Ο Πέτρος Ξανθόπουλος ξανανοίγει τον Αρχάγγελο που ξενυχτούσε την Αθήνα

Ο Πέτρος Ξανθόπουλος ξανανοίγει τον Αρχάγγελο που ξενυχτούσε την Αθήνα Facebook Twitter
Το νέο ξεκίνημα για τον Αρχάγγελο θα γίνει την Πέμπτη 5/5, γιατί έτσι μας είχε συνηθίσει να λειτουργεί το μαγαζί, Πέμπτη με Κυριακή. Φωτ.: Γιώργος Αδάμος/LIFO
0

Άλλαξε τα φώτα, τους πολυελαίους, που ήταν ελαφρώς σπασμένοι, και τις απλίκες, μετακίνησε δεξιά και αριστερά κάποια από τα πολλά memorabilia που γεμίζουν τις εσοχές στον τοίχο πάνω από τις σιντιέρες, αλλά είναι όλα εκεί, δεν λείπει τίποτα, «είναι δώρα φίλων και πελατών του μαγαζιού από διάφορα μέρη όπου έχουν ταξιδέψει, ο Σωτήρης εκτιμούσε το ότι κάποιος τον σκεφτόταν και θα του έφερνε κάτι, έστω και το πιο μικρό πραγματάκι, έτσι κι εγώ δεν πέταξα τίποτα».

Στην κολόνα που είναι καλυμμένη με μικρά vintage καδράκια έχει αφήσει ψηλά ένα κενό για να προσθέσει μια φωτογραφία της ψυχής κάποτε του μαγαζιού.

Ο Πέτρος Ξανθόπουλος, που έχει προσφέρει αμέτρητα ποτά σε ένα κομμάτι της Αθήνας που ξενυχτάει, είναι τους τελευταίους επτά μήνες σχεδόν καθημερινά στο after στέκι της Αθήνας που κατέβασε ρολά μετά τον αιφνίδιο θάνατο του δημιουργού και ιδιοκτήτη του. Κάθε μέρα έκανε και από κάτι, «έτσι τα έκανα όλα μόνος μου, με βοήθησαν και διάφοροι φίλοι, δεν πήρα κανέναν μάστορα».

Φρέσκαρε τα χρώματα, έκανε μόνος του τις τεχνοτροπίες στους τοίχους, «τα χρυσά που στάζουν», όπως θα τα περιγράψει, δείχνοντάς μου σε ποια σημεία είναι. Στον τοίχο όπου κρεμόταν ένας πίνακας με θέμα μια «νεκρή φύση» τοποθέτησε ένα κολάζ δίσκων πλαισιωμένο από εξώφυλλα βιβλίων με παρτιτούρες, «ούτως ή άλλως λέγαμε με τον Σωτήρη να τον αλλάξουμε κάποια στιγμή, απλώς χρειαζόμασταν κάτι καλά βιδωμένο, γιατί λίγο να κουνήσει τα χέρια του όποιος κάθεται, μπορεί να ρίξει ό,τι υπάρχει».

Μπορεί να ακουστεί κλισέ, αλλά είναι από τα αγαπημένα μου και από αυτά που πιστεύω περισσότερο: τα μαγαζιά είναι οι άνθρωποι, πόσο μάλλον τα μπαρ. Και ο Αρχάγγελος είναι χαρακτηριστική περίπτωση τέτοιου μέρους.

Κάνω εικόνα αυτήν τη σκηνή με τα χέρια σε αυτό το μαγαζί, έχουν σηκωθεί πολλά τέτοια μερακλωμένα με τους στίχους του Άκη Πάνου που σφράγισε με τη φωνή της η Βίκυ Μοσχολιού ή με του Ηλία Λυμπερόπουλου που τραγουδήθηκαν ανεπανάληπτα από την Τζένη Βάνου. Aυτά τα χέρια μπορεί να ανήκαν σε κάποια indie kids που έπαιρναν τον δρόμο για τον Κολωνό μόλις σχολούσε η νύχτα στα hip μπαρ του κέντρου, σε άλλους που πριν βρίσκονταν στο synth-pop live κάποιου venue ‒ ο Αρχάγγελος τους χωρούσε όλους τις μεγάλες ώρες, ειδικά τις Παρασκευές και τα Σάββατα.

Υπήρχαν και οι άλλοι θαμώνες του μαγαζιού, εκείνοι που καθισμένοι στην μπάρα παρέμεναν πάντα πιο διακριτικές παρουσίες. Οι περισσότεροι από αυτούς είχαν πιάσει τη θέση τους από νωρίς, τελευταία λέγαμε ότι αν θέλαμε να βρούμε σκαμπό να ξαποστάσουμε, έπρεπε να είμαστε εκεί από τις δέκα, βαριά έντεκα.  

Ήταν ξημερώματα Δευτέρας 11 Οκτωβρίου όταν άρχισε να διαδίδεται ότι ο Σωτήρης Λαφαζάνης είχε σκοτωθεί τα ξημερώματα σε τροχαίο, οδηγώντας στον περιφερειακό του λόφου του Φιλοπάππου.

Ο Πέτρος Ξανθόπουλος ξανανοίγει τον Αρχάγγελο που ξενυχτούσε την Αθήνα Facebook Twitter
Ο Πέτρος Ξανθόπουλος, που έχει προσφέρει αμέτρητα ποτά σε ένα κομμάτι της Αθήνας που ξενυχτάει, είναι τους τελευταίους επτά μήνες σχεδόν καθημερινά στο after στέκι της Αθήνας που κατέβασε ρολά μετά τον αιφνίδιο θάνατο του δημιουργού και ιδιοκτήτη του. Φωτ.: Γιώργος Αδάμος/LIFO

Tην Τρίτη ο κόσμος άφηνε λουλούδια, η μουσική έπαιζε, απλώς πιο χαμηλά. «Αυτό ήθελε ο Σωτήρης, να ανοίξουμε το μαγαζί, ακόμα και να κάνουμε πάρτι μάς είχε πει, αν πεθάνει. Πρέπει να πέρασε η μισή Αθήνα εκείνη τη μέρα, τους κεράσαμε όλους ποτό. Όταν έγινε η κηδεία, ήρθε ο αδερφός του από δω και μου είπε “τι θα κάνεις με το μαγαζί τελικά;”. Εκείνη την ώρα απάντησα ότι θα το συνεχίσω, αλλά δεν το πίστευα πραγματικά, δεν μπορώ να σου εξηγήσω ακριβώς τον λόγο. 

O Σωτήρης έλεγε στον κόσμο ότι θα δούλευε κάνα δυο χρόνια ακόμα και ότι μετά θα συνέχιζα εγώ. Toν Σεπτέμβρη ‒λες και το ήξερε ένα πράγμα‒ με φώναξε δύο φορές για να μου δείξει πού έχουμε συγκεντρωμένα όλα τα χαρτιά του μαγαζιού που απαιτούνται σε έναν έλεγχο, του είπα ότι το γνώριζα, αλλά εκείνος επέμενε να τα ξαναδούμε μαζί. Μετά με φώναξε για να με ρωτήσει τι θα κάνω στη ζωή μου, ότι κακώς δεν το έχω σκεφτεί, γιατί εκείνος δεν είχε σκοπό να συνεχίσει για πολύ ακόμα. “Μπορείς να αναλάβεις;” με ρώτησε. “Σωτήρη, από τη στιγμή που θα είσαι εδώ θα μπορέσω, άσε με τώρα να κάνω ένα τσιγάρο γιατί μετά θα μπω μέσα και δεν θα ξαναβγώ όλο το βράδυ”, αυτό του απάντησα τότε». 

Τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν ακριβώς έτσι βέβαια, ο Σωτήρης πέθανε τη στιγμή που το μπαρ του μετρούσε είκοσι πέντε χρόνια παρουσίας στη νύχτα της Αθήνας. Ο Αρχάγγελος πρωτοεμφανίστηκε το 1996 στου Ψυρρή, έχοντας τη μορφή πιάνο-μπαρ.

Στις αρχές του 2000 μετακόμισε στην πλατεία Αυδή του Μεταξουργείου, ενώ το 2007 μεταφέρθηκε και άρχισε να λειτουργεί στο τελευταίο του σπίτι, απέναντι από τις γραμμές της λεωφόρου Κωνσταντινουπόλεως, στην οδό Κίμωνος. Τον είχα ρωτήσει αν τον φόβιζε το γεγονός πως κάποια στιγμή όλη αυτή η μουσική που επέλεγε ο ίδιος κάθε βράδυ θα βρεθεί σε ξόδι, πως οι λέξεις που έβαλε στη σειρά και όσες έντυσε ως συνθέτης ο Απόστολος Καλδάρας δεν θα λένε τίποτα στους νεότερους, πως θα έρθει η γενιά που δεν θα αναγνωρίζει τη χροιά της Ρένας Κουμιώτη.

«Όποιος περνάει καλά θα τα μάθει, η ενέργεια ενός μαγαζιού ή σου πάει ή δεν σου πάει. Δεν θεωρώ πως η ελληνική μουσική έχει πιο δυνατά βιώματα από την ξένη, απλώς οι δικές μου γνώσεις είναι πάνω σε αυτήν. Έτσι με τράβηξε, με κράτησε, με απορρόφησε… Δεν επιζητώ καμιά εμπορική επιτυχία. Πολλοί μάς αγαπούν γι’ αυτό που κάνουμε, για άλλους μπορεί να είμαστε βαρετοί και παρωχημένοι», μου είχε πει. Λίγες μέρες μετά από αυτή μας τη συζήτηση, στο μπαρ της Κίμωνος, δυο φίλοι, φανατικοί του Στράτου Διονύσιου, μου περιέγραψαν το μαγαζί ως «ιατρείο ψυχών». 

Ο Πέτρος Ξανθόπουλος ξανανοίγει τον Αρχάγγελο που ξενυχτούσε την Αθήνα Facebook Twitter
Φωτ.: Γιώργος Αδάμος/LIFO

«Ώσπου, πριν από τα σαράντα, τον είδα στον ύπνο μου», συνεχίζει ο Πέτρος, εξηγώντας μου πώς τελικά αποφάσισε να συνεχίσει το μαγαζί. «Πριν απ’ όλα αυτά κάθε Τρίτη ερχόμουν στο μαγαζί για δουλειές, για καθαριότητα, για να παραλάβω την κάβα που είχα παραγγείλει τη Δευτέρα και διάφορα τέτοια.

Στον ύπνο μου, πάλι, μία από αυτές τις Τρίτες, αποφασίζω να ανοίξω το μαγαζί, ξέροντας ότι ο Σωτήρης είναι στο εξοχικό του στην Εύβοια. Το ανοίγω και, όπως κάθομαι στη γωνία του μπαρ, τον βλέπω από την τζαμαρία να έρχεται και λέω “τώρα την κάτσαμε”. Μπαίνει με το ελαφρύ του χαμόγελο και μου λέει: “Πέτρο, έχεις κόσμο, μπράβο, αλλά αυτό θα γίνει όταν θα φύγω να ξέρεις”. Ξύπνησα εκείνη τη στιγμή, είπα πως αυτό ήταν μήνυμα. Το επόμενο πρωί ήμουν πλέον σίγουρος ότι θα συνεχίσω το μαγαζί, το είχα ξεκαθαρίσει μέσα μου».  

Ο Πέτρος ήταν μεταξύ του μπαρ και κουζίνας τα τελευταία δώδεκα χρόνια, κόντευε τα δεκατρία που έκανε αυτήν τη διαδρομή, αυτό ήταν το πόστο του. «Νομίζω ότι θα ανοίξουμε και θα τσεκάρω συνέχεια από την τζαμαρία να δω αν έρχεται για να είμαστε όλοι στη θέση μας. Ερχόμουν στο μαγαζί με την παρέα μου γιατί μας άρεσε η κατάσταση του μαγαζιού και μια καθημερινή, που ήταν πιο ήσυχα και έκατσα στην μπάρα, με ρώτησε ο Σωτήρης με τι ασχολιόμουν ‒ δούλευα τότε σέρβις. Μου είπε ότι θα χρειαζόταν άνθρωπο μέσα στον επόμενο μήνα και πράγματι, μετά από δύο εβδομάδες με πήρε τηλέφωνο.

Πέρασαν τα χρόνια κι εμείς μιλούσαμε κάθε μέρα, και τις τρεις μέρες την εβδομάδα που ήμασταν κλειστά στέλναμε μηνύματα, λέγαμε ο ένας στον άλλον τι θα κάνουμε. Τον είχα πιο πολύ σαν πατέρα μου παρά σαν αφεντικό, σκέψου ότι για πράγματα που έκανα κρυφά δασκάλευα τους φίλους μου μην πουν τίποτα μπροστά του και μάθει πού πήγαμε. Ή όταν ήθελα να κάνω κάτι, οτιδήποτε, ρωτούσα πρώτα τον Σωτήρη, ζητούσα τη συμβουλή του, ακόμα και για τα πιο απλά, διαδικαστικά πράγματα που είχαν να κάνουν με το σπίτι μου, με μια αλλαγή που ήθελε να κάνουμε η σπιτονοικοκυρά μου στην πόρτα.

Με είχε στηρίξει πάρα πολλές φορές, ό,τι κι αν ήθελα ήταν δίπλα μου. Ερχόμουν με χαρά στη δουλειά, δεν είχα πει μια φορά στη ζωή μου “δεν θέλω να μπω πάλι εκεί μέσα”, ακριβώς γιατί μας προστάτευε, όχι μόνο το προσωπικό αλλά και τους πελάτες».

Ο Πέτρος Ξανθόπουλος ξανανοίγει τον Αρχάγγελο που ξενυχτούσε την Αθήνα Facebook Twitter
Aν έλεγες «να κάνω μια παραγγελιά», θα σου απαντούσε «αυτό είναι επιθυμία». Ενώ το ήξερα, θυμάμαι να του ζητάω πολύ δειλά «έναν Τόλη, αν θες». Από ένα σημείο και μετά, που δεν του έλεγα τίποτα, έβαζε το «Του χωρισμού η ώρα» και με φώναζε πριν μπει το κομμάτι, θυμόταν τι ήθελα να ακούσω, απλώς θα το έβαζε όταν ήθελε εκείνος. Φωτ.: Γιώργος Αδάμος/LIFO

Ο Σωτήρης δεν ήθελε να του ζητάνε οι πελάτες κομμάτια και να επιμένουν μέχρι να τα ακούσουν. Aν έλεγες «να κάνω μια παραγγελιά», θα σου απαντούσε «αυτό είναι επιθυμία». Ενώ το ήξερα, θυμάμαι να του ζητάω πολύ δειλά «έναν Τόλη, αν θες». Από ένα σημείο και μετά, που δεν του έλεγα τίποτα, έβαζε το «Του χωρισμού η ώρα» και με φώναζε πριν μπει το κομμάτι, θυμόταν τι ήθελα να ακούσω, απλώς θα το έβαζε όταν ήθελε εκείνος.

Όταν τον ζάλιζαν να βάλει κάτι που δεν ήθελε, ήταν ικανός να κλείσει τη μουσική και να πει “αν δεν σου αρέσει, η μουσική σήκω και φύγε”. Εμένα μου έπεφταν τα μούτρα, βέβαια, εκείνη τη στιγμή, αλλά αυτά τα “σωτηρέικα” σκηνικά ακόμα τα λέμε μεταξύ μας και γελάμε. Είχε ένα αυστηρό ύφος που κάποιοι δεν το γούσταραν. Κάποιοι άλλοι τον αγαπούσαν ακριβώς γι’ αυτό, και είναι πολλοί αυτοί. Ακόμα κι εγώ καμιά φορά μπορεί να του ζητούσα κομμάτι, να με κοιτούσε και να μου έλεγε “φύγε, δουλειά σου”. Έφευγα κι εγώ, αλλά αυτό ήταν το στυλ του. Θα τη συνεχίσω αυτή την παράδοση με τις επιθυμίες αντί των παραγγελιών. Είναι και ωραία ατάκα». 

Δεν έχει αναλάβει τα decks του μαγαζιού ποτέ, και ούτε πρόκειται, τουλάχιστον όχι σύντομα «ο ένας από εμάς λείπει δυστυχώς, αν λείπω κι εγώ από το πόστο μου, τότε το μαγαζί θα είναι κάτι εντελώς άλλο. Αυτό που θα αλλάξει στη δουλειά μου είναι ότι τώρα θα βγαίνω να χαιρετάω τον κόσμο, κάτι που έκανε ο Σωτήρης πριν». Στο μοτίβο της μουσικής δεν σκοπεύει να αλλάξει τίποτα, θα αναλάβουν να την επιλέγουν γυναίκες, μεταξύ αυτών και η Λιλή, που έκανε τα ρεπό του Σωτήρη, και η Βάσω, που έπαιζε στον Αρχάγγελο όταν ακόμα ήταν στην πλατεία Αυδή.

«Δεν θα είναι τίποτα το ίδιο, γιατί, όπως και να ’χει, ο Σωτήρης λείπει, δεν γίνεται να είναι ακριβώς αυτό που έπαιζε εκείνος, δεν θα είναι ποτέ. Αλλά θέλω να είναι το ίδιο στυλ, ίδιοι οι καλλιτέχνες και τα τραγούδια που αγαπούσαν όσοι ερχόντουσαν εδώ. Ο Σωτήρης ξεκινούσε πολλές φορές τη βραδιά με Μητροπάνο, πάντα θα έπαιζε Χαρούλα Αλεξίου, Νταλάρα δεν έπαιζε ιδιαίτερα, τρία κομμάτια κι αυτά με το ζόρι. Και ό,τι καινούργιο έχει βγει στα έντεχνα, αν είναι ωραίο και μας πάει, γιατί να μην το παίξουμε;».

Πράγματι, οι κασετίνες με τα CDs του Δημήτρη Μητροπάνου είχαν εξωτερικά τη φθορά που έχει ό,τι χάρτινο έχει πολυχρησιμοποιηθεί. Τις Παρασκευές και τα Σάββατα, εκεί μετά τις δύο-τρεις, υπήρχαν κάποιες προσθήκες στο πρόγραμμα. Από το πιο σύγχρονο λαϊκό τραγούδι θυμάμαι τα τελευταία χρόνια να παίζει συνέχεια η «Κόκκινη γραμμή» της Νατάσας Θεοδωρίδου. 

Ο Πέτρος Ξανθόπουλος ξανανοίγει τον Αρχάγγελο που ξενυχτούσε την Αθήνα Facebook Twitter
Φωτ.: Γιώργος Αδάμος/LIFO

«Θα προσπαθήσω να αποφύγω να βάλουμε κάτι σύγχρονο, Παντελίδη ας πούμε, αλλά όλα θα τα δούμε πάνω στη δουλειά. Γενικά, από την τράπεζα με την οποία έχω επιλέξει να συνεργάζομαι για το μαγαζί μέχρι το πώς θα κινηθούμε στη μουσική σκέφτομαι τι θα έκανε ο Σωτήρης, πάντα έλεγα και λέω “για να το έκανε, κάτι ξέρει”, έτσι βαδίζω.

Όπως έμαθα δίπλα του ότι αν βρεθείς εσύ σήμερα εδώ μόνη σου, την επόμενη μέρα που θα έρθεις με μια φίλη σου δεν θα σου πω “Ζωή, πώς πέρασες χθες, σου άρεσε;”, γιατί μπορεί να ήθελες να βγεις να ακούσεις τη μουσική σου και να πιεις το ποτό σου για πάρτη σου, χωρίς να το πεις σε κανέναν. Αν δεν αναφέρεις εσύ κάτι, εγώ πρέπει να σε χαιρετήσω λες και έχω να σε δω δέκα μήνες. Δεν ήθελε τα κουτσομπολιά μέσα στο μαγαζί, όπως και το να πιάνουμε πολύ την κουβέντα στους πελάτες. Δεν είναι ωραίο να πολυλογούμε και να μην προσέχουμε τις παρέες που μας ψάχνουν για να παραγγείλουν. Αυτά είναι πράγματα που θα κρατήσω από εκείνον». 

Μπορεί να ακουστεί κλισέ, αλλά είναι από τα αγαπημένα μου και από αυτά που πιστεύω περισσότερο: τα μαγαζιά είναι οι άνθρωποι, πόσο μάλλον τα μπαρ. Και ο Αρχάγγελος είναι χαρακτηριστική περίπτωση τέτοιου μέρους, το σκέφτηκε και ο Πέτρος ότι κάποιοι έχουν συνδέσει το μαγαζί με εκείνον που το πρωτοάνοιξε.

«Έχω κόσμο στο μυαλό μου που ξέρω ότι δεν θα έρθει, δεν θέλουν και δεν μπορούν χωρίς εκείνον. Φυσικά και για μένα παραμένουν φίλοι, θα συνεχίσω να τους μιλάω, μου έστειλαν και μήνυμα πολλοί από αυτούς. Όπως μου έστειλαν και άνθρωποι με τους οποίους δεν είχα ιδιαίτερη επαφή, που με ήξεραν σαν τον Πέτρο στον οποίο θα ζητούσαν το ποτό τους, που θα λέγαμε και μια καληνύχτα. Τα μηνύματα που έχω λάβει όλον αυτόν τον καιρό για συλλυπητήρια, για να με ρωτήσουν αν χρειάζομαι κάτι, αν μου λείπουν χρήματα και αν θα ξανανοίξω το μαγαζί δεν τα έχω λάβει σε όλη μου τη ζωή ούτε για “χρόνια πολλά”. Ήταν πολύ συγκινητικό όλο αυτό που συνέβη». 

Στο προσωπικό του Αρχάγγελου θα συναντήσετε γνώριμα πρόσωπα και οι τιμές θα παραμείνουν ίδιες. Όσο για τον Αρχά, τον σκύλο του Σωτήρη, μασκότ του μαγαζιού, έχει υιοθετηθεί από δυο φίλες του και βρίσκεται στην εξοχή.

Το νέο ξεκίνημα για τον Αρχάγγελο θα γίνει την Πέμπτη 5/5, γιατί έτσι μας είχε συνηθίσει να λειτουργεί το μαγαζί, Πέμπτη με Κυριακή. Την επόμενη εβδομάδα θα ανοίξει από Τετάρτη και θα δουλέψει έτσι όλο τον μήνα. Από Ιούνη θα λειτουργεί Τρίτη με Κυριακή, θα ανοίγει έξι το απόγευμα και θα κλείνει στις τρεις με τρεισήμισι τις καθημερινές. Παρασκευή και Σάββατο θα βλέπουμε τον ήλιο να ανατέλλει, τα γνωστά του Αρχάγγελου.  

Ο Πέτρος Ξανθόπουλος ξανανοίγει τον Αρχάγγελο που ξενυχτούσε την Αθήνα Facebook Twitter
Οι κασετίνες με τα CDs του Δημήτρη Μητροπάνου είχαν εξωτερικά τη φθορά που έχει ό,τι χάρτινο έχει πολυχρησιμοποιηθεί. Φωτ.: Γιώργος Αδάμος/LIFO

ΘΑ ΣΗΜΕΙΩΣΩ και την playlist της κουβέντας μας που έγινε νωρίς, γύρω στις εφτά το απόγευμα, προκειμένου να ζεσταθείτε μέχρι να επιστρέψετε στο μαγαζί με τον χαμηλό φωτισμό. 

Ήτανε αέρας - Λιζέτα Καλημέρη
Ερωτικό -  Ελευθερία Αρβανιτάκη 
Κάτι να γυαλίζει - Βασίλης Καζούλης
Λούνα Παρκ - Δημήτρης Μητροπάνος 
Μη Γυρίσεις - Αδελφοί Κατσιμίχα
Το τραγούδι της ερήμου - Αρλέτα
Χαράματα η ώρα τρεις - Μάρκος Βαμβακάρης
Θεσσαλονίκη - Θάνος Μικρούτσικος & Γιάννης Κούτρας
Ο εφιάλτης της Περσεφόνης - Νίκος Γκάτσος, Μάνος Χατζιδάκις, Μαρία Φαραντούρη
Υπάρχουν άνθρωποι που ζουν μονάχοι - Βίκυ Μοσχολιού
Ρόζα - Υπόγεια ρεύματα (διασκευή)
Όλες του κόσμου οι Κυριακές - Χάρις Αλεξίου 
Μη μου μιλάς γι’ αγάπη - Δήμητρα Γαλάνη 
 

Κίμωνος 1, Κολωνός, 210 5228840


 

Urban Culture
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Πέντε διαφορετικές βόλτες στην Αθήνα

Αθήνα / Πέντε διαφορετικές βόλτες στην Αθήνα

Πέρα από τα πάρκα και τους λόφους της Αθήνας, που όλοι γνωρίζουμε και επισκεπτόμαστε συχνά, υπάρχουν πολλές ακόμα ενδιαφέρουσες εναλλακτικές διαδρομές που αξίζει να εξερευνήσουμε.
ΓΡΑΦΟΥΝ ΟΙ: Α. ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ, Γ. ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ, Λ. ΛΙΑΚΑΚΟΥ, M. HULOT, Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ
Δέκα σημεία του Πειραιά που δεν γνωρίζουν οι Αθηναίοι

Urban Culture / Δέκα σημεία του Πειραιά που δεν γνωρίζουν οι Αθηναίοι

Ένα μικρό οδοιπορικό σε περισσότερο ή λιγότερο γνωστά τοπόσημα και γειτονιές του Πειραιά που παρουσιάζουν ιστορικό, αρχιτεκτονικό, κοινωνιολογικό αλλά και πολιτιστικό ενδιαφέρον με «ξεναγό» τον καλλιτεχνικό διευθυντή του Δημοτικού Θεάτρου, Νίκο Διαμαντή.  
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Η νύχτα είναι μεγάλη στο λιμάνι του Πειραιά

Urban Culture / Η νύχτα είναι μεγάλη στο λιμάνι του Πειραιά

Μια βόλτα τον χειμώνα στο βραδινό λιμάνι μοιάζει με μεταμεσονύκτια προβολή στο σινεμά. Μόνο που εδώ η εικόνα και ο ήχος δεν έρχονται από την οθόνη αλλά από την «αστική ευθύνη» που έχει η πρωτεύουσα να υποδέχεται και να αποχαιρετά εμπορεύματα, ταξιδευτές και νησιώτες σε μια αδιάκοπη ανθρωπολογική ταλάντωση.
ΜΙΧΑΛΗΣ ΓΕΛΑΣΑΚΗΣ
Ο Στέφανος ερωτεύτηκε τα picó με την πρώτη ματιά

Μουσική / Ο Στέφανος και το picó του: Η κουλτούρα του καρναβαλιού της Κολομβίας έφτασε στην Αθήνα

Ένας Ελληνοαρμένιος από την Αιθιοπία θέλει να μετατρέψει την αθηναϊκή νύχτα σε ένα μεγάλο πάρτι σαν αυτά που γίνονται στο καρναβάλι της Καραϊβικής Ακτής της Κολομβίας.
ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΠΑ
Οι Αθηναίες κυκλοφορούν "οπλισμένες": Neon, γκλιτεράτα μπρελόκ και γατο-σιδηρογροθιές - Μικροπράγματα

Urban Culture / Οι Αθηναίες κυκλοφορούν «οπλισμένες»: Neon, γκλιτεράτα μπρελόκ και γατο-σιδηρογροθιές

Έξι Αθηναίες μάς μιλούν για τα όχι και τόσο αθώα μπρελόκ αυτοάμυνάς τους, για αυτές τις φούξια γάτες που κρεμούν στα κλειδιά τους για να μη φοβούνται να επιστρέψουν μόνες στο σπίτι τα βράδια.
ΒΑΝΑ ΚΡΑΒΑΡΗ
Τι συμβαίνει με το lean στην Ελλάδα;

Ρεπορτάζ / Lean: Το ναρκωτικό της γενιάς του τραπ

Το κωδεϊνούχο κοκτέιλ που συνδέθηκε με την κουλτούρα του τραπ είναι ένα φτηνό ναρκωτικό και πολύ εύκολο στην παρασκευή του, που έχει γίνει το αγαπημένο των εφήβων και των νεαρών ηλικιών. Και είναι ένα πολύ δημοφιλές ναρκωτικό που για την Ελλάδα είναι σαν να μην υπάρχει.
M. HULOT