Με τους «Πειρατές της Καραϊβικής» η Disney επιχείρησε να μετατρέψει ένα από τα δημοφιλέστερα θεματικά πάρκα της Disneyland σε μπλοκμπάστερ. Τους έκατσε, επειδή στο πρόσωπο του Γκορ Βερμπίνσκι βρήκαν έναν σκηνοθέτη που έχει δει πολλές ταινίες και γνωρίζει το σινεμά των set-pieces και επειδή κάποιος είχε την έμπνευση να αναθέσει σε εκείνον τον αλαφροΐσκιωτο μορφονιό, τον Τζόνι Ντεπ, έναν χαρακτηριστικό β’ ρόλο. Tο επιχείρησαν ξανά με το «Haunted Mansion» και το «Tomorrowland», αλλά έφαγαν τα μούτρα τους κι έτσι είχε μπει ένα φρένο σε αυτή την πρακτική μέχρι σήμερα, που την επαναφέρουν με το «Jungle Cruise». 

 

Κινούμενο στα χωράφια μιας εξωτικής περιπέτειας τύπου «Ιντιάνα Τζόουνς», αλλά με την προσθήκη μεταφυσικών κακών, επειδή άρεσε στην περίπτωση των «Πειρατών», το «Jungle Cruise» έχει στη σκηνοθετική του καρέκλα όχι τον Βερμπίνσκι αλλά τον Χάουμε Κολέ-Σερά. O Ισπανός, για κάποιον μυστήριο λόγο, επιλέγει να κινηματογραφήσει τη δράση κυρίως με κοντινά πλάνα αλά «Bourne» και, μαζί με τον μοντέρ του, να τη μοντάρουν σαν να απευθύνονται σε ανθρώπους με attention span χρυσόψαρου. Έτσι, η κινηματογράφηση έρχεται σε σύγκρουση με τον παλιομοδίτικο αέρα του θεάματος και, παράλληλα, δεν αναδεικνύει τον πλούτο της παραγωγής. Η ευτυχέστερη συμβολή του Κολέ-Σερά είναι μια meta ατάκα που αναφέρεται πλαγίως στο φινάλε της διασημότερης επιτυχίας του, του «Orphan» ‒ τώρα, πόσοι από το κοινό θα κάνουν τον συσχετισμό και θα καταλάβουν το «αστείο» είναι μια άλλη ιστορία.

 

Τουλάχιστον το σενάριο έχει συλλάβει τη διάλεκτο του είδους, με την Έμιλι Μπλαντ να συγχρονίζεται άψογα με τη screwball λογική της σχέσης της με τον Ντουέιν Τζόνσον και εκείνον να την ακολουθεί ασθμαίνοντας και αδυνατώντας σε σημεία να πιάσει τη δέουσα ταχύτητα στην εκφορά του λόγου. H ικανότητα του Τζόνσον, γνωστού και ως «Rock», να ενσαρκώνει ρωμαλέους χαρακτήρες είναι αδιαμφισβήτητη, σίγουρα έχει το εκτόπισμα, έχει, όμως, και μια πολύ ευγενική φυσιογνωμία που τον εμποδίζει να πείσει απολύτως στον ρόλο του οπορτουνιστή βασικού χαρακτήρα. 

 

Εν τέλει, περισσότερο Άλαν Κουότερμαν παρά Ιντιάνα Τζόουνς.