Τα συγκεκριμένα γράμματα γράφτηκαν σε διάστημα 2 μηνών από τον Οκτώβριο ως τον Δεκέμβριο του 1909 όταν ο James ήταν στο Δουβλίνο προσπαθώντας να ανοίξει έναν κινηματογράφο διαχειριζόμενος την επένδυση 4 ιταλών αιθουσαρχών που είχε γνωρίσει και πείσει στην Τεργέστη για το προσοδοφόρο ενός τέτοιου εγχειρήματος μετά από χρόνια βαρύτατης ένδειας που είχε περάσει αυτός και η Nora. Eκείνη παρέμενε στην Τεργέστη υπό καθεστώς έξωσης στο μικρό διαμέρισμα τους μαζί με τα 2 παιδιά τους και τα αδέλφια του James, τον Stanislaus και την Eva.Δύο μήνες πριν και συγκεκριμένα στις 9 Αυγούστου 1909 ένας παλιός συμφοιτητής του από το Δουβλίνο ο Vincent Cosgrave ο οποίος απεχθανόταν τον Joyce από τότε του είπε πως είχε κοιμηθεί με τη Nora και αυτό προφανώς πυροδότησε μια σειρά οργισμένων γραμμάτων του James στη Nora όπου ζητούσε να μάθει την αλήθεια. H Nora προσβεβλημένη από την κατηγορία δεν απάντησε εώς ότου 2 μηνές αργότερα του έστειλε το πρώτο σεξουαλικό υφολογικά γράμμα στο οποίο απάντησε ο James με το γράμμα που παραθέτετε εδώ και έτσι άνοιξε ένας κύκλος επικοινωνίας με αντίστοιχο ύφος αναμετάδοσης υπερεκκρίσεων των λεμφαδένων που διατηρήθηκε για 2 μήνες. O Cosgrave αργότερα αυτοκτόνησε αλλά αποτέλεσε και τη βάση για τον χαρακτήρα του Blayzes Boylan στον Οδυσσέα.Το 1940 όταν έφευγαν από το Παρίσι η Nora έκαψε τα περισσότερα από τα γράμματα που της είχε γράψει εκείνο το δίμηνο του 1909 (και ήταν αρκετά γιατί τότε παραδίδονταν ταχυδρομείο 6 φορές την ημέρα) γιατί όπως είπε στην Helen Nating "δεν είναι δουλειά κανενός". Δυστυχώς όμως και αυτό αφορά όχι κάποια ψευδεπίγραψη σεμνοτυφία, αλλά το σεβασμό στην ιδιωτικότητα ενός αποστολέα προς έναν μόνον παραλήπτητα συγκεκριμένα γράμματα πέρασαν στην κατοχή του εξαιρετικού κατά τα άλλα βιογράφου του Joyce Richard Ellmann ο οποίος αποφάσισε να τα συμπεριλάβει στην ανθολογία των γραμμάτων που επιχείρησε να εκδώσει για πρώτη φορά το 1966, αλλά η έκδοση μπλοκαρίστηκε άμεσα από τον εγγονό του Joyce τον Stephen και έναν από τους 2 αναδόχους του ιδρύματος James Joyce.Τελικά και μετά από αλλεπάλληλες δικαστικές αποφάσεις τα συγκεκριμένα γράμματα μετά από τελική δικαστική απόφαση δικαστηρίου της Νέας Υόρκης συμπεριλήφθηκαν στην έκδοση του 1975. To κωμικοτραγικό και ενδιαφερόν δικαστικά διαχρονικό στοιχείο της υπόθεσης ήταν πως ένα αντίστοιχο δικαστήριο της Νέας Υόρκης το 1920 είχε αποφασίσει το κάψιμο όλων των αντιτύπων του Οδυσσέα και την απαγόρευση οποιασδήποτε έκδοσης του ως το 1933 όπου ηαπαγόρευση σταμάτησε με νέα δικαστική απόφαση του δικαστή John Woolsey. O εν λόγω δικαστής περιέγραψε με εβρίθεια το βιβλίο χαρακτηρίζοντας το ως "οθόνη της συνείδησης με τις διαρκώς μεταλλασσόμενες καλειδοσκοπικές της εντυπώσεις για πλαστουργημένα παλίμψηστα που αναφέρονται όχι μόνο στη ζωή όπως την παρατηρεί καθένας γύρω του αλλά και στη ζώνη του λυκόφωτος με ιζήματα από προηγούμενες αποτυπώσεις όπου κυριαρχεί το ασυνείδητο".Ο Ellmann συνάντησε συντριπτική αντίδραση και το λίθο του αναθέματος από αρκετούς λογοτέχνες οι οποιοί προασπίστηκαν το δικαίωμα της ιδιωτικής επικοινωνίας προεξάρχοντος του Samuel Beckett ο οποίος κατηγόρησε και τη Nora που πεθαίνοντας το 1951 δεν φρόντισε αυτά τα γράμματα να μην πέσουν στα χέρια μελλοντικών βιογράφων σαν τον Richard Ellmann λέγοντας ότι "τέτοιοι βιογράφοι θα πρέπει να καίγονται στην πυρά μαζί με τις/τους συζύγους των λογοτεχνών που τους επιτρέπουν κάτι τέτοιο."Ο Stephen Joyce μετά τη συγκεκριμένη έκδοση το 1975 σκλήρυνε ιδιαίτερα τη στάση του ως προς οποιαδήποτε άπρεπη δημοσίευση της ιδιωτικής γραπτής συνομιλίας του παππού και της γιαγιάς του, αλλά αυτό δεν εμπόδισε νέες εκδόσεις των συγκεκριμένων γραμμάτων στις ΗΠΑ και αποσπασματικές μεταφράσεις και εκδόσεις μόνο των συγκεκριμένων γραμμάτων σε πολλές χώρες του κόσμου.Η τεράστια δίψα όμως μεγάλου μέρους αναγνωστών για ιδιωτικές συνομιλίες γνωστών συγγραφέων σε συνδυασμό με την αψίκορη λαχτάρα για σεξουαλική ίντριγκα μετατρέπουν δυστυχώς τον έναν και μοναδικό παραλήπτη ενός τέτοιου σήματος σε ολόκληρο τον πλανήτη.
Σχολιάζει ο/η