπουργεία μας αντιλαμβάνονται τι έχουν στα χέρια τους /
κι όταν λέμε «Τατόι», δεν εννοούμε μόνο τον επί (Αττικής) γης παράδεισο στις υπώρειες της Πάρνηθας αλλά τα πρώην βασιλικά κτήματα με τα 40 και πλέον κτίρια, τα περισσότερα εκ των οποίων βρίσκονται σε τραγική κατάσταση /
το θέμα για κάποιον λόγο «κάνει τζιζ» και ο λόγος είναι το ιστορικό φορτίο των κτημάτων /
αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή: εδώ και λίγες εβδομάδες στον ιστότοπο του υπουργείου Περιβάλλοντος έχει αναρτηθεί το σχέδιο υπουργικής απόφασης που καθορίζει τις νέες χρήσεις των ιστορικών κτιρίων του κτήματος /
το σχέδιο είναι συνέχεια της μελέτης που είχε εκπονήσει ο Οργανισμός Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας και προέβλεπε εκτεταμένες χρήσεις εστίασης σε ολόκληρο σχεδόν τον ιστορικό πυρήνα /
εστιατόριο χωροθετείται και στο ιστορικό ξενοδοχείο «Τατόιον», επιλογή με την οποία διαφωνεί κάθετα ο δραστήριος Σύλλογος Φίλων Κτήματος Τατοΐου, στον οποίο οφείλεται σε μεγάλο βαθμό η κινητικότητα των τελευταίων ετών /
στη σχετική ανακοίνωση του Συλλόγου διαβάζω ότι «οι πέντε χώροι εστίασης στην καρδιά του κτήματος θα συγκεντρώνουν χιλιάδες επισκέπτες, με αποτέλεσμα την υποβάθμιση του χώρου και τη διατάραξη του οικοσυστήματος», ενώ «το κτίριο των Στρατώνων (κτίριο που χρησιμοποιεί σήμερα ο Σύλλογος Φίλων του Δάσους) θα μετατραπεί σε πολυτελές ξενοδοχείο με πισίνες» /
τα πρώην βασιλικά κτήματα Τατοΐου περιήλθαν στο ελληνικό Δημόσιο το 2003 και σταδιακά έχουν γίνει ορισμένες μόνο αναστηλωτικές εργασίες, καταγραφή μεγάλου μέρους κινητών αντικειμένων και εκπόνηση μελετών για επτά κτίρια, ενώ μία ακόμη μελέτη φέρει την υπογραφή της Ελληνικής Εταιρείας για την Κιθάρα /
καλές υπηρεσίες στο Τατόι πρόσφερε και η πρώην γενική γραμματέας του υπουργείου Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, επί των ημερών της οποίας ξεκόλλησαν πολλά από τα θέματα που αφορούν το πάντα αβέβαιο μέλλον του /
κυρίως, όμως, βρέθηκε από την πλευρά του κράτους ένας άνθρωπος πρόθυμος να υπερβεί τα γνωστά ιδεοληπτικά σχήματα που καταδικάζουν αυτό το μοναδικό κεφάλαιο για την Ελλάδα και την Αττική μόνο και μόνο επειδή το Τατόι το δημιούργησαν μονάρχες /
όμως, δεν χρειάζεται να είσαι... βασιλικός για να μπορείς να κατανοήσεις τι έχεις στα χέρια σου: και, σίγουρα, δεν έχεις στα χέρια σου ένα... «μητροπολιτικό πάρκο», όπως πασχίζει να το βαφτίσει η ελληνική πολιτεία, γεμάτο καφενεία και εξοχικές ταβέρνες /
εδώ μιλάμε για ένα μοναδικής αρχιτεκτονικής και περιβαλλοντικής αξίας ιστορικό σύνολο που σε οποιαδήποτε άλλη σοβαρή χώρα θα αντιμετωπιζόταν με τον σεβασμό που του αξίζει /
αν θέλει η κυβέρνηση να κάνει «μητροπολιτικά πάρκα», ας κοιτάξει να σουλουπώσει λίγο το Πεδίον του Άρεως, να περισώσει ό,τι έχει απομείνει από το Πάρκο Τρίτση ή να δει τι θα κάνει με το Γουδί (άλλο μητροπoλιτικό πάρκο στα χαρτιά) ή το Ελληνικό και ας αφήσουν το Τατόι στην ησυχία του /
χωρίς την αναστήλωση του κτιρίου του Ανακτόρου και την επαναφορά του στην αρχική του κατάσταση, τη δημιουργία μουσείου με την ιστορία της ελληνικής δυναστείας ή την ανάδειξη του υπέροχου βασιλικού κοιμητηρίου, κι όλα αυτά προς όφελος της «ταβερνοποίησης» του χώρου, ο στόχος να ξεχάσουμε τι ήταν και τι μπορεί να γίνει το Τατόι θα έχει επιτευχθεί /
εις βάρος όλων μας.

Επίσης και κυρίως μας λείπουν δασικοί χώροι περιπάτου, όπως αυτός.
Ποιό είναι όμως το "κουσούρι" αυτού του τόπου ;
Το πολιτιστικό του ενδιαφέρον που είναι η ιστορία της δημιουργίας του.
Αυτό το κτήμα αγοράστηκε από τους ιδρυτές της Β! Ελληνικής Δυναστείας, Γεώργιο Α! και Όλγα ως τόπος ιδιωτικής κατοικίας.
Η ιδιομορφία των γόνων αυτών των δύο βορείων δυναστειών Δανίας και Ρωσσίας αποτυπώθηκε στις δύο ουσιώδεις επιλογές τους.
Η πρώτη ήταν η επιλογή της εν ζωή κατοικίας τους. Έστειλαν Έλληνα αρχιτέκτονα να αντιγράψειτην "φάρμα" στο Πέτερχοφ της Ρωσσίας. Το αποτέλεσμα το βλέπομε σήμερα παρά την κακοποιημένη αναστήλωση-ανακαίνιση του Γεωργίου Β!
Η δεύτερη επιλογή ήταν η μετά θάνατον κατοικία. Τάφοι λιτοί, διεσπαρμένοι στην ύπαιθρο του διπλανού λόφου.
Αυτό είναι το πολιτιστικό κεφάλαιο που πρέπει να προστατευθεί.
Αργότερα οργανώθηκε παραγωγή γαλακτοκομικών προϊόντων καθώς και κρασιού στην προσπάθεια να αντιμετωπιστεί η μόνη δυσανεξία του κτήματος:κάποιο έλειμμα στην διαχείρισή του.
Αυτή η παραγωγή δίνει και την άλλη ένδειξη προσόδου του κτήματος και σήμερα. Πρότυπες μονάδες, ίσως και μικρά θεματικά μουσεία θα έδιναν καινούργια πνοή και σ'αυτά τα κτίρια.
Αυτά είναι αρκετά. Τα υπόλοιπα γιά τους περιπατητές. Οι αγαπητοί ποδηλάτες ας αρκεστούν σε ειδικές διαδρομές.
Ίσως κάποιοι χώροι γιά το πικ-νικ των επισκεπτών και βέβαια τουαλέττες.






Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία. Ο Προέδρος της Δημοκρατίας δεν κληρονομεί το αξίωμα από τον πατέρα του κι εκείνος από τον παππού του. Κάθε παιδί που γεννιέται έχει την ευκαιρία και το δικαίωμα να γίνει.
ΧΥΤΑ (Χώροι Υγειονομικής Ταφής Απορριμάτων) τα βασιλικά ανάκτορα στη χώρα που γέννησε τη Δημοκρατία και τουριστική ατραξιόν! Να βλέπουν οι πολίτες όλου του κόσμου τον αβανγκαρντισμό μας.



Ένας όμορφος χώρος για περπάτημα μας χρειάζεται και συγχρόνως ραντεβού με την ιστορία. Η ιδέα να μετατραπούν σε μουσεία κάποιοι χώροι μου αρέσει ! Πριν καταστραφούν τελείως κτίρια και αντικείμενα ας γίνει κάτι και ας πετάξουμε από πάνω μας το κουσούρι της βασιλείας, η βασιλεία είναι παρελθόν για την Ελλάδα, με το να συντηρούμε και να δείχνουμε ότι συνδέεται με αυτήν δεν σημαίνει ότι προσπαθούμε να την επαναφέρουμε.





κ εκταφη και δρομο. πισω στις πατριδες τους.

Μπα, μάλλον τον κατάλαβαν αλλά αυτή η κοινωνία δεν θέλει να βλέπει τα μούτρα της στον καθρέφτη. Γι αυτό και δεν αλλάζει τίποτα ΣΑΡΑΝΤΑ 40 χρόνια μετά τη μεταπολίτευση. Τι καταφέραμε στα 40χρόνια? Και που μπήκαμε στην Ε.Ο.Κ. με πολιτική παρέμβαση μπήκαμε, στο ευρώ με μαιμουδιές και τους Ολυμπιακούς αγώνες με τεράστιο κόστος για να φάνε, να φάνε, να φάνε οι κολλητοί. Άσε φίλε μου, δεν έχει κονόμα, ποιος να ασχοληθεί με το Τατόι. Μόνο αν το έταζαν σε τίποτα συνδικαλιστές ή σε κάποιον συνεταιρισμό.