@ ΣωφρόνιοςΠράγματι, το φοβούμαι μια χαρά σημαίνει "φοβάμαι" (σκεφτείτε το "μη φοβού, Μαριάμ" από τον Ευαγγελισμό και το "ουδενί ουδέν είπον εφοβούντο γαρ" από την Ανάσταση και θα δείτε ότι κανένα νόημα δε βγαίνει αν το αντικαταστήσουμε με το "σέβομαι").Έχει βέβαια και διαφορετικές αποχρώσεις ανάλογα με το κείμενο, αλλά στου Παύλο σημαίνει, στην καλύτερη περίπτωση, σέβομαι με την έννοια που σέβεται κανείς τον ανώτερο, τον αφέντη, απέναντι στον οποίο νιώθει δέος και υποταγή. Είναι η ίδια χρήση όπως στο "μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης" κοκ. Σίγουρα τον αμοιβαίο σεβασμό μεταξύ ίσων δεν τον ονόμαζαν "φόβο" οι αρχαίοι.
Σχολιάζει ο/η