Δουλεύει στο δημόσιο και μάλιστα το σκηνικό έχει ως εξής: Η ίδια είναι με σύμβαση ορισμένου χρόνου, δουλεύει εκεί όχι γιατί το είχε όνειρο ζωής (για την ακρίβεια αν τη ρωτούσες πριν από χρόνια θα σου έλεγε ότι ούτε απ' έξω δεν θέλει να περάσει), αλλά γιατί εκεί μπόρεσε (με βύσμα ή και χωρίς, κι αυτό είναι πιθανό), για να βγάλει λίγα χρήματα σίγουρα, που θα τα παίρνει κάθε πρώτη του μηνός και όχι όποτε περισσεύουν από τον εργοδότη της, αλλά ακριβώς επειδή ξέρει τι πάει να πει δουλεύεις παραπάνω χωρίς να το πληρώνεσαι, καυγαδίζεις για να καταφέρεις να πάρεις τα λεφτά που σου χρωστάνε, ψάχνεις να βρεις δουλειά ενώ τα λεφτά σου τελειώνουν, ε βλέπει τις άλλες που είναι πιθανότατα μόνιμες, που αυτοχαρακτηρίζονται "τακτοποιημένες" (δουλειά σταθερή, παντρεμένες, και μάλιστα αφού ο άντρας τους τις παντρεύτηκε είναι καλό παιδί, δεν πήραν ό,τι κι ό,τι, δεν παιδεύονται με γκόμενους), που πληρώνονται λεφτά από την τσέπη μας για να μιλάνε στα τηλέφωνα όταν ο υπόλοιπος κόσμος παρακαλάει για μια οποιαδήποτε δουλειά με το μισό τους μισθό, ε πολύ θέλει να της γυρίσει το μάτι; Δεν είμαι η κοπέλα του 6, αλλά έχω βρεθεί σε παρόμοια θέση. Μπορεί να λέμε πολλά για το δημόσιο, αλλά όταν βρεθείς μέσα έστω και για λίγους μήνες τα βλέπεις μπροστά σου σε όλο τους το μεγαλείο, και εφ' όσον είσαι άνθρωπος που ξέρει τι πάει να πει ανεργία, πολύ δύσκολα δεν θα γυρίσουν τα άντερά σου από την αηδία. Προφανώς δεν ισχύει για όλους τους δημ. υπαλλήλους, αλλά δυστυχώς ισχύει για αρκετούς. Τώρα βέβαια την κοπέλα του 6 μπορεί να μην την ενοχλεί τίποτα από τα παραπάνω και την ενοχλούν απλώς αυτά τα μικροαστικά δουλίτσα-γάμος-κατεψυγμένο ψάρι-αχ Παναγιά μου κτλ. Πού να καταλάβουμε κι εμείς, αφού το μόνο που μας λέει είναι ότι δεν μπορεί, ότι δεν αντέχει και ότι κάτι ήθελε να πει (τι όμως;) αλλά δεν το είπε.
Σχολιάζει ο/η